Του Γιώργου Νούλη
Αντιδράσεις στους ιδιοκτήτες ακινήτων της Λάρισας, που κάνουν λόγο για «φορολογική εξόντωση» προκαλούν οι επερχόμενες αλλαγές στη φορολογία των ενοικίων. Η περαιτέρω αύξηση των ισχυόντων φορολογικών συντελεστών, που ούτως ή άλλως προβλέπεται από το νέο μνημόνιο, από το 11% σε 15% για ετήσιο εισόδημα έως 12.000 ευρώ και από 33% σε 35% για το εισόδημα που ξεπερνά τα 12.000 ευρώ και πολύ περισσότερο η επαπειλούμενη κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης των μισθωμάτων, προκαλούν σοβαρές ενστάσεις με τους ιδιοκτήτες να εκτιμούν ότι η "φοροεπιδρομή στα μισθώματα θα δυναμιτίσει την εισπραξιμότητα του ΕΝΦΙΑ και θα πυροδοτήσει αυξητικές τάσεις στα μισθώματα σε μια περίοδο που για κοινωνικούς λόγους είναι απόλυτα αναγκαία η διατήρηση του σημερινού κλίματος συγκράτησής τους.
Να σημειώσουμε πως ο τρόπος με τον οποίο φορολογούνται τα εισοδήματα από τα ενοίκια άλλαξε μόλις το 2014 ενώ η αυτοτελής φορολόγηση των ενοικίων, έχει θεσμοθετηθεί από το 2012 και εφαρμόστηκε στα εισοδήματα του 2013. Φέτος τα έσοδα φορολογήθηκαν αυτοτελώς, με συντελεστή 11% ή 33%.
Δηλαδή μέχρι 12.000 ευρώ το χρόνο σύνολο ενοικίων εφαρμόζεται το 11%, ήτοι 1.320 το ανώτερο σε φόρο και για 12.000 ευρώ και πάνω 33% συντελεστής. Με ένα παράδειγμα, αν π.χ. κάποιος εισπράττει 17.000 ευρώ ενοίκια τον χρόνο, φορολογήθηκε με 11% για τα πρώτα 12.000 ευρώ, ήτοι 1.320 ευρώ και 33% για τα επόμενα 5.000 ευρώ ήτοι 1.650 ευρώ με συνολική επιβάρυνση 2.970 ευρώ.
Αν όμως ο συντελεστής από το 11% πάει στο 15% τότε ο φόρος θα διαμορφωθεί στα 1.800 ευρώ οπότε ο ιδιοκτήτης θα επιβαρυνθεί με 480 ευρώ επιπλέον φόρο (αύξηση 36% περίπου). Στο παραπάνω παράδειγμα με την αύξηση του φορολογικού συντελεστή από το 33% στο 35%, ο επιπλέον φόρος από τα 2.970 ευρώ θα εκτοξευτεί στα 3.550, δηλαδή θα πληρώσει 580 ευρώ παραπάνω και θα έχει μια αύξηση 20% περίπου.
Σε κάθε περίπτωση στο χαμηλότερο επίπεδο και μέχρι 12.000 ευρώ, οι ιδιοκτήτες ακινήτων χωρίς αφορολόγητο όριο και με προκαταβολή φόρου, θα έχουν σημαντικές επιβαρύνσεις αναλογικά με τα χρήματα που εισπράττουν. Ακόμη μεγαλύτερες θα είναι όταν ο ανώτερος συντελεστής φορολογίας των ενοικίων θα διαμορφωθεί στο 35% και τα ενοίκια προστεθούν στο συνολικό δηλωθέν εισόδημα. Πάντως σήμερα όσο μεγαλύτερο είναι το εισόδημα από ενοίκια τόσο ευνοϊκότερο είναι το σύστημα. Και αυτό διότι ο ανώτατος συντελεστής για όσους έχουν εισοδήματα από ενοίκια ανέρχεται στο 33%, ενώ στην κλίμακα των μισθωτών και συνταξιούχων ο ανώτατος συντελεστής φθάνει το 42%. Ο συντελεστής δηλαδή είναι 9 μονάδες χαμηλότερος.
Σε κάθε περίπτωση τόσο η αύξηση των συντελεστών όσο και η ένταξη των μισθωμάτων σε ενιαία φορολόγηση μόνο πρόσθετα βάρη θα επισύρει για τους ιδιοκτήτες, που δεν μπορούν να συνέλθουν από τον ΕΝΦΙΑ και τα αλλεπάλληλα φορολογικά πλήγματα στην ακίνητη περιουσία, πρόσθετα βάρη καθιστώντας ασύμφορη τη μίσθωση ακινήτου και κατ επέκταση την επένδυση σε ακίνητα.
ΣΟΒΑΡΕΣ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ
Η συντριπτική πλειοψηφία δεν έγιναν ιδιοκτήτες γιατί κέρδιζαν πολλά χρήματα στη ζωή τους, αλλά γιατί «έτρωγαν» λίγα. Η ιδιοκτησία που απέκτησαν ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και αποταμίευσης και αυτή η επιλογή τους δεν μπορεί να αποτελεί σήμερα ικανό λόγο φορολογικής εξόντωσής τους, όπως δυστυχώς συμβαίνει με τον ΕΝΦΙΑ και φαίνεται ότι θα επιταθεί με τη φορολόγηση των μισθωμάτων. Όσων μισθωμάτων απέμειναν δηλαδή από τη λαίλαπα της οικονομικής κρίσης που άφησε εκατοντάδες χιλιάδες κατοικίες, καταστήματα, γραφεία ξενοίκιαστα" σημειώνει στην "Ε" η πρόεδρος της Ένωσης Ιδιοκτητών Ακινήτων ν. Λάρισας και αντιπρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ κ. Χριστίνα Πουλούλη-Παπαδημητρίου.
"Κάθε σχεδιαζόμενη κίνηση επαύξησης της φορολογίας επί των μισθωμάτων θα πρέπει λογικά να συνοδευτεί με άμεση κατάργηση ή μείωση του ΕΝΦΙΑ, ή τουλάχιστον του συμπληρωματικού φόρου του. Και τούτο γιατί μπορεί φαινομενικά φόρος εισοδήματος και ΕΝΦΙΑ να είναι διαφορετικοί φόροι οι οποίοι επιβαρύνουν διαφορετική φορολογητέα ύλη, όμως και οι δύο πρέπει να πληρωθούν από «την ίδια τσέπη» πρόσθεσε…
ΤΙ ΘΑ ΠΡΟΚΛΗΘΕΙ
Επικαλούμενη τους λόγους για τους οποίους υιοθετήθηκε προ τριετίας η αυτοτελής φορολόγηση των μισθωμάτων και αναφερόμενη στις συνέπειες που θα έχουν οι νέες φορολογικές αλλαγές, η κ. Πουλούλη ήταν κατηγορηματική:
Τρεις ήταν οι λόγοι για την αυτοτελή φορολόγηση. Πρώτον η είσπραξη φόρου από το πρώτο ευρώ μισθώματος από άνεργους και χωρίς σύνταξη ιδιοκτήτες, χωρίς άλλα εισοδήματα, λόγω της κατάργησης του αφορολογήτου, δεύτερον η περιστολή της φοροδιαφυγής στην οποία νομοτελειακά εξωθείτο μέρος των συναλλασσομένων για να περιορίσουν τη φορολογική καταλήστευσή τους, και τρίτον κυρίως η δυνατότητα οικονομικής «ανάσας» στους ιδιοκτήτες ώστε να μπορούν να πληρώνουν κάθε χρόνο το ΕΕΤΗΔΕ-ΕΕΤΑ-ΕΝΦΙΑ, που αποτελεί πλέον κεντρικό αιμοδότη του φορολογικού μας συστήματος.
Συνεπώς η κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης των μισθωμάτων, ή και η ήδη προβλεπόμενη περαιτέρω επαύξηση των ισχυόντων φορολογικών συντελεστών εκτός του ότι θα αποτελέσουν μια ακόμη παλινωδία του φορολογικού μας συστήματος που θα το καταστήσει ακόμη πλέον αναξιόπιστο, θα έχει ως άμεσα αποτελέσματα, να δυναμιτίσει την μεγάλη εισπραξιμότητα του ΕΝΦΙΑ, με άμεσο αποτέλεσμα την ανάγκη αναζήτησης νέων ισοδυνάμων μέτρων τουλάχιστον 1δισ. ευρώ, να υποδαυλίσει αυξητικές τάσεις στα μισθώματα και να εξωθήσει ουσιαστικά μερίδα των συναλλασσομένων σε, απαράδεκτες και καταδικαστέες φυσικά, πρακτικές φοροδιαφυγής οι οποίες, αντί αύξησης, θα μειώσουν την απόδοση του φόρου εισοδήματος".