Αισιόδοξος ότι την παρούσα οικονομική συγκυρία της ευρωζώνης, την οποία χαρακτήρισε ως ένα "επεισόδιο ασθενούς δραστηριότητας", θα διαδεχτεί μια σταδιακή ανάκαμψη, εμφανίστηκε χθες στη Φρανκφούρτη, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ.
Κατά την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, μετά την απόφαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ για τη διατήρηση των επιτοκίων στο ίδιο επίπεδο, ο Ζαν Κλόντ Τρισέ τόνισε πως "λαμβάνοντας υπ' όψιν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, η οικονομία της ευρωζώνης βιώνει στην παρούσα φάση ένα επεισόδιο ασθενούς δραστηριότητας, που χαρακτηρίζεται από τις υψηλές τιμές των εμπορευμάτων και από τις επιπτώσεις στην εμπιστοσύνη των καταναλωτών και στη ζήτηση, καθώς και από την πτώση της ανάπτυξης των επενδύσεων. Αναμένουμε ότι το επεισόδιο αυτό θα το διαδεχτεί μια σταδιακή ανάκαμψη". Στη σταδιακή ανάκτηση της οικονομίας θα συμβάλει, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, και η πτώση των τιμών του πετρελαίου από το υψηλότερο επίπεδο του Ιουλίου, ενισχύοντας το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα.
Σχετικά με τον πληθωρισμό της ευρωζώνης, ο πρόεδρος της ΕΚΤ επισήμανε πως η διατήρηση του σε υψηλά επίπεδα (3,8% τον Αύγουστο και 4% τον Ιούλιο σύμφωνα με την Eurostat) οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις εξαιτίας των αυξήσεων που εμφάνισαν οι τιμές των τροφίμων και της ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο τους τελευταίους μήνες
Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ για την ευρωζώνη, ο ετήσιος πληθωρισμός θα συνεχίσει -βάσει των τιμών για τα εμπορεύματα που ισχύουν- να κινείται για το επόμενο διάστημα σε επίπεδα άνω του 3%, πριν υποχωρήσει "μόνο σταδιακά" το 2009. Ειδικότερα για το 2008 η εκτίμηση των τεχνοκρατών της ΕΚΤ είναι ότι ο πληθωρισμός θα κυμανθεί μεταξύ 3,4% και 3,6%, ενώ για το 2009 "βλέπουν" τη διακύμανση του πληθωρισμού μεταξύ του 2,3% και του2,9%.
Βάσει των ίδιων προβλέψεων για την ευρωζώνη, η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ θα κυμανθεί σε ετήσια βάση μεταξύ 1,1% και 1,7% το 2008 και μεταξύ 0,6% και 1,8% το 2009. Οι εκτιμήσεις της ΕΚΤ για την ανάπτυξη του ΑΕΠ τόσο για το 2008 όσο και για το επόμενο έτος έχουν αναπροσαρμοστεί προς τα κάτω σε σχέση με τις προβλέψεις του Ιουνίου.