Ρυθμό ανάπτυξης άνω του 30% σε ετήσια βάση για την αύξηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων και της κτηνοτροφίας διαπιστώνει σε σχετική έρευνά της η Hellastat, σε σχετική μελέτη για την εγχώρια αγορά παραγωγής και εμπορίας βιολογικών προϊόντων. Με βάση τα ευρήματα της έρευνας, το υψηλό κόστος παραγωγής, η προμήθεια βιολογικών εφοδίων, η εκπαίδευση και συνεχής ενημέρωση των καλλιεργητών, η χρηματοδοτική στήριξη, η διακίνηση και εμπορία των προϊόντων είναι τα σημαντικότερα ζητήματα που τους απασχολούν, ενώ για την απόκλιση των τιμών των βιολογικών από τα συμβατικά προϊόντα, το επιχείρημα των παραγωγών είναι, εκτός από το υψηλό κόστος προμηθειών, και ο αυξημένος κίνδυνος απώλειας της παραγωγής, εξαιτίας της μη χρήσης συμβατικών μέσων καταπολέμησης ασθενειών.
Στην έρευνα υπογραμμίζεται ότι το ζήτημα της τιμής και της αξίας του βιολογικού προϊόντος είναι από τα πλέον επίμαχα σημεία συζήτησης, καθώς παράγοντες όπως η μη χρήση χημικών, η χαμηλότερη απόδοση, ή ένταση της ανθρώπινης εργασίας, οι κίνδυνοι κατά την παραγωγή, οι δυσκολίες διανομής και η χαμηλή -σχετικά- κατανάλωση δικαιολογούν τη διάθεση του προϊόντος σε υψηλότερο επίπεδο έναντι των συμβατικών.
Όσον αφορά στις προοπτικές του κλάδου, στη μελέτη της Hellastat, αναφέρεται ότι οι τάσεις για τον κλάδο των βιολογικών προϊόντων επηρεάζονται από τα διάφορα δημογραφικά και ψυχογραφικά χαρακτηριστικά των καταναλωτών. Σε γενικές γραμμές τόσο οι σημερινοί ρυθμοί ζωής όσο και ο έντονος προβληματισμός που επικρατεί, σχετικά με το τι συνιστά «υγιεινή διατροφή», έχουν οδηγήσει τους καταναλωτές στην αναζήτηση εύκολων και παράλληλα υγιεινών και γευστικών λύσεων, που σχετίζονται είτε με τη σιλουέτα είτε με την υγεία. Αυτή η τάση έχει οδηγήσει και στην ανάδειξη κατηγοριών προϊόντων που ουσιαστικά δεν υπήρχαν στην ελληνική αγορά, όπως τα βιολογικά προϊόντα.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ
Επισημαίνεται ότι, η αγορά θα αναπτυχθεί περισσότερο εφόσον εξαλειφθούν κάποια δομικά - κυρίως - προβλήματα στη διανομή τους, στην αδειοδότηση των παραγωγών, στους ελέγχους παραγωγών και των μεταποιητών κ.ά. Παράλληλα, αν και αρκετές επιχειρήσεις του κλάδου εμφανίζουν αυξημένη συμμετοχή των βιολογικών προϊόντων στο σύνολο των πωλήσεών τους κατά το 2008 (από πρωτογενή έρευνα της Hellastat), υπάρχει έκδηλη η επιφύλαξη για την ερχόμενη διετία, καθώς διερχόμαστε περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας.
Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις με βιολογικές μεθόδους (χωρίς τους βοσκοτόπους) παρουσιάζουν μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 39% την περίοδο 2002-2007 και διαμορφώθηκαν στα 1521 χιλ. στρέμ. Η εγχώρια βιολογική κτηνοτροφία παρουσιάζει επίσης ανοδική πορεία, καταγράφοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής ίσο με 35,3% την περίοδο 2002-2007.
Τέλος όσον αφορά στα επιμέρους βιολογικά προϊόντα αναφέρεται ότι το βιολογικό κρασί και το βιολογικό λάδι εξάγονται σε ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 60%-80%. Ωστόσο, δυσκολίες παρατηρούνται στο βιολογικό κρέας καθώς οι κτηνοτρόφοι αναγκάζονται σε ορισμένες περιπτώσεις να το πωλούν ως συμβατικό, ελλείψει πιστοποιημένου βιολογικά σφαγείου, δικτύου διανομής.