«Είναι αδιανόητο σε μια κτηματαγορά που βρίσκεται σε πλήρη ύφεση να μιλάμε για αύξηση αντικειμενικών αξιών, αποσιωπώντας ότι αυτό σημαίνει και ταυτόχρονη αύξηση του ΦΠΑ 23% για αγορά ακινήτου, 23% αμοιβές και τέλη μηχανικών συμβολαίων, μεταγραφών ή συμβολαιογράφων, δικηγόρων, υποθηκοφυλάκων, μηχανικών κ.λπ. Δηλαδή, περίπου 30% συνολική αύξηση στις μεταβιβάσεις επί της νέας αντικειμενικής αξίας (αγοραίας) των ακινήτων. Με αυτή τη λογική τα επόμενα χρόνια δεν πρόκειται να γίνει μεταβίβαση ούτε μικρών ακινήτων!».
Σ΄αυτή την άποψη συγκλίνουν όλοι οι φορείς της αγοράς, στην προοπτική της αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και προς αυτή την κατεύθυνση μάλλον προσανατολίζεται και η κυβέρνηση. Αν και ακόμη δεν έχει ξεκαθαρίσει επισήμως το θέμα, οι πληροφορίες λένε πως η αύξηση των αντικειμενικών μετατίθεται για το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2011 εξαιτίας της καθίζησης της αγοράς αλλά και των καθυστερήσεων στη συγκρότηση των επιτροπών που προσδιορίζουν τις νέες τιμές. Προφανώς για τη λήψη της απόφασης να μέτρησαν και οι αντιδράσεις της αγοράς αλλά σε κάθε περίπτωση, η αναστολή της αύξησης, που είχε προγραμματιστεί για την 1η Ιανουαρίου 2011, δίνει μια εξάμηνη ανάσα στην κτηματαγορά.
Πάντως ο ετεροχρονισμός δεν αγγίζει τα σχέδια για ένταξη στο σύστημα χιλιάδων οικισμών που βρίσκονται σήμερα εκτός συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού και που θα σηκώσουν το κύριο βάρος των προσπαθειών ώστε να καλυφθούν οι απώλειες των προσδοκώμενων πρόσθετων εσόδων όπως περιγράφονται στο μνημόνιο και στον προϋπολογισμό.
Δηλαδή τα έσοδα που θα χαθούν από την εξάμηνη αναστολή της γενικής αναπροσαρμογής θα επιδιωχθεί να αντισταθμιστούν από την ένταξη των 5.000 οικισμών στο σύστημα από την 1η Ιανουαρίου. Κι αυτό γιατί η ένταξη των συγκεκριμένων οικισμών θα επιφέρει δραστική αύξηση των εσόδων από τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, το ύψος του οποίου προσδιορίζεται με βάση την αξία των ακινήτων που έχει ο φορολογούμενος στην κατοχή του την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.
Σήμερα η αξία των ακινήτων σε οικισμούς προσδιορίζεται με βάση εκτιμήσεις των κατά τόπους Εφοριών, με αποτέλεσμα μεγάλα ακίνητα και ειδικά εξοχικές κατοικίες σε τουριστικές περιοχές, κυρίως στα νησιά, να αποφεύγουν μεταξύ άλλων ΕΤΑΚ και ΦΜΑΠ ή να έχουν μικρές επιβαρύνσεις.
Το ενδιαφέρον για το νομό Λάρισας θα είναι πάντως αν ενταχθούν στο αντικειμενικό σύστημα και οι περιοχές της Νίκαιας, Τερψιθέας και Γιάννουλης, τα ακίνητα των οποίων προσδιορίζονται βάσει εκτιμήσεων και συγκριτικών στοιχείων από οικόπεδα και κτίσματα που βρίσκονται εκτός σχεδίου και εντός οικισμού. Δηλαδή και στις τρεις αυτές περιοχές πιθανόν να καθοριστούν ζώνες που θα καθορίζουν επακριβώς τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων.
Όσον αφορά στη γενική αναπροσαρμογή των αντικειμενικών, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του υπουργείου Οικονομικών, οι αντικειμενικές σταδιακά μέσα σε μια τριετία θα εξισωθούν και θα παρακολουθούν τις αγοραίες αξίες.
ΠΕΡΙΘΩΡΙΑ ΑΥΞΗΣΕΩΝ
Από τη μετάβαση στο νέο σύστημα κερδισμένοι θα βγουν φορολογούμενοι με ακίνητα των οποίων οι τιμές έχουν υποχωρήσει πολύ, με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται σε χαμηλότερα επίπεδα από τις αγοραίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι αντικειμενικές αξίες θα μειωθούν. Στις περισσότερες των περιπτώσεων όμως θα αυξηθούν και ειδικά στο νομό Λάρισας τα περιθώρια αυξήσεων είναι μεγάλα.
Προς το παρόν το Υπουργείο Οικονομικών δεν έχει καταλήξει στην ποσοστιαία μεταβολή της αύξησης αλλά το πιο πιθανό είναι ότι θα ενισχυθούν κάθε χρόνο τόσο, ώστε το 2013 αντικειμενικές και εμπορικές τιμές να είναι ισότιμες. Αυτό εν ολίγοις σημαίνει ότι στη Λάρισα οι αντικειμενικές τιμές έχουν περιθώριο να αυξηθούν την ερχόμενη τριετία έως και 80% περίπου. Ενδεικτικά στους Αμπελοκήπους, η εμπορική τιμή ενός καινούργιου ακινήτου αγγίζει σήμερα τα 1.400 ευρώ ανά τ.μ., ενώ η αντικειμενική τιμή είναι 850 ευρώ. Το ίδιο παρατηρείται και στην Τούμπα, όπου η αντικειμενική τιμή είναι 700 ευρώ και η εμπορική τιμή φτάνει και τα 1.300 ευρώ το τ.μ.
Παράλληλα, το υπουργείο Οικονομικών προτίθεται να προχωρήσει σε προσαρμογές των αφορολόγητων ορίων, όμως ακόμα δεν έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις. Να θυμίσουμε σήμερα πως τα αφορολόγητα όρια για την απόκτηση πρώτης κατοικίας ανέρχονται σε 200.000 ευρώ για τον άγαμο, 250.000 ευρώ για τον έγγαμο με προσαύξηση κατά 25.000 ευρώ για κάθε ένα από τα δύο πρώτα παιδιά και 30.000 ευρώ για το τρίτο και κάθε επόμενο τέκνο.