Περίπου 10.000 επιχειρήσεις ξύλου-επίπλου έβαλαν «λουκέτο» στο πέρασμα της δεκαετίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Βιοτεχνικών Σωματείων Κατεργασίας Ξύλου, Γιώργο Τάτση. Μιλώντας στην «Ε», στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του τοπικού Σωματείου την περασμένη Τρίτη στο Επιμελητήριο, ο κ.Τάτσης σημείωσε ότι οι τραγικές παραλείψεις σε επίπεδο πολιτικής, που δεν φρόντισαν για τη δημιουργία χώρων ή για την οργάνωση εξαγωγικού προσανατολισμού, είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη αποδυνάμωση του κλάδου. Σήμερα, η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη, καθώς το 70% των επαγγελματιών του κλάδου αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης. «Υπάρχουν πάρα πολλά καταστήματα, στα οποία δεν έχει πατήσει πελάτης για περισσότερους από δύο μήνες», αναφέρει και ο πρόεδρος του τοπικού Σωματείου, Ευάγγελος Τίκας.
Σύμφωνα με τον κ.Τάτση, μέχρι το 2.000, οι επιχειρήσεις ξύλου-επίπλου, συμπεριλαμβανομένων όλων των κατηγοριών, από τους μικρούς τεχνίτες ως τις πιο οργανωμένες μονάδες επίπλων, έφταναν τις 28.000 –σήμερα, εκτιμάται ότι ανέρχονται σε περίπου 18.000. Σύμφωνα με τον γραμματέα της Ομοσπονδίας, υπάρχουν ορισμένοι βασικοί λόγοι για αυτή την εξέλιξη: η απελευθέρωση των αγορών (Μάαστριχτ), η μη πρόβλεψη για δημιουργία βιοτεχνικών πάρκων οριοθετημένων και οργανωμένων, η μη αδειοδότηση των επιχειρήσεων, που βρίσκονται σε καθεστώς ομηρίας εξαιτίας των αλλαγών χρήσεων γης, η μη οργάνωση των εξαγωγών και οι αθρόες και ανεξέλεγκτες εισαγωγές από τρίτες χώρες. «Σήμερα, οι επιχειρήσεις ξύλου-επίπλου, όπως και όλες οι επαγγελματοβιοτεχνικές, αντιμετωπίζουν διπλή και τριπλή φορολόγηση της δραστηριότητάς τους, με τις πρώτες ύλες να είναι πανάκριβες και ανεξέλεγκτες ως προς την πιστοποίησή τους ότι δεν περιέχουν επικίνδυνες ουσίες (φορμαλδεϋδη), δεν γίνεται κανένας έλεγχος στα εισαγόμενα προϊόντα, την ίδια στιγμή που ανοίγουν επίσης αθρόα πολυκαταστήματα, με πολύ μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες και αντοχές», είπε.
ΔΕΝ ΠΡΟΩΘΗΘΗΚΕ
Απαντώντας σε ερώτηση της «Ε» στο γιατί δεν συνέβη το ίδιο και στις ιταλικές εταιρείες ή στο γιατί δεν συνεταιρίζονται οι επαγγελματίες του κλάδου, ο κ.Τάτσης υπογράμμισε ότι η μεν ιταλική πολιτεία φρόντισε να οργανώσει τη συγκεκριμένη αγορά, δίνοντας και χώρους και κίνητρα και σχέδιο στους Ιταλούς επιπλοπαραγωγούς και ξυλουργούς, στη δε Ελλάδα, το καθεστώς συγκρότησης και λειτουργίας συνεταιρισμών παραμένει εντελώς ασύμφορο –συν το ότι δεν υπάρχει χωροθέτηση της δραστηριότητας. «Με τις αλλαγές στη χρήση γης, πάρα πολλοί από εμάς αντιμετωπίζουμε σοβαρά προβλήματα με τις άδειές μας, λόγω χαμηλής-μεσαίας όχλησης ή εκθεσιακών χώρων. Αλλά δεν μπορούμε να πληρώσουμε τις τιμές ενοικίων που ζητούνται στις Βιομηχανικές Περιοχές», υπογράμμισε.
ΑΙΤΗΜΑΤΑ
Στα αιτήματα του κλάδου, πρώτο-πρώτο εμφανίζεται το ζήτημα της αδειοδότησης, μέχρις ότου να οριοθετηθούν οι χώροι για τη βιοτεχνική –και δη την επεξεργασία ξύλου-επίπλου- δραστηριότητα. «Το 70% των συναδέλφων αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τις άδειες. Έχουν είτε προσωρινή είτε καθόλου», σημείωσε ο κ.Τάτσης. Στα άλλα αιτήματα του κλάδου περιλαμβάνεται η μείωση της φορολογίας, καθώς και η πρόσβαση στη χρηματοδότηση, καθώς, με δεδομένη την υποχώρηση της ζήτησης για έπιπλα, πάρα πολλές επιχειρήσεις έχουν τρομερό πρόβλημα επιβίωσης. «Εννιά στα δέκα μαγαζιά μας έχουν πρόβλημα. Ακόμη και το μικρό μαγαζί της γειτονιάς. Υπάρχουν πάρα πολλά καταστήματα, στα οποία δεν έχει πατήσει πελάτης για περισσότερους από δύο μήνες», είπε με τη σειρά του ο πρόεδρος του Σωματείου Επιπλοποιών-Ξυλουργών Ν. Λάρισας, Ευάγγελος Τίκας.