Στη μείωση του βασικού της επιτοκίου κατά 0,25% στο ιστορικό χαμηλό του 1% πρόκειται για τη δεύτερη μείωση επιτοκίων το τελευταίο δίμηνο, η οποία καταδεικνύει την αλλαγή στρατηγικής που έχει υιοθετήσει ο νέος πρόεδρος της ευρωτράπεζας, Μάριο Ντράγκι. Η προηγούμενη μείωση, πάλι κατά 0,25%, είχε γίνει στις 3 Νοεμβρίου. Στη συνέντευξη Τύπου μετά την ανακοίνωση της απόφασης για τα επιτόκια, ο κ. Ντράγκι ανακοίνωσε την εισαγωγή δύο νέων εργαλείων ενίσχυσης της ρευστότητας των τραπεζών με διάρκεια 36 μηνών (και σταθερό επιτόκιο και δυνατότητα αποπληρωμής σε ένα έτος) και τη μείωση του επιτοκίου ασφαλείας για τις εγγυήσεις που δέχεται η ΕΚΤ από τις τράπεζες για την παροχή ρευστότητας, στο 1% από 2%.
Η μείωση του επιτοκίου ασφαλείας στις εγγυήσεις που δίνουν οι τράπεζες θα τεθεί σε ισχύ από τις 18 Ιανουαρίου. Παράλληλα, η ΕΚΤ θα δέχεται ως εγγυήσεις και καλυμμένους τίτλους (ΑΒS) με αξιολόγηση «Α». Ερωτηθείς για τις μελλοντικές κινήσεις της ΕΚΤ στο μέτωπο των επιτοκίων, αρνήθηκε να απαντήσει, ενώ ανέφερε ότι η απόφαση για τη χθεσινή μείωση δεν ήταν ομόφωνη.
Για τον πληθωρισμό, εκτίμησε ότι θα παραμείνει τους επόμενους μήνες πάνω από το 2% πριν αρχίσει να υποχωρεί κάτω από το όριο το οποίο η ΕΚΤ κρίνει συμβατό με τη σταθερότητα των τιμών.
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι ο κ. Ντράγκι είπε ότι, προς το παρόν, η ευρωτράπεζα δεν βλέπει υψηλή πιθανότητα εμφάνισης αποπληθωρισμού. Καθώς ο κ. Ντράγκι δεν βλέπει υψηλό κίνδυνο αποπληθωρισμού, λέει ουσιαστικά ότι η ΕΚΤ δεν θα τυπώσει χρήμα, δηλαδή δεν θα γίνει ο «πιστωτής έσχατης ανάγκης» που ζητούν πολιτικοί και οικονομολόγοι ώστε να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στη ζώνη του ευρώ. Εκτιμάται ότι η ΕΚΤ το επόμενο διάστημα θα αυξήσει τις αγορές ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, χωρίς όμως να προσεγγίσει εκείνη την κρίσιμη μάζα που θα αποκλιμακώσει τις πιέσεις στα ευρωπαϊκά κρατικά ομόλογα.
Πάντως, ο κ. Ντράγκι έσπευσε να διευκρινίσει ότι στις δηλώσεις που έκανε την περασμένη εβδομάδα («η ΕΚΤ θα ακολουθήσει με άλλα μέτρα αν επιταχυνθεί η δημοσιονομική ένωση») δεν εννοούσε απαραίτητα ότι θα αυξήσει τις παρεμβάσεις της στη δευτερογενή αγορά.