Σε απόφαση-«σταθμό» για τους βιομηχανικούς πελάτες μέσης τάσης της ΔΕΗ φαίνεται ότι καταλήγει η «διένεξη» της λαρισαϊκής εταιρείας με τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, καθώς η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας απευθύνει σύσταση για διαπραγμάτευση μεταξύ προμηθευτή και πελάτη, με στόχο την κατάρτιση εξατομικευμένου τιμολογίου ρεύματος, που να ανταποκρίνεται στο προφίλ της βιομηχανίας. Σύμφωνα με τη διοίκηση της Επιλέκτου, με την de facto εξίσωση των τιμολογίων στη μέση τάση, όπου πλέον αντιμετωπίζονται με ενιαίο τρόπο βιομηχανικές και μεγάλες εμπορικές δραστηριότητες, οι βιομηχανικοί πελάτες της ΔΕΗ βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια αύξηση του ενεργειακού τους κόστους της τάξης του 15%-20%, από τις αρχές του 2012, ενώ στην πράξη χρησιμοποιούν ρεύμα πολύ χαμηλότερου κόστους παραγωγής για τη ΔΕΗ, απ’ ό,τι τα πολυκαταστήματα και οι εμπορικές επιχειρήσεις.
Με βάση την απόφαση της ΡΑΕ, η ΔΕΗ καλείται να προχωρήσει σε αποτελεσματικές διαπραγματεύσεις με τη λαρισαϊκή κλωστοϋφαντουργία, ώστε να καταρτιστεί ένα τιμολόγιο που να ανταποκρίνεται στο προφίλ χρήση της «Επιλέκτου». Να σημειωθεί ότι το νομικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας παρείχε πολύ μεγάλη ευχέρεια στους πελάτες υψηλής τάσης (μεγάλες βιομηχανικές μονάδες) της ΔΕΗ για να προβαίνουν σε διαπραγματεύσεις με την εταιρεία, ωστόσο οι βιομηχανικοί πελάτες μέσης τάσης υποχρεώθηκαν να υποστούν αυξήσεις που, σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας, δημιουργούν ανυπέρβλητα εμπόδια στο λειτουργικό τους κόστος.
ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
Το κυριότερο επιχείρημα της «Επιλέκτου» ήταν το γεγονός ότι ως βιομηχανική μονάδα, έστω και μέσης τάσης, είχε σημαντικότατες καταναλώσεις κατά τις βραδινές ώρες, σε σταθερή βάση, κάτι που σημαίνει ότι χρησιμοποιούσε το ρεύμα που παραγόταν κυρίως από τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ, και όχι ρεύμα που καταναλώνεται από τους εμπορικούς πελάτες μέσης τάσης κατά τη διάρκεια της ημέρας, οπότε και η ζήτηση κορυφώνεται, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται ρεύμα που προέρχεται ή από εισαγωγές ή από παραγωγούς ΑΠΕ, ή συμπαραγωγούς. Παράλληλα, η διοίκηση της εταιρείας έκανε λόγο στην προσφυγή της για υπέρμετρη αύξηση των λειτουργικών της εξόδων, εξαιτίας της επιβολής της εξίσωσης των πελατών στη μέση τάση. Σύμφωνα με την «Επίλεκτο», το ενεργειακό κόστος πλέον ανέρχεται σε 39% των λειτουργικών της δαπανών, ενώ στην αμέσως προηγούμενη χρήση το κόστος αυτό ήταν της τάξης του 29%. «Το κόστος αυτό επηρεάζει αρνητικότατα την ανταγωνιστική θέση της εταιρείας στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά, δυσχεραίνοντας ή και καθιστώντας ανέφικτες τις εξαγωγές της, καθώς αδυνατούμε να προσφέρουμε σε στοιχειωδώς ανταγωνιστικές τιμές τα προϊόντα μας», επισημαίνει η διοίκηση της «Επίλεκτος».
«ΔΡΟΜΟΣ»
Η απόφαση αυτή της ΡΑΕ μπορεί να λειτουργήσει ως «πιλότος» για ανάλογα αιτήματα και άλλων βιομηχανικών επιχειρήσεων μέσης τάσης, από τη στιγμή που θα είναι σε θέση να αποδείξουν το προφίλ τους. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, στο σκεπτικό της απόφασης της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, γίνεται, εμμέσως, δεκτό το ότι δεν μπορεί να αποκλείεται η δυνατότητα διαπραγμάτευσης μεταξύ προμηθευτή και πελάτη, εξαιτίας της κατηγοριοποίησης στη μέση τάση, ενώ επισημαίνονται και οι επιπτώσεις της δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως μετά την απόσυρση από την αγορά αρκετών εναλλακτικών προμηθευτών.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΒΖ
Στο μεταξύ, σύμφωνα με στέλεχος της διοίκησης της «Επιλέκτου», η εταιρεία τελεί σε αναμονή των εξελίξεων αναφορικά με το διαγωνισμό για την ΕΒΖ, καθώς με το διαχωρισμό της ΑΤΕ σε «καλή» και «κακή» τράπεζα, την παραχώρηση του υγιούς κομματιού σε ιδιωτικό τραπεζικό όμιλο και την μεταφορά της υπόθεσης της ΕΒΖ στο ΤΑΙΠΕΔ, δεν έχουν ξεκαθαριστεί οι λεπτομέρειες που αφορούν τις υποχρεώσεις της Βιομηχανίας Ζάχαρης. «Περιμένουμε να μας καλέσουν», είπε το στέλεχος στην «Ε». Περαιτέρω εξελίξεις στην υπόθεση, πάντως, δεν αναμένονται πριν από τις 20 Αυγούστου.