Του Γιώργου Νούλη
Καλοκαιρινός μποναμάς σε χιλιάδες καταναλωτές που πληρώνουν στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, αναμένεται να αποτελέσει η βέβαιη, κατά τους οικονομικούς αναλυτές και τις χρηματαγορές, η μείωση του επιτοκίου του ευρώ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι αναμένεται να ανακοινώσει αύριο την τρίτη κατά σειρά μείωση του βασικού παρεμβατικού της επιτοκίου αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του πέρυσι, καθώς η ΕΚΤ εντείνει τις προσπάθειές της να αντιμετωπίσει τις δυσμενείς συνέπειες από την μακρόχρονη οικονομική κρίση στην ευρωζώνη.
Η προβλεπόμενη μείωση του κύριου επιτοκίου αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ κατά 0,25% στο 0,75% αναμένεται έπειτα από τις κινήσεις που αποφασίστηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ την περασμένη εβδομάδα για να καθησυχαστούν οι χρηματαγορές και να τονωθεί η ανάπτυξη. Αυτή μάλιστα θα είναι η πρώτη φορά που τα κόστη δανεισμού στην 17μελή ευρωζώνη θα πέσουν κάτω από το 1% από την δημιουργία της νομισματικής ένωσης πριν από 12 χρόνια και πλέον.
Τα επιτόκια παρέμεναν στο ίδιο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2011, όταν είχαν μειωθεί στο 1% ενώ θα πρόκειται για την τρίτη περικοπή του επιτοκίου τον τελευταίο χρόνο κατά τη διάρκεια της θητείας του Ντράγκι, από τα επίπεδα του 1,50% στα οποία το είχε αφήσει ο προκάτοχός του Ζαν-Κλοντ Τρισέ.
Με δεδομένο ότι οι τραπεζικές εργασίες στον τομέα των χορηγήσεων κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει ουσιαστική θετική επίδραση στους παλαιούς δανειολήπτες, οι οποίοι εφόσον έχουν επιλέξει κυμαινόμενα επιτόκια θα δουν τη μηνιαία τους δόση να μειώνεται από τον ερχόμενο Αύγουστο. Συνεπώς η μείωση θα δώσει μεγάλη «ανάσα» σε χιλιάδες δανειολήπτες με χρέη σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια καθώς η αναπροσαρμογή των επιτοκίων του ευρώ οδηγεί σε ταυτόχρονη πτώση του διατραπεζικού επιτοκίου Euribor. Παράλληλα, κερδισμένες βγαίνουν και οι τράπεζες, καθώς πληρώνουν φθηνότερα τη ρευστότητα τους από την ΕΚΤ μια και το κόστος δανεισμού ισούται με το βασικό επιτόκιο του ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση η κρίση χρέους στην ευρωζώνη θα διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα τα επιτόκια δανεισμού για αρκετούς μήνες ακόμα. Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερης σημασίας για όσους εξοφλούν στεγαστικά δάνεια, τα οποία λόγω του μεγάλου ύψους τους και της μακράς τους διάρκειας επηρεάζουν στις περισσότερες περιπτώσεις σε σημαντικό βαθμό τον προϋπολογισμό ενός νοικοκυριού.
ΠΟΙΟΙ ΘΑ ΕΥΝΟΗΘΟΥΝ
Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι πρώτοι κερδισμένοι από την αναμενόμενη απόφαση της ΕΚΤ θα είναι όσοι δανειολήπτες έχουν δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο που εξαρτάται από το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ. Πρόκειται στην πλειονότητά τους για παλιά στεγαστικά δάνεια τα οποία έχουν συναφθεί εδώ και 3-5 χρόνια. Όσοι ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, θα δουν τη δόση τους να μειώνεται άμεσα, στην επόμενη κιόλας ειδοποίηση που θα πάρουν από την τράπεζά τους.
Σε απόλυτες τιμές, σήμερα ένα 20ετές στεγαστικό δάνειο 150.000 ευρώ µε κυµαινόµενο επιτόκιο 4% (επιτόκιο ΕΚΤ 1% πλέον τραπεζικού περιθωρίου 3%) επιβαρύνεται με δόση 909 ευρώ τον μήνα. Αν τον Ιούλιο ή κάποια στιγμή αργότερα το επιτόκιο πέσει στο 0,75%, η δόση για το ίδιο δάνειο μειώνεται στα 890 ευρώ (δηλαδή 19 ευρώ χαμηλότερα σε σχέση με σήμερα), ενώ αν πέσει στο 0,5% η δόση μειώνεται στα 870 ευρώ (δηλαδή 39 ευρώ χαμηλότερα σε σχέση με σήμερα).
Επίσης για να γίνει πιο κατανοητό για κάθε 1.000 ευρώ υπολοίπου σε στεγαστικό δάνειο με εναπομένουσα διάρκεια αποπληρωμής τα 20 έτη, κάθε περικοπή του επιτοκίου κατά 0,25% συνεπάγεται τη μείωση της δόσης κατά 0,13 ευρώ περίπου. Άρα για δάνειο 50.000 ευρώ η δόση μειώνεται κατά 6,55 ευρώ, για 100.000 ευρώ κατά 13,1 ευρώ, για 200.000 ευρώ κατά 26,2 ευρώ κ.ο.κ.
Κερδισμένοι βγαίνουν και εκείνοι που έχουν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο που εξαρτάται από το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor. Η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς η πλειονότητα των δανείων - στεγαστικών και καταναλωτικών - με κυμαινόμενο επιτόκιο που έδωσαν οι τράπεζες την τελευταία τριετία εξαρτάται από το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor. Άρα και σε αυτήν την περίπτωση οι δανειολήπτες παίρνουν βαθιά ανάσα.
Στον αντίποδα, δεν εκμεταλλεύονται το όφελος από τη μείωση των επιτοκίων εκείνοι που έχουν «κλειδώσει» το δάνειό τους σε σταθερό επιτόκιο. Στην περίπτωσή τους η δόση παραμένει αμετάβλητη ώσπου να ολοκληρωθεί η σταθερή περίοδος. Στη συνέχεια, τα χρήματα που θα πληρώσουν θα υπολογιστούν με βάση τα τότε δεδομένα.
Παράλληλα, κερδισμένες από την κίνηση της ΕΚΤ βγαίνουν και οι ίδιες οι τράπεζες καθώς μειώνεται το κόστος δανεισμού τους από την ΕΚΤ. Έτσι, οι τράπεζες όχι μόνο εξισορροπούν τις απώλειες από τη μείωση των επιτοκίων προς τους πελάτες τους αλλά και βγαίνουν κερδισμένες καθώς τα χρήματα που έχουν αντλήσει από την ΕΚΤ είναι πολλαπλάσια από τα δάνεια που έχουν δώσει.
Βέβαια άγνωστη παραμένει πάντως η πολιτική που θα ακολουθήσουν οι τράπεζες ως προς τα επιτόκια που καθορίζουν οι ίδιες. Τα νέα σταθερά επιτόκια σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια αλλά και το κόστος των πιστωτικών καρτών διαμορφώνονται από τις τράπεζες και δεν εξαρτώνται άμεσα από το επιτόκιο της ΕΚΤ. Στο παρελθόν, οι αυξήσεις του επιτοκίου του ευρώ αποτελούσαν αφορμή για τουλάχιστον αντίστοιχη άνοδο στο κόστος του χρήματος. Τώρα όμως, με δεδομένη την αύξηση των επισφαλειών, είναι αμφίβολο αν θα ακολουθήσουν την ίδια πρακτική επιλέγοντας αντ' αυτού να απορροφήσουν προς ίδιον όφελος τουλάχιστον ένα μέρος από τη μείωση.