«Αρχίζουμε να πετυχαίνουμε αποτελέσματα» είναι τα λόγια του Έλληνα υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα, τα οποία επέλεξε η οικονομική εφημερίδα Λεζ Εκό, για να τιτλοφορήσει τη συνέντευξη που παραχώρησε στη γνωστή δημοσιογράφο Κατρίν Σατινιού, σύμφωνα με τηλεγράφημα του ΑΜΠΕ. Κληθείς να σχολιάσει την ευελιξία που επέδειξε η Ευρώπη δίνοντας μια παράταση σε ορισμένες χώρες όπως η Γαλλία, ο υπουργός δήλωσε ότι δέχεται «απόλυτα» την πολιτική αυτή που είναι σε αντίθεση με την επιβληθείσα «κοντόφθαλμη» πολιτική προς την Ελλάδα.
«Όταν η κρίση βρισκόταν στο αποκορύφωμά της, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, δεν κατέβαλε ούτε ένα ευρώ στην Ελλάδα, επί 11 μήνες το 2012, γιατί φοβόταν ότι η χώρα θα έβγαινε από το ευρώ. Αυτό συνιστά ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα κοντόφθαλμης πολιτικής» είπε ο υπουργός και πρόσθεσε: Τώρα και η Ελλάδα, έλαβε τον περασμένο Νοέμβριο, μια παράταση δύο χρόνων μέχρι το 2016. Σήμερα, έχουμε όλοι μας καταλάβει ότι μόνη της, η δημοσιονομική προσαρμογή, χωρίς να συνοδεύεται από πρωτοβουλίες ανάπτυξης, φέρνει τη λιτότητα και βάζει σε δοκιμασία μεγάλα τμήματα της κοινωνίας».
Σχετικά με το πόσο άσχημη ήταν ευθύς εξ' αρχής από την ελληνική ηγεσία η διαχείριση της κρίσης στη χώρα, ο κ. Στουρνάρας εξήγησε: «Το 2010 κανένας δεν ήταν έτοιμος. Ούτε η Ελλάδα, ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός διάσωσης. Τα πράγματα είναι καλύτερα σήμερα, αλλά η Ελλάδα υπέφερε πολύ, αφού έχασε από το 2008, το 25% του πλούτου της. Ήταν μια δοκιμασία εξαιρετικά επίπονη, την οποία κανένας δεν θα ήθελε να ξαναζήσει. Για την αποφυγή της, θα έπρεπε να υπήρχε ένας μηχανισμός χρηματοπιστωτικής διάσωσης, μια τραπεζική ένωση, δηλαδή όλα εκείνα τα στοιχεία που υπάρχουν σήμερα στο τραπέζι των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης».
Υπογράμμισε ότι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, η τραπεζική ένωση θα πρέπει να ενεργοποιηθεί σε όλο της το εύρος, διότι εάν υπάρξει καθυστέρηση, θα αφήσουμε πάλι ακάλυπτη την ευρωζώνη. Αναγνώρισε παράλληλα τις «βαριές ευθύνες» που έχει και η Ελλάδα. «Τη δεκαετία του 2000, οι κυβερνήσεις άφησαν ανεξέλεγκτα τα ελλείμματα, εξωτερικά και εσωτερικά, ο δημόσιος τομέας είχε διογκωθεί υπερβολικά όπως επίσης και οι μισθοί» εξήγησε. Ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι η Ελλάδα έχει αρχίσει να πετυχαίνει «καλά αποτελέσματα», αφού πέρυσι κατέγραψε ένα πρωτογενές δημόσιο έλλειμμα (εκτός πληρωμών του χρέους) της τάξεως του 1,2% του ΑΕΠ δηλαδή καλύτερο από το προβλεπόμενο 1,5% του ΑΕΠ. Επίσης, τους τέσσερις πρώτους μήνες του 2013 το έλλειμμα είναι μόνο 300 εκατ. ευρώ αντί για 3 δισ. ευρώ που προβλέπονταν αρχικά, είπε ο υπουργός, σημειώνοντας ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τον τουρισμό που εάν φέρει στην Ελλάδα πάνω από 16 εκατ. τουρίστες, «τότε οι στόχοι θα επιτευχθούν» υπογράμμισε.
Στην παρατήρηση της δημοσιογράφου ότι ο ΟΟΣΑ προβλέπει μια ακόμα αρνητική ανάπτυξη για το 2014, ο υπουργός απάντησε: «Εγώ είμαι αισιόδοξος ότι θα επανέλθει η ανάπτυξη από το ερχόμενο έτος. Μετά από πολλά τρίμηνα πτώσης της παραγωγής, βρισκόμαστε σε καλό δρόμο. Μην υποτιμάτε τη βελτίωση του ισοζυγίου πληρωμών. Ένα μέρος της προσαρμογής προέρχεται από τη μείωση των εισαγωγών, αλλά ένα άλλο μέρος εξηγείται από την άνοδο των εξαγωγών που στηρίζεται στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών μισθών. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 5,1% μέσα στους πρώτους μήνες του 2013. Η μείωση των τιμών, που αναμενόταν εδώ και πολύ καιρό, ξεκίνησε από τον Μάρτιο. Αυτό είναι προς όφελος της ανταγωνιστικότητας καθώς επίσης και της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων».
Ο κ. Στουρνάρας απαντώντας σε άλλο ερώτημα για πιθανή αναδιάρθρωση του χρέους παρατήρησε ότι, κατά τη Σύνοδο της Ευρωομάδας (Eurogroup) τον Νοέμβριο συζητήθηκε ότι εφ' όσον η Ελλάδα πετύχαινε πρωτογενές πλεόνασμα, θα λαμβάνονταν μέτρα για τη μείωση του δημοσίου χρέους. «Νομίζω ότι μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι, θα είμαι σε θέση να ζητήσω από τους συναδέλφους μου την εφαρμογή αυτής της απόφασης. Η Ελλάδα το αξίζει» υπογράμμισε.
Σε μια τελευταία ερώτηση κατά πόσον η κοινή γνώμη και η κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα αντέξουν μέσα στον χρόνο, ο υπουργός δήλωσε: «Έχω εμπιστοσύνη, γιατί οι συναντήσεις στις οποίες συμμετέχω χαρακτηρίζονται από μια υψηλή κατανόηση της αναγκαιότητας συμβιβασμού. Υπάρχουν αντιπαραθέσεις, κατά καιρούς έντονες, χωρίς να υπάρχει όμως η θέληση να πέσει η κυβέρνηση. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι παρά τις δυσκολίες τους οι Έλληνες υποστηρίζουν περισσότερο την κυβέρνηση γιατί έχουν αρχίσει να βλέπουν φως στο τούνελ», κατέληξε ο υπουργός.