Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να μειώσει σήμερα το βασικό επιτόκιο της, καθώς η οικονομία της Ευρωζώνης βυθίζεται στην ύφεση και ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει σημαντικά. Έρευνα του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς την περασμένη εβδομάδα —πριν από την ανακοίνωση των στοιχείων για τη μείωση του πληθωρισμού τον Απρίλιο— που έγινε μεταξύ 76 οικονομολόγων έδειξε ότι μία μικρή πλειοψηφία τους προέβλεπε μείωση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ στο 0,50% από 0,75%. Σε έρευνα του πρακτορείου ειδήσεων Bloomberg μεταξύ 70 οικονομολόγων, οι 44 από αυτούς προβλέπουν επίσης ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε μία τέτοια κίνηση.
Οι προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης έχουν γίνει πιο σκοτεινές τις τελευταίες εβδομάδες, μετά τη δήλωση του Προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ότι η τράπεζα είναι έτοιμη να δράσει, εφόσον χρειασθεί. Η ανεργία έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο, ενώ ο πληθωρισμός σημείωσε τη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση σε διάστημα μεγαλύτερο της 4ετίας, υποχωρώντας στο 1,2%, πολύ κάτω από το στόχο της ΕΚΤ που είναι 2% ή ελαφρά χαμηλότερος. Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι μία μείωση του επιτοκίου θα είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, που είναι σε εξέλιξη στη Μπρατισλάβα. Ωστόσο, οι αμφιβολίες για το αν η μείωση αυτή θα συνέβαλε σημαντικά στην ώθηση των ασθενέστερων οικονομιών της Ευρωζώνης, μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικές απόψεις στο ΔΣ της τράπεζας.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Βίτορ Κονστάντσιο δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι υπάρχει περιθώριο για τη μείωση των επιτοκίων, επαναλαμβάνοντας την ετοιμότητα της τράπεζας να δράσει, εφόσον θα υπήρχε περαιτέρω επιδείνωση της οικονομίας, προσθέτοντας ότι αυτή είναι δυστυχώς η κατάσταση. Οι συνέπειες, όμως, από τη μείωση του επιτοκίου είναι αμφισβητήσιμες και δεν είναι όλοι υπέρ αυτής. Η γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η ΕΚΤ θα έπρεπε να αυξήσει τα επιτόκια, αν έπρεπε να λάβει υπόψη της μόνο τη Γερμανία.
Ο Νότος της Ευρωζώνης δεν ωφελείται στον ίδιο βαθμό (όπως ο Βορράς) από τα πολύ χαμηλά επιτόκια της ΕΚΤ, καθώς οι τράπεζές του χρεώνουν με υψηλότερα επιτόκια τα δάνεια στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από ό,τι οι τράπεζες στον Βορρά, λόγω του υψηλότερου κόστους που έχουν για την άντληση κεφαλαίων και των υψηλότερων πιστωτικών κινδύνων. Η ΕΚΤ έχει εκφράσει επανειλημμένα την ανησυχία της για τις επιπτώσεις της κατάστασης αυτής στον δανεισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες δεν έχουν εναλλακτικές επιλογές από τον τραπεζικό δανεισμό . Η ΕΚΤ ανέφερε ότι εξετάζει προτάσεις για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό, αλλά δεν αναμένονται σημαντικές αποφάσεις σήμερα.