Πλήρη άγνοια για τη διάταξη που περιλήφθηκε σε νομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και προέβλεπε την επιτόπια βεβαίωση φορολογικής παράβασης και επιβολή προστίμου ύψους 1.000 ευρώ από εφοριακούς, αλλά και από αστυνομικούς, σε περιπτώσεις μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης αποδείξεων, έχουν στενοί συνεργάτες του υπ. Οικονομικών Γ. Στουρνάρα.
Η σχετική διάταξη που περιλήφθηκε στο άρθρο 33 του σχεδίου νόμου «Ρυθμίσεις Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις», που τέθηκε προχθες σε δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και η οποία αποσύρθηκε χθες, δεν ήταν σε γνώση του υπ. Οικονομικών. Η διάταξη προέβλεπε πως όποιος δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβείς αποδείξεις λιανικών συναλλαγών τιμωρείται, πέραν των λοιπών προβλεπόμενων κυρώσεων, με διοικητικό πρόστιμο 1.000 ευρώ. Αν η αξία της συναλλαγής, για την οποία δεν εκδόθηκε ή εκδόθηκε ανακριβώς η απόδειξη, υπερβαίνει το ποσό των 1.000 ευρώ, τότε επιβάλλεται πρόστιμο στο διπλάσιο της αξίας της απόδειξης.
Σε ερώτηση για το ποιος έλαβε την πρωτοβουλία για την εν λόγω διάταξη, οι συνεργάτες του κ. Στουρνάρα παρέπεμψαν στα υπουργεία Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Δημόσιας Τάξης. Η αποσυρθείσα διάταξη προέβλεπε πως αρμόδια όργανα για την βεβαίωση των προστίμων θα είναι τα ελεγκτικά όργανα του υπουργείου Οικονομικών, αλλά και το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας. Μάλιστα, προέβλεπε πως ο τύπος του εντύπου βεβαίωσης φορολογικής παράβασης και η διαδικασία βεβαίωσης, επιβολής και είσπραξης του διοικητικού προστίμου θα έπρεπε να καθορισθεί με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.