Του Γιώργου Νούλη
Ανοικτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο που απαγορεύει τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας με αποτέλεσμα να αρθεί έστω και μερικώς η απαγόρευση αυτή από το 2014 άφησε το Υπουργείο Ανάπτυξης. Μιλώντας προχθές στη Βουλή ο κ. Χατζηδάκης επισήμανε μεταξύ άλλων πως «στη διαπραγμάτευση που θα γίνει με την τρόικα θα εξαντληθούν τα περιθώρια, προκειμένου να βρεθεί μια κοινωνικά δίκαιη λύση, τονίζοντας πως η τρόικα έχει τις απόψεις της και η κυβέρνηση τις δικές της.
Οι δηλώσεις αυτές του υπουργού που προφανώς και δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο μερικής άρσης της απαγόρευσης των πλειστηριασμών ήταν αντίστοιχες των πρόσφατων δηλώσεων του υφυπουργού κ. Σκορδά, ο οποίος έλεγε πως οι όποιες αποφάσεις πρέπει να ληφθούν έγκαιρα και όχι πυροσβεστικά την τελευταία στιγμή. Σημειώνεται πως σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να ανακοινώσει την έκθεση αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος στην οποία αναμένεται να εμπεριέχεται η αναφορά για άρση της απαγόρευσης ενώ οι αποφάσεις θα ληφθούν τους τελευταίους μήνες του έτους, οπότε και λήγει η σχετική απαγόρευση των πλειστηριασμών.
Να επισημάνουμε πως το θέμα απασχολεί ιδιαίτερα τους Λαρισαίους πολίτες καθώς σύμφωνα με φορείς της αγοράς, το ΙΝΚΑ Θεσσαλίας και την Ένωση Ιδιοκτητών Ακινήτων, τουλάχιστον 5.000 νοικοκυριά κινδυνεύουν να χάσουν, αν δεν υπάρξουν προυποθέσεις, να χάσουν την κατοικία τους.
ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΣΗΜΕΡΑ
Να σημειώσουμε δε πως σήμερα προστατεύονται από τη διαδικασία πλειστηριασμού, όλα τα ακίνητα -είτε είναι οικόπεδα, κατοικίες ή επαγγελματική στέγη- για ποσό αντικειμενικής αξίας μέχρι 200.000 ευρώ μέχρι και το τέλος του χρόνου. Επίσης σύμφωνα με το νόμο 3869/2010 (γνωστός ως νόμος Κατσέλη) για τον μεμονωμένο δανειολήπτη, δεν μπορεί να βγει σε πλειστηριασμό το ένα και μοναδικό ακίνητο του ακόμα και αν η οφειλή του είναι άνω των 200.000 ευρώ. Η προστασία παύει για ύψος οφειλής που υπερβαίνει τις 300.000 ευρώ. Το ποσό προστασίας από πλειστηριασμό για ένα άτομο υπολογίζεται με βάση το αφορολόγητο πρώτης κατοικίας -που είναι 200.000 ευρώ σήμερα- το οποίο προσαυξάνεται κατά 50%, δηλαδή 300.000 ευρώ.
Συνεπώς για τον άγαμο, το αφολόγητο πρώτης κατοικίας είναι 200.000 ευρώ, οπότε το όριο προστασίας ανεβαίνει στις 300.000 ευρώ ενώ για το ζευγάρι το αφορολόγητο α΄ κατοικίας είναι 250.000 ευρώ, επομένως το όριο προστασίας υπολογίζεται με προσαύξηση 50%, δηλαδή το ποσό ανεβαίνει στις 375.000.
Για ζευγάρι με παιδιά το ποσό αυξάνεται κατά 25.000 για κάθε παιδί. Δηλαδή ζευγάρι με 2 παιδιά έχει αφορολόγητο 300.000 ευρώ, και το όριο προστασίας από τους πλειστηριασμούς για την πρώτη κατοικία υπολογίζεται με προσαύξηση 50% και φθάνει τις 450.000 ευρώ.
Επίσης για το όριο των 200.000 ευρώ να διευκρινίσουμε ότι το ακατάσχετο των 200.000 ευρώ ισχύει και προστατεύει όλα τα ακίνητα του δανειολήπτη, που έχει χρέος ως 200.000 ευρώ σε μία τράπεζα.
Αν το ύψος της οφειλής του είναι π.χ. 201.000 ευρώ, τότε διασώζεται μεν η πρώτη κατοικία, όμως μπορεί να κινηθεί διαδικασία πλειστηριασμού για άλλα ακίνητα που του ανήκουν, όπως οικόπεδα, χωράφια, καταστήματα, εξοχική κατοικία. Το ακατάσχετο των 200.000 ευρώ περιλαμβάνει και εμπορικά ακίνητα.
ΤΙ ΣΧΕΔΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ
Πάντως ο σχεδιασμός που έχει ήδη γίνει προβλέπει τη μείωση του ορίου της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Σύμφωνα με τις προτάσεις που επεξεργάστηκε το υπουργείο υπάρχει σκέψη το όριο θα μειωθεί σε πρώτη φάση κατά 50.000 ευρώ με προοπτική την περαιτέρω μείωση ανά εξάμηνο ή ακόμα και χρόνο. Με τον τρόπο αυτό, η προστασία θα περιοριστεί σε πρώτη φάση στα ακίνητα αντικειμενικής αξίας 150.000 ευρώ, για να μειωθεί στη συνέχεια στις 100.000 κ.ο.κ., έως ότου μηδενιστεί και απελευθερωθεί πλήρως η αγορά.
Ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι η εξασφάλιση της σύμφωνης γνώμης της τρόικας, η οποία πιέζει για άμεση απελευθέρωση του προστατευτικού πλαισίου καθώς η κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί να κάμψει την πίεση που της ασκείται, παρουσιάζοντας ένα ρεαλιστικό σχέδιο και επικαλούμενη, φυσικά, τη μεγάλη ύφεση της οικονομίας και τη δραματική μείωση στα εισοδήματα των νοικοκυριών.
Σε κάθε άλλη περίπτωση μια βίαιη κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας θα υποχρέωνε τις τράπεζες –σε μια προσπάθεια να κρατήσουν τις τιμές και να μην πληγούν τα κεφάλαιά τους– να αγοράζουν οι ίδιες τα ακίνητα που σήμερα προστατεύονται και τα οποία θα έβγαιναν σε αυτή την περίπτωση σε πλειστηριασμό. Η πρακτική αυτή θα προσέθετε ένα νέο στοκ ακινήτων στην κτηματαγορά, που διατηρούν στην κατοχή τους οι κατασκευαστές. Αντίθετα, η σταδιακή απελευθέρωση θα λειτουργούσε ως ψυχολογική πίεση σε οφειλέτες, που κάνοντας κατάχρηση της απαγόρευσης έχουν εγκαταλείψει την προσπάθεια για σταδιακή αποπληρωμή των στεγαστικών τους δανείων.