Να είναι το ξεκίνημα της αναθέρμανσης της κτηματαγοράς; Να είναι το «φρένο» στην πολύχρονη πτωτική τάση της ή μια συγκυριακή ανάκαμψη; Τα προσωρινά στοιχεία της Στατιστικής για το μέγεθος της οικοδομικής δραστηριότητα τόσο στη Θεσσαλία όσο και στην Επικράτεια δείχνουν μια θεαματική μεταβολή η οποία βέβαια οφείλεται και στη λήξη της προθεσμίας (25/11/2013) υποβολής φακέλων για άδειες οικοδομής με το παλιό νομικό καθεστώς του ΓΟΚ εξηγείται από το γεγονός ότι είναι ενθαρρυντικά. Τον περασμένο Νοέμβριο ο αριθμός των αδειών στη Θεσσαλία εμφανίζεται αυξημένος σε ποσοστό 7,8% (εκδόθηκαν 69 έναντι 64), που αντιστοιχούν σε 13,6 χιλιάδες m2 επιφάνειας (ποσοστό αύξησης 36%) και 55,6 χιλιάδες m3 όγκου (ποσοστό αύξησης 39,5%) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2012.
Το μέγεθος ιδιωτικής δραστηριότητας, στο σύνολο της χώρας, ανήλθε σε 1.554 οικοδομικές άδειες, που αντιστοιχούν σε 308,7 χιλιάδες m2 επιφάνειας και 1.280,4 χιλιάδες m3 όγκου, παρουσίασε δηλαδή, αύξηση κατά 35,1% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 62,7% στην επιφάνεια και κατά 89,2% στον όγκο, σε σχέση με τον περσινό Νοέμβριο.
Βέβαια για το διάστημα από Ιανουάριο έως και Νοέμβριο τα στοιχεία είναι αρνητικά καθώς για μεν τη Θεσσαλία το ποσοστό του αριθμού αδειών είναι μειωμένο κατά 25,8% (καθώς εκδόθηκαν 933 άδειες έναντι 1257 το αντίστοιχο 11μηνο πέρυσι, ενώ η επιφάνεια και ο όγκος που οικοδομήθηκε σημείωσε πτώση 27,8% και 23,6% αντίστοιχα.
Η ιδιωτική πάντα οικοδομική δραστηριότητα, στο σύνολο της χώρας, εμφανίζει μείωση κατά 27,5% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 26,7% στην επιφάνεια και κατά 23,8% στον όγκο, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο Ιανουαρίου- Νοεμβρίου 2012.
Η ΥΠΕΡΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ
Τα στοιχεία αυτά βέβαια δεν είναι αποκαλυπτικά της τάσης που προδιαγράφεται αλλά ωστόσο δίνουν μια αναλαμπή αισιοδοξίας σε μια αγορά που πλήττεται φορολογικά.
Η εικόνα από το φορολογικό «μέτωπο», για την απόκτηση κατοικίας μόνο ευνοϊκή δεν είναι δεν είναι καθώς το 2013 οι εισπράξεις φόρων περιουσίας διαμορφώθηκαν σε 4 δισ. Και αν μάλιστα υπολογιστούν και τα έσοδα από τους φόρους παρελθόντων ετών (ΦΑΠ 2010, 2011, 2012, 2013 και ΕΕΤΗΔΕ 2012, ΕΕΤΑ 2013), το ποσό φέτος θα ξεπεράσει τα 5 δισ. ευρώ. Είναι λοιπόν προφανές ότι με τέτοια υπερφορολόγηση, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ανάκαμψη της αγοράς κατοικίας, καθώς η πλειονότητα των νοικοκυριών δεν σχεδιάζει απόκτηση ακινήτου, ανεξάρτητα από το ύψος του τιμήματος.
ΤΑ ΘΕΤΙΚΑ ΣΗΜΑΔΙΑ
Πάντως ας μην αγνοήσουμε τις πρόσφατες εκτιμήσεις του πιστοληπτικού οίκου αξιολόγησης Fitch, που θεωρεί πως η αγορά οδεύει προς την ολοκλήρωση του καθοδικού της κύκλου.
Κατά τη Fitch να θυμίσουμε πως η πτώση των τιμών κατά το τρίτο τρίμηνο του 2013, σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο, δεν ξεπέρασε το 0,9%, δείγμα ότι η αγορά οδεύει προς την ολοκλήρωση του καθοδικού της κύκλου. Με βάση την πιο πρόσφατη αυτή πρόβλεψη, η Fitch προσδιορίζει τη συνολική μείωση των τιμών των κατοικιών από την αρχή της κρίσης σε 38% κατά μέσο όρο. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι σε περίπτωση που δεν είχε παραταθεί για ακόμα ένα έτος η προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, η πτώση των τιμών θα ήταν ανεξέλεγκτη, λόγω της ταυτόχρονης προσθήκης χιλιάδων ακινήτων σε χαμηλές τιμές.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, στελέχη της αγοράς τόνιζαν πως ακόμα κι αν είχαν απελευθερωθεί οι πλειστηριασμοί, οι τράπεζες δεν θα προχωρούσαν σε μαζικούς πλειστηριασμούς, ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, δηλαδή να προστατεύσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις τιμές.
Κατά τη Fitch, στα θετικά σημάδια της αγοράς κατοικίας συγκαταλέγεται το γεγονός ο όγκος των συναλλαγών έχει ήδη αρχίσει να βελτιώνεται, αφενός λόγω της υποχώρησης των τιμών, αφετέρου λόγω των χαμηλών επιτοκίων. Το κλίμα αυτό αναμένεται να παγιωθεί κατά το 2014, αν και αρνητικά θα εξακολουθήσει να επιδρά η συνεχιζόμενη προσπάθεια των τραπεζών να εξορθολογίζουν τα χαρτοφυλάκια των δανείων τους. Οι τράπεζες έδωσαν έμφαση σχεδόν αποκλειστικά στις ρυθμίσεις δανείων και προφανώς αυτό θα κάνουν και φέτος. Συνεπώς για να διοχετευθούν περισσότερα κεφάλαια στη στεγαστική πίστη, θα πρέπει πρώτα να βελτιωθεί η ζήτηση για αγορά κατοικιών. Με τα σημερινά δεδομένα της ανεργίας ρεκόρ και της υψηλής φορολογικής επιβάρυνσης είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα υπάρξει αυξημένη ζήτηση, ικανή να τροφοδοτήσει και την αγορά στεγαστικών δανείων.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ