Στη συνάντηση που έγινε με τον πρόεδρο της ΒΙΠΕ κ. Ευάγγελο Γκάγκο, τα μέλη της διοίκησης κ. Κώστα Θεοδωρόπουλο, Αλκιβιάδη Ζιάκα και Δημήτρη Μίχο (οι δύο τελευταίοι είναι υποψήφιοι με την «Επιμελητηριακή Σύμπραξη») καθώς και με τους υποψήφιους με την «Επιμελητηριακή Σύμπραξη» κ.κ. Κώστα Τσουκαλά, Άγγελο Βράκα και Νικόλαο Σκούφα, συζητήθηκαν διεξοδικά όλα τα ζητήματα που αφορούν τη βιομηχανική δραστηριότητα στην περιοχή μας.
Ο κ. Γκάγκος τόνισε την απουσία του Επιμελητήριου όλα αυτά τα χρόνια από τα δρώμενα της ΒΙΠΕ, σημειώνοντας μάλιστα πως αυτό δεν αποτελεί προσωπική άποψη, αλλά κοινή διαπίστωση του επιχειρηματικού κόσμου της Βιομηχανικής.
Κυρίαρχο ζήτημα υπήρξε το αναπτυξιακό πλαίσιο, με τον κ. Γουργιώτη να επισημαίνει την ανάγκη επιτάχυνσης των επιδοτήσεων στη Θεσσαλία, αλλά και της υλοποίησης όλων εκείνων των υποδομών που είναι επιτακτικές για την επιστροφή στην κανονικότητα μετά τις καταστροφικές πλημμύρες. Αντίστοιχη ανάγκη τονίστηκε πως υπάρχει και για την ταχύτερη υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων του αναπτυξιακού νόμου.
Στο ενεργειακό ζήτημα που «καίει» και τον βιομηχανικό τομέα, επισημάνθηκε πως η πολιτεία οφείλει μέσω του ΔΕΔΔΗΕ να αυξήσει την χωρητικότητα του δικτύου ενέργειας με προτεραιότητα στην αυτοπαραγωγή των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη ΒΙΠΕ, κάτι που όπως τόνισε ο Υποψήφιος Πρόεδρος για το Επιμελητήριο Λάρισας, θα συνδράμει στην προσπάθεια για μείωση του κόστους παραγωγής, με ότι αυτό συνεπάγεται για το σύνολο της παραγωγικής αλυσίδας.
Ο κ. Γουργιώτης εστίασε στην προτεραιότητα που θα δοθεί στη νέα θητεία του Επιμελητηρίου, να ενισχυθούν οι δομές επαγγελματικής συμβουλευτικής και κατάρτισης, με συνεχή εκπαίδευση δεξιοτήτων που δεν υποστηρίζονται από τοπικούς εκπαιδευτικούς φορείς. Συμφωνήθηκε ότι η νέα διοίκηση του Επιμελητηρίου θα βρίσκεται σε με μια ανοιχτή και αμφίδρομη διαδικασία με τη διοίκηση της ΒΙΠΕ, η οποία θα προσδιορίζει τις ανάγκες των επιχειρήσεων και την από κοινού δράση γι’ αυτές. Συζητήθηκε επίσης η δυνατότητα παρέμβασης του Επιμελητηρίου στον ιδιοκτήτη της ΒΙΠΕ ώστε να μειωθούν τα κόστη χρήσης.
Ομοθυμία διαπιστώθηκε τέλος και στην ανάγκη η πολιτεία μέσα από έναν ειλικρινή διάλογο με το Επιμελητήριο και τους υπόλοιπους παραγωγικούς φορείς, να επαναπροσδιορίσει το φορολογικό καθεστώς, με προτεραιότητα στην ανάπτυξη που θα δημιουργήσει περισσότερο εθνικό πλούτο και όχι στη διαρκή και υπέρμετρη φορολόγηση που πίσω από τα πρόσκαιρα κρατικά έσοδα, υποδαυλίζει την προοπτική ανάπτυξης της χώρας.