Ενδεικτικά, οι δηλώσεις θα περιλαμβάνουν περιουσιακά στοιχεία, όπως ακίνητα, καταθέσεις, επενδυτικά προϊόντα, οχήματα και συμμετοχές σε επιχειρήσεις. Για παράδειγμα: Οι υπόχρεοι θα πρέπει να δηλώσουν το ύψος των υπόλοιπων των τραπεζικών λογαριασμών τους, όπως αυτοί ήταν καταγεγραμμένοι την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Τα στοιχεία αυτά θα αντληθούν αυτόματα από το σύστημα Taxisnet μέσω της διαλειτουργικότητας της εφαρμογής με τα πιστωτικά ιδρύματα.
Τα ακίνητα που ανήκουν στον υπόχρεο θα δηλωθούν σύμφωνα με τα στοιχεία του Ε9 που έχουν καταχωρηθεί στο σύστημα Taxisnet. Για παράδειγμα, αν ο υπόχρεος έχει στην κατοχή του μια κατοικία ή ένα οικόπεδο, αυτά θα προσυμπληρωθούν αυτόματα και ο υπόχρεος θα επιβεβαιώσει ή θα διορθώσει τα στοιχεία πριν την οριστική υποβολή.
ΒΗΜΑ-ΒΗΜΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
1. Για την υποβολή ΔΠΚ ο κάθε υπόχρεος πρέπει να εισέλθει στην ηλεκτρονική εφαρμογή του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος «Πόθεν Έσχες» στην ιστοσελίδα www.pothen.gr, κατόπιν αυθεντικοποίησης με χρήση των προσωπικών κωδικών-διαπιστευτηρίων του στο Taxisnet.
Οι υπόχρεοι θα πρέπει να δηλώσουν το ύψος των υπολοίπων των τραπεζικών λογαριασμών τους, όπως αυτοί ήταν καταγεγραμμένοι την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Τα στοιχεία αυτά θα αντληθούν αυτόματα από το σύστημα Taxisnet μέσω της διαλειτουργικότητας της εφαρμογής με τα πιστωτικά ιδρύματα.
Τα ακίνητα που ανήκουν στον υπόχρεο θα δηλωθούν σύμφωνα με τα στοιχεία του Ε9 που έχουν καταχωρηθεί στο σύστημα Taxisnet. Για παράδειγμα, αν ο υπόχρεος έχει στην κατοχή του μια κατοικία ή ένα οικόπεδο, αυτά θα προσυμπληρωθούν αυτόματα και ο υπόχρεος θα επιβεβαιώσει ή θα διορθώσει τα στοιχεία πριν την οριστική υποβολή.
Ο υπόχρεος, μετά την αυθεντικοποίησή του, πρέπει να μεταφέρει στη ΔΠΚ με αυτόματο τρόπο μέσω της διαλειτουργικότητας της εφαρμογής τα δεδομένα για τα εισοδήματα και τα περιουσιακά στοιχεία του και συγκεκριμένα:
α) Τα δεδομένα της τελευταίας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) του έτους στο οποίο αφορά η ΔΠΚ, η οποία υποβλήθηκε ηλεκτρονικά,
β) τα στοιχεία των ακινήτων, που περιλαμβάνονται στην περιουσιακή του κατάσταση κατά την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από αυτό στο οποίο αφορά η ΔΠΚ αν η ΔΠΚ είναι ετήσια, ή του τρέχοντος έτους, αν η ΔΠΚ είναι αρχική, όπως αυτά τα στοιχεία τηρούνται ηλεκτρονικά στην ΑΑΔΕ,
γ) το ύψος των υπολοίπων των καταθετικών λογαριασμών, των λογαριασμών πληρωμών, των επενδυτικών προϊόντων, καθώς και των λογαριασμών φύλαξης ή αγοραπωλησίας πολύτιμων μετάλλων και νομισμάτων, καθώς και
δ) στοιχεία θυρίδων, των οποίων είναι δικαιούχος,
ε) στοιχεία για οχήματα κάθε χρήσης, πλωτά ή εναέρια μεταφορικά μέσα, όπως αυτά τηρούνται ηλεκτρονικά στην ΑΑΔΕ και στο Μητρώο Οχημάτων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών,
στ) συμμετοχές σε κάθε είδους εταιρίες ή επιχειρήσεις, όπως αυτά τηρούνται ηλεκτρονικά στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), εκτός από αυτά που αφορούν σε ανώνυμες εταιρείες,
ζ) ειδικά οι υπόχρεοι που είναι πολιτικά πρόσωπα, αιρετοί της τοπικής αυτοδιοίκησης και δικαστικοί λειτουργοί τα στοιχεία για κάθε είδους δανειακές υποχρεώσεις κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, εφόσον καθεμία από αυτές υπερβαίνει το ποσό των 5.000 ευρώ.
Δύο σημαντικές πληροφορίες για υπόχρεους χωρίς ΑΦΜ, αλλά και για ανήλικα τέκνα:
α) Στην περίπτωση που υπόχρεο πρόσωπο ή σύζυγος, ή εν διαστάσει σύζυγος, ή μέρος συμφώνου συμβίωσης με υπόχρεο πρόσωπο, δε διαθέτει ήδη Α.Φ.Μ., αυτός εκδίδεται από την Α.Α.Δ.Ε. ύστερα από αίτημα του φορέα/οργανισμού, σύμφωνα με την περ. ββ της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν.5026/23.
β) Για την υποβολή ετήσιων δηλώσεων έτους 2024 (χρήση 2023), σύμφωνα με τις περιπτώσεις β’ και γ’ της παρ. 10 του άρθρου 44 του ν. 5026/23:
i) Η γνωστοποίηση των ατομικών στοιχείων των ανήλικων τέκνων που προβλέπεται στην περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 17 διενεργείται με ευθύνη των υπόχρεων προσώπων κατά τη συμπλήρωση της Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης. Ως εκ τούτου, οι υπόχρεοι πρέπει να μεριμνήσουν για την έκδοση Α.Φ.Μ. στα ανήλικα τέκνα τους εφόσον αυτά δε διαθέτουν τέτοιον αριθμό.
ii) Η δήλωση των ατομικών και περιουσιακών στοιχείων των ανήλικων τέκνων και η επισύναψη των οικείων παραστατικών, όπου αυτό απαιτείται, διενεργείται αποκλειστικά από τους υπόχρεους και όχι αυτόματα μέσω διαλειτουργικότητας.