Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Eurostat για το 2022, υπήρξε μια απότομη και σταθερή άνοδος της τιμής παραγωγού μέχρι το 2022, με τη μέση τιμή κατά τη διάρκεια του έτους να είναι 35,1% υψηλότερη από τον μέσο όρο το 2021. Αντίστοιχα, ο μέσος όρος το 2021 ήταν κατά 7,2% υψηλότερα από τη μέση τιμή του γάλακτος το 2020.
Μεγαλύτερες από το μέσο όρο αυξήσεις στην τιμή γάλακτος το 2022 σημειώθηκαν στις Κάτω Χώρες (κατά 47%), στην Πολωνία (κατά 46,9%), στην Ιρλανδία (κατά 44,9%) και στη Γερμανία (κατά 44,8 %).
Η συντριπτική πλειονότητα του νωπού γάλακτος (149,9 εκατομμύρια τόνοι) παραδόθηκε στα γαλακτοκομεία, ενώ το υπόλοιπο χρησιμοποιήθηκε απευθείας στις φάρμες για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων. Από τους 149,9 εκατ. τόνους γάλακτος που παραδόθηκαν στα γαλακτοκομεία, οι 145,6 εκατομμύρια τόνοι ήταν αγελαδινό γάλα, ενώ οι υπόλοιποι ήταν αιγοπρόβειο ή βουβαλίσιο γάλα.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το αγελαδινό γάλα αντιπροσωπεύει τη συντριπτική πλειονότητα του γάλακτος, που παραδίδεται στα γαλακτοκομεία στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ.
Όμως, η Ελλάδα ανήκει σε αυτές τις χώρες όπου οι παραδόσεις αιγοπρόβειου γάλακτος υπερισχύουν του αγελαδινού. Σύμφωνα με τα στοιχεία το 57,7% του γάλακτος που παραδόθηκε στην ελληνική γαλακτοβιομηχανία προερχόταν από προβατίνες και κατσίκες. Αντίστοιχα, το 1/5 των παραδόσεων (21,1%) ήταν αιγοπρόβειο και στην Κύπρο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2022 η Ελλάδα παρήγαγε 0.9 εκατ. τόνους από αιγοπρόβατα και ακολουθεί η Γαλλία με 0,8 εκατ. τόνους. Στην πρώτη θέση είναι η Ισπανία η οποία 1,1 εκατ. τόνους γάλακτος.
ΟΙ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ
Στην ΕΕ, η μέση ετήσια απόδοση γάλακτος συνέχισε να αυξάνεται, φθάνοντας τα 7.653 κιλά ανά αγελάδα γαλακτοπαραγωγής το 2022.
Οι υψηλότερες αποδόσεις καταγράφονται στη Δανία (10.187 κιλά ανά αγελάδα) και στην Εσθονία (10.128 κιλά ανά αγελάδα) και το χαμηλότερο στη Βουλγαρία (3.621 κιλά ανά αγελάδα) και στη Ρουμανία (3.367 κιλά ανά αγελάδα).
Στην ΕΕ, η μέση ετήσια απόδοση γάλακτος συνέχισε να αυξάνεται, φθάνοντας τα 7.653 κιλά ανά αγελάδα γαλακτοπαραγωγής το 2022
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ
Το 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία, τα γαλακτοκομεία παρήγαγαν 22,5 εκατ. τόνους νωπού γάλακτος, 2,3 εκατ. τόνους βουτύρου και 10,4 εκατ. τόνους τυριού. Μαζί, η παραγωγή τυριού και βουτύρου χρησιμοποιούσε το 70% του πλήρους γάλακτος που διατίθεται στα γαλακτοκομεία στην ΕΕ.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός νωπού γάλακτος (19% του συνόλου της ΕΕ), βουτύρου (20%), γαλακτοκομικών προϊόντων όπως γιαούρτια (29%) και τυριού (22%). Η Γαλλία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός βουτύρου και τυριού (18% του συνόλου σε κάθε προϊόν).
Η Γερμανία, μαζί με την Ισπανία (15% του συνόλου της ΕΕ), τη Γαλλία (13%), την Ιταλία (11%) και την Πολωνία (9%) αντιπροσώπευαν τα δύο τρίτα του γάλακτος κατανάλωσης που παράγεται στην ΕΕ το 2022.
Άλλες χώρες της ΕΕ ήταν βασικοί παραγωγοί άλλων νωπών και βιομηχανοποιημένων γαλακτοκομικών προϊόντων: η Ολλανδία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός γαλακτοκομικών προϊόντων στην ΕΕ (15% του συνόλου), ο τέταρτος μεγαλύτερος σε τυρί (9%) και ο πέμπτος βούτυρο (10%), ενώ η Ιρλανδία ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός βουτύρου (13% του συνόλου της ΕΕ) και η πέμπτη μεγαλύτερη σε γαλακτοκομικά προϊόντα (7%).