ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ
«Χωρίς ένα ρεαλιστικό οικονομικό πρόγραμμα δεκαετίας με ενδιάμεσους στόχους και χωρίς ρεαλιστική και με ουσιαστικά επιχειρήματα επαναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους, δεν μπορούμε μόνοι μας να σταθούμε στα πόδια μας. Κι αυτό πρέπει να το καταλάβουν ξεκάθαρα οι πολίτες. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο λαϊκίζει ψευδόμενος...» Με τα λόγια αυτά ο τέως πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου και νυν πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής και Δημόσιας Διακυβέρνησης του Επιμελητηρίου, κ. Γιάννος Γραμματίδης δίνει το έναυσμα για συζήτηση για τις αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα και πυροδοτεί την ενεργοποίηση των εκπροσώπων της ελληνικής κοινωνίας σε μια προσπάθεια που θα οδηγήσει την οικονομία μας σε μια πιο αξιοκρατική, διαφανή και με αναπτυξιακό προσανατολισμό πορεία.
Ο κ. Γραμματίδης με αφορμή την εκδήλωση – ανοικτή συζήτηση που διοργανώνεται την ερχόμενη Πέμπτη, στις 7 μ.μ., στο Επιμελητήριο της Λάρισας, εξηγεί στη συνέντευξή του στην «Ε» τους στόχους και τον ρόλο του Ινστιτούτου, αναδεικνύει την απουσία εθνικού στρατηγικού σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης, αναφέρεται σε πρακτικές λύσεις που θα μας οδηγήσουν εκτός ύφεσης και θα φέρουν την ανάπτυξη, και οραματίζεται μια οικονομία οικοδομημένη σε τέσσερις πυλώνες, την απασχόληση, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανάπτυξη και τις διαρθρωτικές αλλαγές.
«Σε μια εποχή που οι αρχές ποδοπατούνται, λείπουν τα οράματα, η πραγματική οικονομία και η κοινωνία πληγωμένη είναι κι αυτή, χωρίς πηδάλιο, χωρίς κυβερνήτες και πλήρωμα αλλά και με μια εκρηκτική αγανάκτηση και διαμαρτυρία. Υπάρχει άραγε διέξοδος; Εμείς στο Ινστιτούτο πιστεύουμε ότι υπάρχει, όπως υπάρχει κι ελπίδα, πάντα όμως με απαραίτητες προϋποθέσεις» τονίζει...
Αναγορεύοντας την έννοια του εθνικού συμφέροντος σε κυρίαρχη προτεραιότητα, αναδεικνύει την ανάγκη βασικής συναίνεσης των πολιτικών κομμάτων και των κοινωνικών εταίρων ως προς τις θεμελιώδεις ανάγκες στην Ελλάδα: Οικονομική ανάπτυξη, δημιουργία απασχόλησης, επιχειρηματικότητα. Αποκαλύπτει την πολιτική αίσθησή του στο ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών και δίνει την προσωπική του ερμηνεία στα σενάρια ανάδειξης ευρύτερων κυβερνητικών συναινέσεων και συσχετισμών... «Φοβούμαι, λέει μεταξύ άλλων ο κ. Γραμματίδης, ότι ζητώ πολλά από ένα πολιτικό προσωπικό που ασχολείται περισσότερο με την πολιτική επιβίωσή του παρά με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της χώρας που θα έπρεπε να είναι το πρώτο του μέλημα. Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι η δυναμική της ίδιας της κοινωνίας θα επιβάλει τελικά τη δραστική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού για να χαραχθεί μια νέα στρατηγική για το μέλλον της πατρίδας μας».
* Κατ’ αρχάς κ. Γραμματίδη, τι είναι το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής και Δημόσιας Διακυβέρνησης, ποιος είναι ο στόχος του;
- Το Ινστιτούτο ιδρύθηκε από το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο για να σχεδιάσει και να προτείνει στο πολιτικό προσωπικό της χώρας προτάσεις για τον μετασχηματισμό του οικονομικού προτύπου της χώρας, για το πώς δηλαδή θα κάνουμε την οικονομία και τη χώρα πιο ανταγωνιστικές. Παράλληλα, για να σχεδιάσει και να προτείνει μέτρα για τον μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης έτσι ώστε το κράτος να γίνει μικρότερο και πιο ευέλικτο με τελικό ωφελημένο τον πολίτη χάριν του οποίου θα πρέπει να λειτουργεί.
* Θεωρείτε πως δεν υπάρχει από τη σημερινή κυβέρνηση, ουσιαστικό και εφικτό σχέδιο για την απασχόληση και την ανάπτυξη; Νομίζετε πως μετά από έξι χρόνια ύφεσης, η χώρα δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της από μόνη της και να προχωρήσει;
- Όπως γνωρίζεται κ. Νούλη, υπάρχει ένας οδικός χάρτης, ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός πριν λίγο καιρό στη Θεσσαλονίκη. Κάτι ανάλογο ανακοίνωσε κι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Παρά τις διαφορές τους όμως, σε ένα πράγμα συγκλίνουν: στο ότι προτείνουν σχέδια (που και οι δύο τα λένε στρατηγικά) χωρίς προηγουμένως να έχει απαντηθεί το βασικό ερώτημα τι είδους οικονομία θέλουμε να έχουμε για τα επόμενα τριάντα τουλάχιστον χρόνια. Αν δεν απαντηθεί αυτό το ερώτημα κάθε «στρατηγικό σχέδιο» θυμίζει πλου χωρίς πυξίδα. Από την άλλη πλευρά, τα έξι χρόνια ύφεσης που αναφέρατε έχουν κυριολεκτικά καταστρέψει τον όποιο παραγωγικό ιστό της χώρας. Πάνω από 300.000 επιχειρήσεις έκλεισαν κι άλλες τόσες φυτοζωούν από την έλλειψη ρευστότητας κι από το γεγονός ότι η εσωτερική κατανάλωση μειώθηκε δραματικά. Μπορούμε πραγματικά να ελπίζουμε σε ανάπτυξη όταν 2,5 εκ. Έλληνες ζουν στο όριο της φτώχειας κι όταν πάνω από 200.000 ταλαντούχοι νέοι μας εγκατέλειψαν τη χώρα προς αναζήτηση ευνοϊκότερου οικονομικού περιβάλλοντος; Σε ποιους θα στηρίξουμε την ανάπτυξη; Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι ουτοπία να περιμένουμε την προβλεπόμενη από το σχέδιο προϋπολογισμού του 2015 ανάπτυξη. Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημά σας είναι ότι χωρίς ένα ρεαλιστικό οικονομικό πρόγραμμα δεκαετίας με ενδιάμεσους στόχους και χωρίς ρεαλιστική και με ουσιαστικά επιχειρήματα επαναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους, δεν μπορούμε μόνοι μας να σταθούμε στα πόδια μας. Κι αυτό πρέπει να το καταλάβουν ξεκάθαρα οι πολίτες. Όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο λαϊκίζει ψευδόμενος.
* Ποιες προϋποθέσεις θέτει ως αναγκαίες το Ινστιτούτο σας, για τις μεταρρυθμίσεις και την απασχόληση; Ποιος είναι ο σωστός τρόπος για να φτάσουμε στην ανάπτυξη;
- Είναι ερώτημα το πώς η χώρα με τόσες μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει τα τελευταία πέντε χρόνια και που την έχουν κάνει πρωταγωνιστή μεταρρυθμίσεων στην Ευρώπη, δεν κατάφερε ακόμα να τις υλοποιήσει. Αυτό οφείλεται στις δομές τις δημόσιας διοίκησης και στο γεγονός ότι ομάδες του πληθυσμού ανθίστανται σθεναρά στις μεταρρυθμίσεις χάριν προστασίας των δικών τους μόνο συμφερόντων αδιαφορώντας για το συμφέρον του τόπου. Πρώτη προϋπόθεση συνεπώς για εμάς είναι η επικοινωνία με την κοινωνία έτσι ώστε να ξανασυζητηθεί η έννοια του εθνικού συμφέροντος. Πρέπει να συνεχισθούν οι μεταρρυθμίσεις και ιδιαίτερα εκείνες που αίρουν τις στρεβλώσεις και τα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα κι ακόμα πιο πολύ στη νεανική επιχειρηματικότητα. Να ανοίξουν χωρίς δισταγμό όλα τα επαγγέλματα και να καθιερωθούν συστήματα συνεργασίας του ιδιωτικού με τον δημόσιο τομέα για την απασχόληση. Να ενισχυθεί ορθολογικά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ώστε να δώσουμε δουλειά στούς άνεργους και να βοηθήσουμε όλες εκείνες τις επιχειρήσεις που η τύχη τους είναι συνδεδεμένη με τις δημόσιες επενδύσεις και που σήμερα κινδυνεύουν να αφανισθούν. Να δώσουμε φορολογικά κίνητρα στις νεοφυείς επιχειρήσεις και να μειώσουμε άμεσα τούς φορολογικούς συντελεστές σε επίπεδα ελκυστικά για την ανάληψη αλλα και τη συνέχιση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Να συνδέσουμε την παιδεία με την έρευνα, την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα, τον τουρισμό με τον πολιτισμό. Όλα αυτά εντελώς ενδεικτικά αφού τα δυνατά μέτρα είναι πολλά και αυτονόητα. Και είναι κρίμα να μην βλέπουμε το αυτονόητο.
* Η αγορά αντιμετωπίζει έλλειμμα ρευστότητας και όμως οι τράπεζες δεν ενθαρρύνουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Να μην τις επιρρίψουμε μερίδιο ευθύνης;
- Δεν μπορούμε να επιρρίπτουμε ευθύνες μόνο στις τράπεζες. Ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα οι τράπεζες ελέγχονται απόλυτα από το κράτος μετά την πρόσφατη ανακεφαλαιοποίησή τους. Τι κάνει λοιπόν το κράτος για να μπορούν οι τράπεζες να δώσουν ρευστότητα; Πώς το κράτος ανακουφίζει τις τράπεζες από το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που είναι σήμερα η ωρολογιακή τους βόμβα; Εκεί βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα γιατί οι τράπεζες δεν τροφοδοτούν με ρευστότητα την αγορά. Αναμένουμε με ενδιαφέρον το τελικό αποτέλεσμα των συζητήσεων της κυβέρνησης με τα ευρωπαϊκά όργανα για να τοποθετηθούμε συγκεκριμένα.
* Ποια είναι τα μηνύματα που εισπράττετε από τον κόσμο με τον οποίο έρχεστε σε επαφή, μιας και είναι γνωστό πως το Ινστιτούτο, υλοποιεί τακτικά αντίστοιχες εκδηλώσεις, ανά την Ελλάδα;
- Είναι προφανές ότι οι πολίτες δεν είναι ενήμεροι για βασικά ζητήματα που αφορούν στην οικονομία. Υπάρχει απόλυτη σύγχυση σε σχέση με το τι είναι και πού αποβλέπουν οι μεταρρυθμίσεις, γιατί χρειαζόμαστε ή δεν χρειαζόμαστε «διεθνείς επιτηρητές». Κανείς δεν τους ενημέρωσε μέχρι σήμερα για όλα αυτά. Κανείς δεν τους έβαλε μπροστά στην πραγματικότητα. Ακούνε συνέχεια μια ξύλινη γλώσσα με μπόλικο λαϊκισμό που πλέον τα απορρίπτουν. Έχουν ακόμα ανάγκη να εκφρασθούν ελεύθερα, να καταθέσουν απόψεις και να υποβάλουν ερωτήσεις κρίσιμες για τη ζωή τους. Όταν φεύγουμε από κάθε πόλη αφήνουμε πίσω πιο ενήμερους και πιο ανακουφισμένους ανθρώπους. Είναι πρόκληση για εμάς να ανταποκριθούμε σ’ αυτή την ανάγκη. Να πούμε στους πολίτες ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να δούμε φως στο τέλος του τούνελ. Δεν μας ενδιαφέρουν οι πολιτικές θέσεις, μας ενδιαφέρει μόνο ο πολίτης και το πώς θα μετουσιώσουμε τις ιδέες και τις προτάσεις του σε μέτρα πολιτικών που θα προτείνουμε στο πολιτικό προσωπικό της χώρας.
* Και κάτι τελευταίο, για να «κεντρίσω» και το πολιτικό σας αισθητήριο. Πιστεύετε ότι οι πολιτικές και οικονομικές συγκυρίες μπορούν να μεταβάλουν τις προοπτικές για τον σχηματισμό προεδρικής πλειοψηφίας από την παρούσα Βουλή; Εν ολίγοις, βλέπετε πως οι εκλογές είναι κοντά; Και πως ερμηνεύετε τα σενάρια ανάδειξης νέας κυβέρνησης ευρύτερης ίσως συναίνεσης ως διέξοδο αποφυγής των πρόωρων εκλογών;
- Εδώ και καιρό βρισκόμαστε σε μια προεκλογική περίοδο που δυστυχώς θα είναι ασυνήθιστα παρατεταμένη. Το αίσθημα επιβίωσης κάποιων βουλευτών μπορεί να τους οδηγήσει στην απόφαση να συναινέσουν στην εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας. Συνεπώς μπορεί, δεν λέω ότι είναι βέβαιο, να αποφευχθούν άμεσα γενικές βουλευτικές εκλογές. Σε κάθε όμως περίπτωση δεν θα αργήσουν. Σε αυτές κανένα κόμμα δεν θα εξασφαλίσει αυτοδυναμία και συνεπώς θα καταλήξουμε σε κυβερνήσεις συνεργασίας που κι αυτές θα είναι βραχύβιες λόγω του ότι τέτοιες συνεργασίες προσκρούουν είτε σε εσωτερικές διαφορές κάθε κόμματος χωριστά, είτε σε ιδεολογικές και προγραμματικές διαφορές ανάμεσα σε συνεργαζόμενα κόμματα. Το ένα θα υπονομεύει το άλλο κι αυτό θα είναι μια πρώτης τάξεως δικαιολογία (κλασική στην Ελλάδα) για περαιτέρω πρόωρη προσφυγή στις κάλπες με σκοπό τη λήψη αυτοδυναμίας ιδιαίτερα από το κόμμα που θα έχει πλειοψηφήσει στις προηγούμενες εκλογές. Αυτό που θα έπρεπε να είναι ευχή, δηλαδή η ειλικρινής συνεργασία ανάμεσα στα κόμματα εξουσίας τουλάχιστον για την έξοδο της χώρας από την κρίση ως εθνική ανάγκη, δυστυχώς θα είναι κατάρα με ανυπολόγιστη ζημιά στην πραγματική οικονομία. Ό,τι χτίστηκε τα τελευταία χρόνια, ανεξαρτήτως από το αν είναι λίγο ή πολύ, κινδυνεύει να καταρρεύσει αν τα πολιτικά κόμματα δεν αρθούν επιτέλους στο ύψος των περιστάσεων και συμπεριφερθούν περισσότερα πατριωτικά παρά κομματικά. Φοβούμαι όμως ότι ζητώ πολλά από ένα πολιτικό προσωπικό που ασχολείται περισσότερο με την πολιτική επιβίωσή του παρά με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της χώρας που θα έπρεπε να είναι το πρώτο του μέλημα. Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι η δυναμική της ίδιας της κοινωνίας θα επιβάλει τελικά τη δραστική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού για να χαραχθεί μια νέα στρατηγική για το μέλλον της πατρίδας μας.