Οι ανυπολόγιστες ζημιές στον θεσσαλικό κάμπο εκτρέπουν από την κανονικότητα την εγχώρια αγορά τροφίμων παραπέμποντας σε εποχές κορονοϊού και όλοι οι συντελεστές της αγοράς σταυρώνουν τα δάχτυλά τους η «αναποδιά» να μην έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ
Το μόνο σίγουρο είναι πως ένα σημαντικό κομμάτι της αγροτικής παραγωγής χάθηκε και ενδέχεται να επηρεαστεί η διαθεσιμότητα προϊόντων στην εσωτερική αγορά, καθώς ουδείς μπορεί να πει με σιγουριά πόσος χρόνος θα απαιτηθεί για να γίνει και πάλι γόνιμη η μεγάλη πεδιάδα ούτε πόσα χρήματα θα απαιτηθούν για αυτό.
Είναι λοιπόν προφανές ότι οι τελικές επιπτώσεις εξαρτώνται από τις εισαγωγές και με δεδομένο ότι υπάρχουν περιορισμοί για τα σιτηρά λόγω του πολέμου, ενώ κάποια προϊόντα, όπως η φέτα και άλλα ΠΟΠ τυριά, έχουν πολύ συγκεκριμένες προδιαγραφές παραγωγής (π.χ. η φέτα παράγεται από ελληνικό πρόβειο και γίδινο γάλα που κατά 22% και 16,49% αντίστοιχα παραγόταν στη Θεσσαλία) κανείς δεν γνωρίζει ποιος θα είναι ο τελικός λογαριασμός που θα αφήσει πίσω της η τεράστια καταστροφή.
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Μάλιστα, παράγοντες της αγοράς κάνουν λόγο για επιπτώσεις που δεν περιορίζονται μονάχα στις πληγείσες περιοχές, αλλά επεκτείνονται σε όλο το φάσμα της αλυσίδας από το χωράφι στο ράφι σε πανελλαδικό επίπεδο, αφού η περιοχή της Θεσσαλίας, εκτός από κτηνοτροφικά προϊόντα, είναι ο βασικός τροφοδότης και ζωοτροφών. Με χιλιάδες στρέμματα καλλιεργειών κτηνοτροφικών φυτών κάτω από το νερό, αλλά και κατεστραμμένες αποθήκες γεμάτες προϊόντα, καθώς και αχρήστευση γεωργικού εξοπλισμού και αγροεφοδίων, η εξίσωση δυσκολεύει επικίνδυνα.
Προς το παρόν βρίσκεται σε εξέλιξη η καταγραφή των ζημιών και οι πρώτες εκτιμήσεις από το τμήμα Κεντρικής Ελλάδος του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος κάνουν λόγο για βιβλική καταστροφή που προσεγγίζει το 1 εκατ. στρέμματα, στους Δήμους Κιλελέρ, Φαρσάλων, Παλαμά, Σοφάδων, Καρδίτσας, Λάρισας και Τρικάλων, αλλά και πολλές περιοχές στη Μαγνησία.
Την ίδια ώρα άγνωστος είναι ο αριθμός των ζώων που πνίγηκαν, με την καταστροφή στο ζωικό κεφάλαιο να παραμένει ανυπολόγιστη. Κάποιοι κάνουν λόγο για απώλειες 100-120 χιλιάδων προβάτων, ενώ καταστροφές έχουν υποστεί και χοιροτροφικές μονάδες. Σε μια από τις τρεις χοιροτροφικές μονάδες της περιοχής εκτιμάται ότι 500 χοιρομητέρες και 6.500 γουρουνάκια έχουν πνιγεί.
ΕΚΤΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΠΟΛΛΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Ταυτόχρονα, μεγαλύτερες και μικρότερες παραγωγικές μονάδες έχουν πλημμυρίσει και έχουν σταματήσει τη λειτουργία τους. Με χιλιάδες στρέμματα καλλιεργειών κτηνοτροφικών φυτών κάτω από το νερό, αλλά και κατεστραμμένες αποθήκες γεμάτες προϊόντα, καθώς και αχρήστευση γεωργικού εξοπλισμού και αγροεφοδίων, η εξίσωση δυσκολεύει επικίνδυνα. Παράλληλα, οι καταστροφές στο αγροτικό οδικό δίκτυο δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στη συγκομιδή των προϊόντων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ζαγοράς Πηλίου, που μετρά πάνω από 800 παραγωγούς, οι οποίοι δεν μπορούν να προσεγγίσουν τις καλλιέργειες τους ελάχιστες μέρες πριν τη συγκομιδή. Αντίστοιχη εικόνα και στην την Αγιά Λάρισας. Σε δεινή θέση και οι παραγωγοί αμυγδάλου και κάστανου.