Την επείγουσα ανάγκη συμπερίληψης δεκάδων χιλιάδων αυτοαπασχολουμένων επαγγελματιών στις δράσεις συγχρηματοδοτούμενης κατάρτισης επισημαίνει στο υπόμνημά της για θέματα επαγγελματικής εκπαίδευσης, κατάρτισης και διά βίου μάθησης, μέσω στοχευμένων δράσεων, η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας στο πλαίσιο της συζήτησης εργασίας των παραγωγικών φορέων με τον υπουργό Εργασίας ‘Αδωνι Γεωργιάδη.
«Η προσπάθεια της ΓΣΕΒΕΕ να συμβάλει με θέσεις και προτάσεις για μια ποιοτική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, με απώτερο ζητούμενο να σταματήσει να είναι ευάλωτη στις αλλαγές των εργασιακών περιεχομένων είναι διαχρονική» όπως σημειώνεται στο υπόμνημα.
Πιο αναλυτικά, χαρακτηρίζεται επείγουσα ανάγκη η συμπερίληψη των δεκάδων χιλιάδων αυτοαπασχολουμένων επαγγελματιών στις ειδικότητες του δευτερογενή και τριτογενή τομέα της οικονομίας στις δράσεις συγχρηματοδοτούμενης κατάρτισης.
«Οι επαγγελματίες, τεχνίτες και τεχνικοί που διατηρούν τη δική τους επιχείρηση και δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά (σε επαγγέλματα όπως οι τεχνικές ειδικότητες της οικοδομής, οι κλάδοι της επισκευής αυτοκινήτου, οι δεκάδες σύγχρονες ειδικότητες των υπηρεσιών κτλ) έχουν στερηθεί των ευκαιριών επιδοτούμενης κατάρτισης από το 2015, με συνέπεια το χάσμα δεξιοτήτων μεταξύ μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων να μεγαλώνει και τις πολιτικές της ΕΕ (διπλή μετάβαση - πράσινη οικονομία και ψηφιακός μετασχηματισμός) να μην είναι δυνατόν να εμπεδωθούν σε αυτές» όπως αναφέρεται.
Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι υπάρχει σημαντική πτώση της ποιότητας των σεμιναρίων συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης στη χώρα μας όλα τα τελευταία χρόνια. Η εξ’ αποστάσεως ψηφιακή κατάρτιση (e-learning) αντί να επεκτείνει τις δυνατότητες και να παρέχει ευελιξία στα άτομα έχει επιδεινώσει τα προβλήματα ποιότητας. Για το λόγο αυτό, τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ, απαιτείται η θεσμοθέτηση ενός συστήματος ελέγχου και υποστήριξης των παρόχων κατάρτισης (Κέντρα Διά Βίου Μάθησης - ΚΔΒΜ) ώστε να αναβαθμίσουν την ποιότητα των έργων τους αναφορικά με τους εκπαιδευτές, το εκπαιδευτικό υλικό, τους εκπαιδευτικούς χώρους και τις μεθόδους κατάρτισης, καθώς και ο περιορισμός του «πληθωρισμού» πιστοποιήσεων και η ουσιαστική αξιολόγηση των γνώσεων και δεξιοτήτων ώστε τα αποδιδόμενα πιστοποιητικά να αποκτήσουν αξία στην αγορά.