«Στη συζήτηση στη Βουλή ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Τσακαλώτος άσκησε κριτική στο προσχέδιο του προϋπολογισμού και τις στοχεύσεις του θέτοντας το ερώτημα αν το κόστος για την επιστροφή στην ανάπτυξη ήταν το ελάχιστο δυνατό και αν θα επιστρέψουμε σε δυνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης ανάλογους με αυτούς πριν από την κρίση.
Θα ξεκινήσω από το δεύτερο: Η αποεπένδυση στη χώρα από το 2007 καθιστά αδύνατη την επιστροφή σε δυνητικούς ρυθμούς της τάξης του 3,5%. Για να αποκατασταθεί ο παραγωγικός ιστός χρειάζονται πάνω από 30 δισ. επενδύσεων την επόμενη τριετία πέρα από αυτές του ΠΔΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως παραμένει εκκωφαντικά σιωπηλός ως προς τις θέσεις του για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων. Μήπως επειδή έχει ιδεολογικές «αλλεργίες» στις ιδιωτικές επενδύσεις σε μια μεικτή οικονομία;», αναρωτήθηκε ο Λαρισαίος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κ. Φίλιππος Σαχινίδης και πρόσθεσε:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει ως σημείο αναφοράς για την ανάπτυξη τους ρυθμούς πριν από την κρίση, αλλά πρέπει να απαντήσει αν οι ρυθμοί αυτοί προέκυπταν από ένα βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο.
Η απάντηση είναι αρνητική. Γιατί την ανάπτυξη τροφοδοτούσε η ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, που στηριζόταν σε δανεικά και όχι στην αύξηση των εισοδημάτων από αύξηση της παραγωγικότητας ή από αύξηση των εξαγωγών.
Ως προς το πρώτο ερώτημα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να απαντήσει αν υπήρχε άλλη εναλλακτική για την Ελλάδα το 2010; Υποστηρίζει ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι πρόβλημα περιορισμένης ζήτησης. Στη ΔΕΘ κατέθεσε προτάσεις με τις οποίες δίδεται προτεραιότητα στην αποκατάσταση της ζήτησης.
Αυτή είναι η κλασική πρόταση για να αντιμετωπίσεις την ύφεση. Έχει διαπιστωθεί ότι έχει τη μέγιστη αποτελεσματικότητα όταν εφαρμόζεται σε σχετικά κλειστές οικονομίες, που έχουν δικό τους εθνικό νόμισμα. Η εμπειρία όμως στην περίπτωση της Ελλάδας είναι αρνητική. Η κυβέρνηση της ΝΔ επί Καραμανλή αύξησε τα ελλείμματα μεταξύ 2007 και 2009 στο 15,7% του ΑΕΠ, χωρίς να καταφέρει να αποτρέψει την ύφεση από το 0,4% στο 4,4%. Άρα, ο εθνικός κεινσιανισμός σε αντίθεση με τις θεωρητικές προβλέψεις δεν είναι πάντα και παντού αποτελεσματικός στην αντιμετώπιση της ύφεσης, ειδικά σε νομισματικές ενώσεις.
Η μόνη αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση θα ήταν μια πιο αργή δημοσιονομική προσαρμογή για να μειωθεί το κόστος σε όρους απολεσθέντος ΑΕΠ και θέσεων εργασίας που καταστράφηκαν. Αυτό, όμως, προϋπέθετε συμφωνία των δανειστριών χωρών να δώσουν περισσότερα κεφάλαια από τα 240 δισ. που δόθηκαν στην Ελλάδα», επισήμανε ο πρώην υπουργός Οικονομικών