Αναφορικά με το ύψος της εκτιμώμενης δαπάνης για αγορές την περίοδο των Χριστουγέννων, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 19% δηλώνει ότι θα ξοδέψει από 1 έως 50 ευρώ, το 25% από 51 έως 100 ευρώ, το 23% από 101 έως 200 ευρώ, το 14% από 201 έως 500 ευρώ, το 4% θα ξοδέψει πάνω από 500 ευρώ, ενώ ένα 15% δηλώνει ότι δεν θα πραγματοποιήσει αγορές. Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μακρής, αυτό σημαίνει ότι περίπου το μισό καταναλωτικό κοινό θα δαπανήσει τα εφετινά Χριστούγεννα για αγορές 145 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά το πώς ξοδεύουν τα χρήματά τους οι καταναλωτές, το 45% δηλώνει ότι ξοδεύει μέσα στον μήνα 90 – 100% των εισοδημάτων του ενώ ποσοστό 18% πάνω από το 100%. Αυτό, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΛΠΕ, σημαίνει πρακτικά ότι οι καταναλωτές για να καλύψουν τις μηνιαίες υποχρεώσεις τους είτε παίρνουν από τις τράπεζες τις αποταμιεύσεις τους είτε δανείζονται από αλλού.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
Ανατιμήσεις και πληθωρισμός αποτελούν τη μεγαλύτερη ανησυχία του καταναλωτικού κοινού και για τον επόμενο χρόνο, όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γεώργιος Ι. Δουκίδης. Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα δυο κυλιόμενων ερευνών καταναλωτών και οικονομικού κλίματος (ΙΕΛΚΑ και ΣΕΛΠΕ) έδειξαν ότι οι καταναλωτές αναμένουν μια αύξηση κατά μέσο όρο 10% των τιμών στο επόμενο εξάμηνο, ενώ 3 στους 4 καταναλωτές θεωρούν ότι η αύξηση τιμών είναι το σημαντικότερο πρόβλημά τους σήμερα, πολύ υψηλότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Ιταλία στο 32%, Γερμανία στο 40%, Αγγλία στο 60%). Πολύ έντονα συναισθήματα (όπως ανασφάλεια, άγχος, φόβος, θυμός) δημιουργεί ο πληθωρισμός στους καταναλωτές, υψηλότερα από άλλα θέματα που ανησυχούν την κοινή γνώμη όπως η πανδημία, η εισβολή στην Ουκρανία και οι τεταμένες σχέσεις με την Τουρκία.
«Παρ’ ότι υπάρχει μια σχετική βελτίωση σε σχέση με το καλοκαίρι στον υπο-δείκτη προσδοκιών για το επόμενο εξάμηνο, ακόμη βρισκόμαστε στα πολύ χαμηλά του -67 σε σχέση με τη βάση καταγραφής ακριβώς πριν τρία χρόνια. Υπάρχει μια αρνητική διάθεση των καταναλωτών για μεγάλες αγορές που αφορούν το σπίτι αφού το 80% θεωρεί ότι δεν είναι καλή στιγμή, ενώ 1 στους 2 θεωρούν ότι θα μειώσουν γενικά τις δαπάνες τους για αγορές το επόμενο εξάμηνο» τονίζει ο κ. Δουκίδης.
Επίσης, ένας στους δύο καταναλωτές αναμένουν ότι θα αυξηθούν οι δαπάνες για τους λογαριασμούς το επόμενο εξάμηνο, που αυτή τη στιγμή αντιπροσωπεύουν περίπου το 1/3 των συνολικών δαπανών τους. Μάλιστα το 70% των μηνιαίων δαπανών αφορούν πλέον φόρους, ενοίκια και λογαριασμούς. Σύμφωνα με τον κ. Δουκίδη, όλα τα παραπάνω πιέζουν οικονομικά τα νοικοκυριά με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να ξοδεύουν πολύ περισσότερα χρήματα από το εισόδημα τους αξιοποιώντας κάρτες, δανεικά και αποταμίευση.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το σημαντικότερο κριτήριο για την επιλογή προϊόντων είναι πλέον το κόστος για το 76% των καταναλωτών. Η επωνυμία των προϊόντων είναι το μοναδικό άλλο κριτήριο που αναφέρεται ως σημαντικότερο από το 15% των αγοραστών. Ο παράγοντας κόστος δικαιολογεί και τη σταθεροποίηση στις συστηματικές ηλεκτρονικές αγορές σε υψηλά ποσοστά, αφού το 35% των καταναλωτών κάνει online αγορές τουλάχιστον κάθε δύο εβδομάδες (από 20% προ covid και 50% τη περίοδο των lockdown).
Σε ό,τι αφορά στην επίδραση από το κόστος ενέργειας και τροφίμων, το 60% των καταναλωτών πιστεύουν ότι η αύξηση του κόστους ενέργειας θα μειώσει πάνω από 20% το διαθέσιμο εισόδημά τους. Οι κατηγορίες αγαθών με ανατίμηση που θεωρούνται οι πιο επιβαρυντικές είναι το κόστος ενέργειας/θέρμανσης (43% των καταναλωτών), τα τρόφιμα (36%) και καύσιμα/μεταφορές (19%).
Πώς αλλάζουν όμως οι αγοραστικές συνήθειες στο πλαίσιο της εξοικονόμησης κόστους; Όπως εξηγεί ο κ. Δουκίδης, οι καταναλωτές αξιοποιούν διαφορά επίπεδα άμυνας/αντίδρασης, όσον αφορά το επίπεδο επίδρασης στις συνολικές αγορές τους, για να εξοικονομήσουν κόστη όπως: αλλαγή διατροφικών συνηθειών μαγειρεύοντας περισσότερο (27%), αξιοποίηση προσφορών (84%) ή οικονομικότερων εναλλακτικών (75%), μείωση της κατανάλωσης σε τρόφιμα (67%) ή κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος (63%) και τέλος την αποφυγή αγορών (44%) ή την αναβολή αγορών για προσωπικά αντικείμενα και είδη σπιτιού (83%).
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι σημαντική μερίδα των πολιτών (40%-50%) θα μειώσουν τις δαπάνες τους το επόμενο εξάμηνο για όλες τις κατηγορίες προϊόντων/υπηρεσιών (όπως προσωπική περιποίηση, ρουχισμός, είδη σπιτιού, δώρα, ταξίδια, είδη γραφείου, ηλεκτρονικά). Οι μοναδικές κατηγορίες που ανατρέπεται αυτή η αρνητική τάση είναι τα τρόφιμα και φάρμακα όπου είναι μοιρασμένα τα ποσοστά των καταναλωτών που αναμένουν μείωση ή αύξηση των αγορών τους.