Του Γιώργου Μακρή
Στους εργαζόμενους που μονιμοποιήθηκαν στους δήμους μέσω του νόμου της κ. Βάσως Παπανδρέου το 2000 και του Προεδρικού Διατάγματος 164 (γνωστού ως «ΠΔ Παυλόπουλου») το 2004 λαμβάνοντας πλασματικές βεβαιώσεις όσον αφορά τον χρόνο εργασίας τους στρέφουν την προσοχή τους οι ελεγκτές του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, κάτι που προκαλεί την έντονη αντίδραση της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ).
Όπως αποκαλύφθηκε στη χθεσινή συνεδρίαση του ΔΣ της ΚΕΔΕ, στον Δήμο Ρεθύμνου, στον οποίο επιτράπηκε η είσοδος στους ελεγκτές, αλλά και στο υπουργείο Πολιτισμού, οι ελεγκτές ζήτησαν τις μισθολογικές και ασφαλιστικές καταστάσεις προκειμένου να διαπιστώσουν αν καταβλήθηκαν μισθοί και ασφαλιστικές εισφορές για ολόκληρο το χρονικό διάστημα το οποίο ελήφθη ως βάση για να μονιμοποιηθούν οι ως τότε συμβασιούχοι (για τον χρόνο απασχόλησης έδωσαν βεβαιώσεις οι τότε δημοτικές αρχές ή τα ΔΣ των δημοτικών επιχειρήσεων).
Στην παρατήρηση μέλους του ΔΣ της ΚΕΔΕ ότι οι δήμοι δεν υποχρεούνται να τηρούν μισθολογικές και ασφαλιστικές καταστάσεις πέραν της 5ετίας, όπως άλλωστε ισχύει για ολόκληρο το Δημόσιο, δικηγόροι που ήταν παρόντες ανέφεραν ότι αυτό επισημάνθηκε στους ελεγκτές στον Δήμο Ρεθύμνου, πλην όμως οι ελεγκτές απάντησαν ότι είναι αρκετός ακόμη και ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ο γνωστός ΑΜΚΑ), μέσω του οποίου μπορούν να διαπιστώσουν από τα αρχεία του ΙΚΑ τις ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβάλει οι εργαζόμενοι (και οι εργοδότες τους), εν προκειμένω οι συμβασιούχοι που μονιμοποιήθηκαν στους ΟΤΑ, κατά τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου τους.
Το θέμα αυτό φαίνεται ότι εξελίσσεται σε μείζον για τους ΟΤΑ καθώς, όπως παραδέχτηκαν εμμέσως πλην σαφώς και μέλη του ΔΣ της ΚΕΔΕ υπήρξαν δημοτικές αρχές που έδωσαν βεβαιώσεις «για ένα μήνα παραπάνω», δηλαδή για χρονικά διαστήματα που ήταν μεν αναγκαία προκειμένου να μετατραπούν οι συμβάσεις συγκεκριμένων εργαζόμενων από ορισμένου χρόνου σε αορίστου αλλά για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί μισθοί και ασφαλιστικές εισφορές, κάτι το οποίο προφανώς θα εντοπιστεί από τον έλεγχο στα αρχεία του ΙΚΑ.
Άλλωστε, όπως επισημάνθηκε στη συνεδρίαση, όταν έγιναν οι μονιμοποιήσεις με βάση τις προαναφερθείσες νομικές διατάξεις, δεν ζητήθηκαν μισθολογικές και ασφαλιστικές καταστάσεις. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι στην ερμηνευτική εγκύκλιο που συνόδευε το «ΠΔ Παυλόπουλου» προβλεπόταν ότι για τη μονιμοποίηση μπορούσε να συνεκτιμηθεί ακόμη και «άτυπη ή εθελοντική μορφή εργασίας», οι οποίες εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να (επι)βεβαιωθούν με ένσημα.
ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ
Βασική συνισταμένη των τοποθετήσεων στη χθεσινή συνεδρίαση του ΔΣ της ΚΕΔΕ ήταν ότι όσοι μονιμοποιηθέντες εντοπιστούν με πλασματικές βεβαιώσεις χρόνου εργασίας, αυτοί ουσιαστικά θα αποτελέσουν τη δεξαμενή από την οποία θα καλυφθεί ο μνημονιακός στόχος των απολύσεων στο δημόσιο τομέα.
Ωστόσο, στη χθεσινή συνεδρίαση υπήρξαν και μέλη του ΔΣ της ΚΕΔΕ που άφησαν αιχμές κατά μερίδας των τότε δημάρχων για «πελατειακές σχέσεις μέσω μονιμοποιήσεων δεκάδων ή και εκατοντάδων συμβασιούχων με πλασματικές βεβαιώσεις χρόνου εργασίας αλλά ακόμη και αναπηρίας» όπως αναφέρθηκε για δήμο της Θεσσαλονίκης.
Καθώς μάλιστα όλοι στο ΔΣ της ΚΕΔΕ επαναβεβαίωσαν ότι να είναι σύμφωνοι στο να εντοπιστούν και να απολυθούν όσοι χρησιμοποίησαν πλαστά πιστοποιητικά (π.χ. πτυχίο), κάποια μέλη του ΔΣ έθεσαν ζήτημα για το αν η πλασματικότητα όσον αφορά τα πιστοποιητικά είναι «διαφορετική ή άλλης αξίας» σε σχέση με την πλασματικότητα στις βεβαιώσεις του χρόνου εργασίας των μονιμοποιηθέντων.
Τελικά, και μετά από συζήτηση σχεδόν τριών ωρών το ΔΣ της ΚΕΔΕ κατέληξε, όχι ομόφωνα, στην εξής θέση:
«Δεν δεχόμαστε τον επανέλεγχο - επανακαθορισμό των κριτηρίων πρόσληψης που καθορίστηκαν και εφαρμόστηκαν με βάση τις διατάξεις μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου κατά το χρονικό διάστημα που αυτές έγιναν. Εμμένουμε στην πιστή και αυστηρή εφαρμογή όσων προέβλεπαν οι σχετικοί Νόμοι και τα Προεδρικά Διατάγματα, όπως είχαν αρχικά ψηφισθεί.
Είναι αυτονόητο ότι ουδεμία ευθύνη έχουν οι εργαζόμενοι για ενέργειες αρμοδίων οργάνων ή υπηρεσιακών συμβουλίων για τη μετατροπή συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου και ως εκ τούτου δεν συμφωνούμε στο να υποστούν, δέκα και δεκαπέντε χρόνια μετά, τις όποιες συνέπειες οι εργαζόμενοι».
Η δεύτερη παράγραφος προστέθηκε επειδή, όπως ανέφερε, μέλος του ΔΣ της ΚΕΔΕ ζητώντας για προφανείς λόγους να μην καταγραφεί στα πρακτικά, «υπάρχει κίνδυνος ακόμη και να ασκηθούν ποινικές διώξεις σε βάρος των εργαζομένων που θα διαπιστωθεί ότι μονιμοποιήθηκαν με πλασματικές βεβαιώσεις όσον αφορά τον χρόνο εργασίας τους».
Η ΚΕΔΕ ζητεί «την προσωρινή αναστολή των ελέγχων μέχρις ότου ξεκαθαριστεί από την κυβέρνηση με σαφήνεια, το περιεχόμενό τους, με βάση την πρότασή μας καθώς και άμεσα συνάντηση με τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για το θέμα».
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Στο ψήφισμα αναφέρονται ακόμη και τα εξής:
«Για μας στην Αυτοδιοίκηση είναι όχι μόνο αυτονόητο δικαίωμα, αλλά και καθήκον ο έλεγχος νομιμότητας από την Πολιτεία σε κάθε πράξη και σε κάθε θεσμό που υπηρετεί το Δημόσιο συμφέρον αλλά και από την κοινωνία των πολιτών, δηλαδή τους πολίτες, καθώς επίσης και η δημόσια λογοδοσία μας και προς τους πολίτες και προς την Πολιτεία.
Διαφάνεια παντού χωρίς υποσημειώσεις, χωρίς αστερίσκους, χωρίς προσκόμματα, χωρίς στεγανά.
Επίσης σε ό,τι αφορά στην αξιολόγηση το Δ.Σ. της ΚΕΔΕ τονίζει ότι πάγια θέση του είναι η αξιολόγηση των δομών και του προσωπικού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Υπογραμμίζει όμως, για μία ακόμη φορά, την ανάγκη εφαρμογής ενός δίκαιου και αντικειμενικού συστήματος, τέτοιου που θα συμβάλει στην αναβάθμιση της Δημόσιας Διοίκησης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των προσφερόμενων υπηρεσιών στους πολίτες.
Ως εκ τούτου με ομόφωνη απόφασή του είχε ζητήσει να ξεκαθαριστεί το πλαίσιο αξιοποίησης της αξιολόγησης έτσι ώστε αυτό να μην οδηγεί σε διαθεσιμότητα ή απολύσεις εργαζομένων.
Ωστόσο, αν και ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης προχώρησε στην ψήφιση διάταξης με την οποία ξεκαθαρίζει ότι η αξιολόγηση δεν οδηγεί σε διαθεσιμότητα ή απολύσεις, εμμένει στον επιμερισμό των ποσοστών, διαδικασία με την οποία η ΚΕΔΕ έχει εξαρχής διαφωνήσει θεωρώντας την αυθαίρετη και ενδεχομένως και αντισυνταγματική, σύμφωνα άλλωστε και με τη γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής.
Η ΚΕΔΕ επανέρχεται λοιπόν στην πρότασή της και ζητά την ενεργοποίηση τριμερούς διαλόγου μεταξύ υπουργείου – ΚΕΔΕ και ΠΟΕ-ΟΤΑ, που θα οδηγήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα στην επιλογή κοινά αποδεκτού και αξιοκρατικού συστήματος αξιολόγησης, που εφαρμόζεται με επιτυχία σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης».