Δύο αλλαγές αναμένονται στην αγορά των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων τύπου Airbnb. Όπως ανέφερε προσφάτως ο υπουργός Τουρισμού Βασ. Κικίλιας, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, γίνονται ενέργειες για να διαχωριστούν οι αναζητήσεις και η προβολή, δηλαδή ποιες αφορούν καταλύματα που διατίθενται προς βραχυχρόνια μίσθωση και ποιες ξενοδοχειακά καταλύματα.
Παράλληλα, είπε, θα γίνει διαχωρισμός της αγοράς ανάμεσα σε όσους μισθώνουν μαζικά καταλύματα (ακόμη και δεκάδες καταλύματα ως «πακέτο») και σε όσους εκμισθώνουν ένα ακίνητο στο πλαίσιο της τουριστικής ζήτησης. Υπογράμμισε τέλος πως θα υπάρξει κοινή νομοθεσία μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ενόψει των νέων παρεμβάσεων ο ΣΕΤΕ με επιστολή του προς την κυβέρνηση προτείνει αυστηρούς περιορισμούς στον αριθμό των καταλυμάτων που νοικιάζονται με βραχυχρόνιες μισθώσεις ανά δήμο και ανά πολυκατοικία, και υπό προϋποθέσεις υπαγωγή τους σε φόρο προστιθέμενης αξίας, αλλά και δημοτικό φόρο.
Ειδικότερα για τις πολυκατοικίες διαμερισμάτων προτείνεται να προβλεφθεί ρητώς πως σε περίπτωση που το σύνολο των διαμερισμάτων πολυκατοικίας ή συγκροτήματος κατοικιών εκμισθώνεται με βραχυχρόνιες μισθώσεις, τότε αυτό να θεωρείται τουριστικό κατάλυμα, το οποίο θα πρέπει να διαθέτει την αντίστοιχη αδειοδότηση. Επίσης ζητείται ο προσδιορισμός μέγιστου αριθμού ακινήτων που εκμισθώνονται βραχυχρόνια ανά δήμο. Συγκεκριμένα προτείνεται να παρέχεται το δικαίωμα στους ΟΤΑ α’ βαθμού να ορίσουν, έπειτα από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου τους, η οποία θα αιτιολογείται με βάση σχετική επιστημονική μελέτη, τον μέγιστο αριθμό ακινήτων που μπορούν να εγγράφονται στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης για την περιοχή εντός των ορίων τους. Ακόμα προτείνεται στις βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών να επιβάλλεται φόρος υπέρ των ΟΤΑ α’ βαθμού, ο οποίος θα ισούται με ποσοστό 0,5% επί του αντιτίμου της μίσθωσης και θα αξιοποιείται από τους ΟΤΑ στην κάλυψη των αυξημένων δαπανών καθαριότητας, φωτισμού κ.λπ., που προκαλείται από τη λειτουργία των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Οπως αναφέρει η επιστολή, γνώμονας γι’ αυτές τις προτάσεις είναι η ανάγκη προστασίας της ποιότητας του τουριστικού προϊόντος της χώρας, η ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος εύρεσης στέγης, που έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις σε πολλές περιοχές της χώρας, η προστασία των νόμιμων τουριστικών επιχειρήσεων από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, που σε πολλές περιπτώσεις υφίστανται, καθώς πολλά παράνομα καταλύματα λειτουργούν «υπό τον μανδύα» της βραχυχρόνιας μίσθωσης, και η αύξηση των εσόδων του Δημοσίου, των ασφαλιστικών ταμείων και των δήμων, με σκοπό την πιο δίκαιη κατανομή των αντίστοιχων υποχρεώσεων σε νόμιμες επιχειρήσεις και πολίτες.
Ο ΣΕΤΕ ζητά ακόμα η απαλλαγή από ΦΠΑ του εισπραττόμενου μισθώματος να περιορίζεται μόνο στην περίπτωση που ο δικαιούχος του εισοδήματος είναι φυσικό πρόσωπο και έχει καταχωρίσει στην πλατφόρμα της ΑΑΔΕ μέχρι δύο ακίνητα στον ΑΦΜ του (εκ των οποίων το ένα από τα δύο ακίνητα θα πρέπει να έχει δηλωθεί ως ακίνητο στο οποίο ιδιοκατοικεί). Σε αντίθετη περίπτωση, καθώς και σε κάθε περίπτωση που δικαιούχος του εισοδήματος είναι νομικό πρόσωπο, τότε στο εισπραττόμενο μίσθωμα θα πρέπει να επιβάλλεται ΦΠΑ. Προτείνεται επιπλέον να προβλεφθεί η υποχρέωση κάθε ψηφιακής πλατφόρμας να παρακρατεί φόρο 5% επί του συνολικού αντιτίμου της βραχυχρόνιας μίσθωσης, τον οποίο θα αποδίδει στη συνέχεια στο Δημόσιο.