«Η αγοραστική κίνηση, παρά τα μεγάλα ποσοστά των εκπτώσεων και τις ελκυστικές τιμές, παρουσιάζει προβληματική και υποτονική πορεία» τονίζει ο πρόεδρος του ΕΣΛ Χαράλαμπος Παπαδόπουλος και για να παραμείνει όρθια «θα πρέπει να αλλάξει το κλίμα» προσθέτει, επιβεβαιώνοντας πως οι επιπτώσεις της συνεχιζόμενης πανδημίας, η οξεία ενεργειακή κρίση και οι εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις, ναρκοθετούν την επίπονη προσπάθεια ανάκαμψης της αγοράς…
Κάνοντας μια αναδρομή της πορείας της αγοράς, που συμπληρώνει σχεδόν δύο χρόνια λειτουργίας υπό περιορισμούς, ο πρόεδρος των Λαρισαίων Εμπόρων διαπιστώνει την «κόπωση» του καταναλωτή, τη διεύρυνση του χάσματος από την περίοδο της κανονικότητας όσο συντηρείται η αρνητική συγκυρία, μιλά για τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν οι τοπικές επιχειρήσεις, αναφέρεται στην ανάγκη αναθεώρησης του θεσμού των εκπτώσεων και των προσφορών και πρωτίστως στην κατάργηση των ενδιάμεσων, καταγράφει τους λόγους που κρατούν εκτός αγοράς τους καταναλωτές, εκφράζει την ευχή και την ελπίδα η αγοραστική κίνηση να τονωθεί ώστε να κλείσουν οι φετινές χειμερινές εκπτώσεις με θετικό πρόσημο και αναφέρεται στις επιμέρους ρυθμίσεις που έχει σήμερα ανάγκη η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. «Το εμπόριο μετείχε ως σήμερα στις κρατικές ενισχύσεις από μειονεκτική θέση, καθώς δεν έλαβε από την Πολιτεία πρόγραμμα επανεκκίνησης, όπως οι άλλοι πληττόμενοι κλάδοι. Η στήριξη των ΜμΕ πρέπει τώρα να μετεξελιχθεί σε ένα πλέγμα μέτρων ελάφρυνσης των φορολογικών βαρών και τόνωσης της ρευστότητας» τονίζει χαρακτηριστικά.
ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
«Η χρονιά που πέρασε ήταν δύσκολη» τονίζει ο πρόεδρος του ΕΣΛ. «Δυστυχώς έπληξε ανεπανόρθωτα κάθε νοικοκυριό και κάθε υγιή μέχρι πρότινος επιχείρηση, φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με δύσκολες καταστάσεις. Για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, το λιανικό εμπόριο είναι αναμφισβήτητα μία κρίσιμη μεταβλητή και από αυτό και τη μακροημέρευσή του κρίνεται το μέλλον χιλιάδων οικογενειών. Το μέλλον του λιανικού εμπορίου είναι και το μέλλον της ελληνικής αγοράς. Οι περιοριστικές συνθήκες όμως που επιβλήθηκαν, αλλά και ο φόβος που επικρατεί, σε συνάρτηση με την ενεργειακή κρίση, έπληξαν σε πολύ μεγάλο βαθμό την εμπορική επιχειρηματικότητα και το τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε είναι μεγάλο, καθώς τα δύσκολα είναι μπροστά μας και οι συνέπειες τεράστιες».
ΠΑΓΩΜΕΝΗ Η ΑΓΟΡΑ
«Το λιανεμπόριο και ενώ διανύουμε την περίοδο των χειμερινών εκπτώσεων, κινείται μέχρι στιγμής στην κυριολεξία ως μία «παγωμένη αγορά». Η κίνηση παρουσιάζει προβληματική και υποτονική πορεία. Η αγορά δεν πήρε για την ώρα «ανάσα» από τις εκπτώσεις που δεν ξεκίνησαν καλά, αλλά είναι οι πιο καθοριστικές της τελευταίας δεκαετίας για το στοίχημα της επιβίωσης των μικρών επιχειρήσεων. Οι εκπτώσεις όμως πρέπει να πετύχουν για να σκεπάσουν όλα τα λάθη της Πολιτείας που στήριξε με επιλεκτικό και λάθος τρόπο όλες τις δραστηριότητες, πλην του λιανικού εμπορίου. Για να δώσουν «ανάσα» και «φιλί ζωής» στο μικρό λιανικό εμπόριο που δεν στηρίχτηκε στην επανεκκίνησή του. Όμως θεωρώ πως πρέπει να αποκτήσουν ξανά το πραγματικό τους νόημα. Η απόφαση της έναρξης των εκπτώσεων και των προσφορών πρέπει να γυρίσει στους πραγματικά ενδιαφερόμενους που είναι οι έμποροι και οι εκπρόσωποί τους. Εάν η Πολιτεία πραγματικά θέλει να βοηθήσει τις ΜμΕ, θα πρέπει να καταργήσει άμεσα τις ενδιάμεσες εκπτώσεις να μπουν κανόνες και να αναθεωρήσει άμεσα τον νόμο των προσφορών. Αυτήν τη στιγμή, όποιος θέλει κάνει ό,τι θέλει, όποτε το θέλει».
ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΗΣΥΧΙΑΣ
Μιλώντας για την ενεργειακή κρίση, την ακρίβεια και γενικά όλους εκείνους τους παράγοντες που κρατούν εκτός αγοράς τους καταναλωτές, τόνισε πως «η πτώση του λιανεμπορίου έχει να κάνει και με άλλους πια παράγοντες που έχουν εισβάλει και επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την ήδη επιβαρυμένη καθημερινότητά μας. Ο πληθωρισμός και η ακρίβεια σε βασικά αγαθά και τρόφιμα, οι αυξήσεις σε λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και πετρελαίου, είναι βασικοί παράγοντες ανησυχίας για τον εμπορικό κόσμο και εξηγούν τα χαμηλά επίπεδα αγοραστικής κίνησης, παρά τα μεγάλα ποσοστά των εκπτώσεων και τις ελκυστικές τιμές. Οι αυξήσεις των δαπανών στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών, είναι ξεκάθαρο πως έχουν συμπιέσει δραστικά την αγοραστική δυνατότητα των καταναλωτών, οδηγώντας τις επιχειρήσεις σε οικονομικό αδιέξοδο. Οι λογαριασμοί είναι ένα δεύτερο ενοίκιο. Υπενθυμίζω ωστόσο ότι το λιανεμπόριο δεν έχει επιδράσει μέχρι στιγμής στον πληθωρισμό που βλέπουμε να γιγαντώνεται στη χώρα μας. Στα περισσότερα αγαθά οι αυξήσεις κινήθηκαν σε μηδενικά επίπεδα με την ένδυση και την υπόδηση να φτάνει μόνο στο 3%. Όλα αυτά σε συνδυασμό με τις αυστηρές απαγορεύσεις για τους μη εμβολιασμένους, αλλά και την τεράστια συζήτηση για τον κορονοϊό που κρατάει τους συμπολίτες μας μακριά από την αγορά και περιορισμένους στο σπίτι τους, κρατώντας τα χρήματά τους για μία δύσκολη επόμενη ημέρα, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, που όμως πρέπει να το αντιμετωπίσουμε, γιατί κάθε τέλος του μήνα έρχονται συσσωρευμένες υποχρεώσεις που πρέπει να τις καλύψουμε. Ξεκινάει από εδώ και πέρα ο Γολγοθάς των πληρωμών. Μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε σε μια αγορά που είναι στα όριά της, δεν είναι μια κανονική αγορά».
ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΝΑ ΠΑΛΕΥΟΥΜΕ
Για το αν οι αυξημένες πωλήσεις του Ιανουαρίου αφήνουν ένα παράθυρο αισιοδοξίας για το επόμενο διάστημα, ο πρόεδρος του ΕΣΛ ούτε καν θέλει να σκεφτεί πως θα χαθεί και η τρέχουσα εκπτωτική περίοδος. «Μπορεί να φαίνεται πως οι πωλήσεις φέτος είναι ανοδικές σε σχέση με τις αντίστοιχες του περσινού Ιανουαρίου, τότε όμως τα καταστήματα ήταν κλειστά, λόγω lockdown και επομένως δεν θεωρούνται συγκρίσιμα μεγέθη. Όλοι χάνουμε από αυτήν την κρίση. Η ακρίβεια αποτελεί κοινό εχθρό για καταναλωτές και επιχειρήσεις. Ωστόσο, ευελπιστούμε σε έναν πιο «ζεστό» Φεβρουάριο αγοραστικά. Δεν θέλουμε να χαθεί αυτή η περίοδος. Οι έμποροι από τη φύση της δραστηριότητάς μας έχουμε μάθει να παλεύουμε σε αντίξοες συνθήκες. Και το γεγονός ότι συνεχίζουμε να παλεύουμε αποτελεί τρανή απόδειξη ότι διατηρούμε την αισιοδοξία μας και την ελπίδα για ανάκαμψη».
ΤΙ ΖΗΤΑΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Αναφερόμενος στις επιμέρους ρυθμίσεις που έχει ανάγκη σήμερα η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, ο κ. Παπαδόπουλος ήταν κατηγορηματικός. «Είναι επιτακτική η ανάγκη κάθε δυνατής ελάφρυνσης των χρεώσεων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου. Μπροστά σε αυτήν την κοινή απειλή, θα πρέπει να γίνουν προσπάθειες, ώστε να μειωθούν οι όποιες επιβαρύνσεις. Το κράτος πρέπει να μας στηρίξει για όσο διαρκεί αυτή η κατάσταση με στοχευμένα και άμεσα μέτρα, για να αντέξουμε σε μια αγορά που δεν θα είναι πια η ίδια, επεκτείνοντας κυρίως την περίοδο χάριτος για την πληρωμή πολλών και σημαντικών υποχρεώσεων, όπως οι φορολογικές, ασφαλιστικές, αλλά και οι δανειακές. Το λιανεμπόριο δεν πρέπει να εξαιρεθεί από κανένα μέτρο στήριξης. Από τη θέση του προέδρου του Εμπορικού Συλλόγου Λάρισας, μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως το εμπόριο δεν έτυχε ιδιαίτερης ευνοϊκής μεταχείρισης και γι’ αυτό απαιτούμε ίση και δίκαιη μεταχείριση από την Πολιτεία, ώστε ο εμπορικός κόσμος να αισθανθεί ότι προστατεύεται και δεν έχει αφεθεί στην τύχη του. Ευελπιστώ ότι πολύ σύντομα ο κλάδος μας θα στηριχθεί με ένα αντίστοιχο πρόγραμμα στήριξης κατά τα πρότυπα του Προγράμματος «ΑΝΑΣΑ II» και που δικαίως θα λάβει ο κλάδος της εστίασης. Διεκδικούμε επίσης την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος, που είναι τελείως άδικοι φόροι και την άμεση θεσμοθέτηση αφορολογήτου ορίου, για όλους τους επιχειρηματίες όπως ισχύει για όλους τους Έλληνες πολίτες. Επίσης εν μέσω ενεργειακής κρίσης κρίνεται απαραίτητο να επεκταθούν οι ευνοϊκές ρυθμίσεις για οφειλές προς ΔΕΗ και φυσικό αέριο, προς όλους τους παρόχους. Τέλος, μεταξύ άλλων, κύριο αίτημα είναι να συμπεριληφθούν όλες οι ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές οφειλές στη νέα ρύθμιση των 36-72 δόσεων και όχι μόνο οι οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ
Τέλος, για το αν το πέρας της πανδημίας θα σημάνει και την επιστροφή της κανονικότητας στην αγορά, ο πρόεδρος του ΕΣΛ εμφανίζεται ξεκάθαρος δηλώνοντας πως η υγειονομική κρίση έχει διαφοροποιήσει τις καταναλωτικές συνήθειες.
«Όλα δείχνουν ότι, ακόμη και με το οριστικό πέρας της πανδημίας, η επιστροφή του κοινού στην αγορά δεν θα σημάνει ακριβώς και επιστροφή στην κανονικότητα του παρελθόντος. Οι έμποροι και οι αλυσίδες λιανεμπορίου πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις νέες συνήθειες και να συνειδητοποιήσουν ότι οι πελάτες τους έχουν ήδη διαφοροποιηθεί αισθητά. Έτσι λοιπόν, πρέπει να ικανοποιήσουν τους καταναλωτές που ενσυνείδητα θέλουν ευελιξία, τεχνολογία, αισιοδοξία, προτεραιότητα, ασφάλεια και κοινωνικοποίηση».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ