Οι κυβερνήσεις πρέπει να αρχίσουν να σχεδιάζουν την επάνοδό τους σε πιο βιώσιμους προϋπολογισμούς, με πολιτικές που θα κερδίσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών, μετά τα πρωτοφανή μέτρα δημοσιονομικής στήριξης που έλαβαν για να αντιμετωπίσουν την πανδημία, τονίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε έκθεσή του (Fiscal Monitor).
Το ενδεδειγμένο χρονικό σημείο για την έναρξη της μείωσης των ελλειμμάτων και του χρέους εξαρτάται από τις συνθήκες που ισχύουν σε κάθε χώρα, επισημαίνει το Ταμείο, τονίζοντας ότι η αντιμετώπιση της έκτακτης υγειονομικής ανάγκης παραμένει κρίσιμης σημασίας, ιδιαίτερα στις χώρες όπου η πανδημία δεν είναι ακόμη υπό έλεγχο, καθώς και ότι η δημοσιονομική στήριξη θα είναι απαραίτητη έως ότου ισχυροποιηθεί η ανάκαμψη. Ο σχεδιασμός πρέπει να λάβει υπόψη παράγοντες, όπως το στάδιο της πανδημίας, τις υφιστάμενες δημοσιονομικές αδυναμίες, τον κίνδυνο οικονομικών πληγών, την πίεση από τη γήρανση του πληθυσμού, τις αναπτυξιακές ανάγκες και παραδοσιακές δυσκολίες στην είσπραξη εσόδων.
Στο κεφάλαιο του Fiscal Monitor, με τίτλο «Ενισχύοντας την αξιοπιστία των δημόσιων οικονομικών», το ΔΝΤ αναφέρει ότι οι χώρες μπορούν να «αγοράσουν» χρόνο και να κάνουν λιγότερο επώδυνη τη σταθεροποίηση του χρέους, δεσμευόμενες για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους με αξιόπιστα μεσοπρόθεσμα πλαίσια. «Όταν οι δανειστές πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις είναι δημοσιονομικά υπεύθυνες, η χρηματοδότηση υψηλότερων ελλειμμάτων και ανακυκλώσεων χρέους γίνεται ευκολότερη», σημειώνεται. Σύμφωνα με έρευνα του ΔΝΤ, οι χώρες με αξιόπιστα δημοσιονομικά προγράμματα δανείζονται φθηνότερα και μπορούν να αντιμετωπίσουν ταχύτερα μεγάλες αυξήσεις στο χρέος, έχοντας τη δυνατότητα να αντιστρέψουν αυξήσεις της τάξης του 15% σε μία δεκαετία, αν δεν υπάρξουν νέα σοκ.
Το Ταμείο συνιστά στις χώρες να δεσμευτούν σε ευρύτερους δημοσιονομικούς στόχους, με συγκεκριμένες πολιτικές για τη φορολογία και τις δαπάνες για τα επόμενα τρία έως πέντε χρόνια.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες, όπως η διατήρηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων κάτω από ένα ποσοστό του ΑΕΠ ή τα ανεξάρτητα δημοσιονομικά συμβούλια, θα μπορούσαν να ενισχύσουν την αξιοπιστία, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Σημειώνει, ωστόσο, ότι τα δημοσιονομικά προγράμματα πρέπει να είναι ευέλικτα για να επιτρέπουν στις οικονομίες να σταθεροποιηθούν και να αποφύγουν περικοπές κρίσιμων δημόσιων επενδύσεων.
«Οι αλλαγές στους φόρους ή στις δαπάνες μπορούν να νομοθετηθούν από πριν και η εφαρμογή τους να εξαρτάται από την ανάκαμψη», σημειώνεται στην έκθεση του ΔΝΤ.