Ταφόπλακα για την εγχώρια οικονομία και τον πραγματικό ανταγωνισμό στην αγορά χαρακτηρίζει την απόφαση της κυβέρνησης για την Κυριακάτικη λειτουργία όλο το χρόνο των καταστημάτων η ΓΣΕΒΕΕ.
Η κυβερνητική απόφαση, υπογραμμίζει η ΓΣΕΒΕΕ, είναι μια ακόμη πράξη εχθρική προς τον κόσμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, επικυρώνοντας τις προθέσεις της προηγούμενης ηγεσίας του Υπουργείου προς όφελος των συμφερόντων μεγάλων αλυσίδων και πολυκαταστημάτων, αγνοώντας επιδεικτικά τις προειδοποιήσεις των κοινωνικών φορέων, της αγοράς και των καταναλωτικών οργανώσεων. Φαίνεται ότι η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ δεν έχει εξαντλήσει ακόμη τη διαλυτική της δυναμική, παρά την αποτυχία όσων από τις προτάσεις της εφαρμόστηκαν.
Η απόφαση της κυβέρνησης παρακάμπτει την αιρετή δημόσια αρχή της περιφέρειας, αγνοώντας τις τοπικές ιδιαιτερότητες και υπονομεύει τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Είναι προφανές, επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ, ότι η πιλοτική εφαρμογή μιας αποσπασματικής ρύθμισης που θα παρακάμπτει τοπικές αρχές, παραγωγικούς φορείς αλλά και τους οικονομικούς βιορυθμούς της επιλεγμένης περιοχής θα δημιουργήσει προβλήματα στην τοπική και περιφερειακή οικονομία, και θα πλήξει όμορες αγορές. Πέραν τούτου, εγείρονται ζητήματα που άπτονται του ανταγωνιστικού πλαισίου λειτουργίας της αγοράς, καθώς με την επιλεκτική εφαρμογή του μέτρου θα πληγούν ανεπανόρθωτα τοπικές αγορές, καθώς το φαινόμενο της υποκατάστασης της κατανάλωσης θα μεταφερθεί σε όμορες αγορές που παραμένουν σε λειτουργία.
Η ΓΣΕΒΕΕ έχει προειδοποιήσει εγκαίρως, καταθέτοντας επίσημα στοιχεία και μελέτες περιπτώσεων από άλλες χώρες, την ελληνική κυβέρνηση και τα μέλη του κοινοβουλίου που κλήθηκαν να νομοθετήσουν έχοντας μερική γνώση της πραγματικότητας, για τις αρνητικές επιπτώσεις αυτής της ρύθμισης. Σύμφωνα άλλωστε με όλα τα στοιχεία που έχουν καταγραφεί κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου εφαρμογής της απελευθέρωσης της λειτουργίας των καταστημάτων για 7 Κυριακές το χρόνο, δεν προέκυψε αύξηση του τζίρου. Στην έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ μόνο 4,2% των καταστημάτων παρουσίασε αύξηση του τζίρου μετά την εφαρμογή του μέτρου. Αντίθετα, η αύξηση του λειτουργικού κόστους και η μειωμένη ζήτηση αποτελούν βασικό ανασχετικό παράγοντα. Σε ένα οικονομικό περιβάλλον, όπου τα εισοδήματα έχουν καταρρεύσει μεσοσταθμικά πάνω από 40%, αποτελεί οικονομικό παράδοξο να αναμένουμε αύξηση της κατανάλωσης.
Η θεωρία του Υπουργείου και του ΟΟΣΑ, καταλήγει η ΓΣΕΒΕΕ, ότι όταν το εισόδημα μειώνεται, η κατανάλωση αυξάνεται αν απελευθερωθεί η λειτουργία των καταστημάτων, διεκδικεί βραβείο παγκόσμιας πρωτοτυπίας οικονομικής σκέψης.