Ιούνιο οι προσλήψεις υπερίσχυσαν των απολύσεων, ενώ δημιουργήθηκαν 1.843 θέσεις εργασίας. Μάλιστα, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2019, δημιουργήθηκαν 300 περισσότερες θέσεις εργασίας. Πάντως τα στοιχεία δεν μπορεί να είναι συγκρίσιμα, αφού την περσινή άνοιξη είχε προηγηθεί σημαντική αύξηση των εποχικών προσλήψεων, σε αντίθεση με το φετινό δύσκολο δίμηνο, όπου λόγω της πανδημίας, υπήρξε «κατάρρευση» των προσλήψεων.
Στο σύνολο του εξαμήνου ωστόσο η εικόνα είναι απογοητευτική καθώς τα στοιχεία δείχνουν εύγλωττα τις συνέπειες της πανδημίας στην αγορά εργασίας. Είναι ενδεικτικό ότι στην Περιφέρεια Θεσσαλίας στο πρώτο φετινό εξάμηνο σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό αν και το ισοζύγιο είναι θετικό χάθηκαν συνολικά πάνω από 5.500 θέσεις εργασίας, κυρίως επειδή έλειψαν οι προσλήψεις στον τουρισμό. Σε γενικές γραμμές πάντως το ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης για τον φετινό Ιούνιο είναι θετικό με τη συμβολή των μέτρων συγκράτησης των απολύσεων.
Πάντως όπως ξεκάθαρα νιώθουν οι ειδικοί, τα δύσκολα είναι μπροστά μας, μιας και στο δεύτερο 15νθήμερο του Ιουλίου, λήγει και για τους τελευταίους εργαζομένους που μπήκαν τον Μάιο σε αναστολή, η ρήτρα απαγόρευσης των απολύσεων, ενώ το φθινόπωρο οι φόβοι για κατάρρευση της αγοράς ενισχύονται από τις ανησυχίες ενός αναμενόμενου δεύτερου κύματος εξάπλωσης της πανδημίας, από τη λήξη της τουριστικής περιόδου και κυρίως από τον τερματισμό των προστατευτικών μέτρων που ισχύουν έως το τέλος του Σεπτεμβρίου για τους εποχικά απασχολουμένους.
Άλλωστε, η εικόνα του 6μήνου δεν αφήνει και πολλά περιθώρια εφησυχασμού τόσο σε τοπικό όσο και σε επίπεδο περιφέρειας και η αγωνία, η ανασφάλεια και ο προβληματισμός για την επόμενη μέρα είναι εύγλωττος, ενώ την ίδια στιγμή τα στοιχεία της ΓΣΕΕ που έρχονται στο φως της δημοσιότητας είναι σοκαριστικά, καθώς κάνουν λόγο για απώλεια τουλάχιστον 250.000 θέσεων εργασίας.
ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΛΑΡΙΣΑΣ
Σε κάθε περίπτωση ο φετινός Ιούνιος στον νομό Λάρισας στην αγορά εργασίας πέρασε αφήνοντας ένα θετικό αποτύπωμα. Τον περασμένο μήνα δημιουργήθηκαν 538 θέσεις εργασίας, καθώς οι προσλήψεις ήταν 4.644 και οι συνολικές αποχωρήσεις (είτε οικειοθελείς, είτε από απόλυση είτε από λήξεις συμβάσεων) έφτασαν τις 4.107, διαμορφώνοντας ένα θετικό ισοζύγιο 537 θέσεων εργασίας. Να σημειωθεί πως από τις αποχωρήσεις οι 2.436 ήταν αποτέλεσμα καταγγελιών συμβάσεων αορίστου χρόνου ή λήξεων συμβάσεων ορισμένου χρόνου και οι 1.671 οικειοθελείς αποχωρήσεις. Στον αντίστοιχο περσινό μήνα οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν ήταν 254, καθώς οι μεν προσλήψεις ήταν 5.268, οι δε αποχωρήσεις 5.014.
Εν ολίγοις φέτος σε σχέση με πέρυσι, τον Ιούνιο δημιουργήθηκαν 283 επιπλέον θέσεις εργασίας. Σε επίπεδο Θεσσαλίας τον φετινό Ιούνιο δημιουργήθηκαν 1.843 περισσότερες θέσεις εργασίας, καθώς οι προσλήψεις έφτασαν τις 11.235 και οι συνολικές αποχωρήσεις τις 9.392. Στον περσινό μήνα οι νέες θέσεις εργασίας ήταν λιγότερες, καθώς οι προσλήψεις άγγιξαν τις 13.365 και οι αποχωρήσεις διαμορφώθηκαν στις 11.822.
Ωστόσο, τα δεδομένα στο εξάμηνο δείχνουν το πλήγμα στην απασχόληση. Αθροιστικά για την περίοδο Ιανουάριος - Ιούνιος 2020, οι αναγγελίες προσλήψεων στον νομό Λάρισας ανήλθαν 17.497 και οι αποχωρήσεις έφτασαν τις 16.409, αφήνοντας ωστόσο ένα θετικό ισοζύγιο 1.088 θέσεων εργασίας. Θετικό ήταν το ισοζύγιο συνολικά και για την Περιφέρεια κατά 1.665 νέες θέσεις εργασίας, με τις περιφερειακές ενότητες Καρδίτσας και Τρικάλων να υφίστανται το μεγαλύτερο πλήγμα καθώς και στους δύο νομούς οι αποχωρήσεις έφτασαν τις 1.364 θέσεις εργασίας.
Όπως άλλωστε σημειώνει και η έκθεση, «η χαμηλή επίδοση του ισοζυγίου Α’ εξαμήνου 2020, σε σχέση με τα αντίστοιχα ισοζύγια Α’ εξαμήνων των τελευταίων ετών, οφείλεται κατά κύριο λόγο στον μειωμένο αριθμό εποχικών προσλήψεων, κατά το χρονικό διάστημα Μαρτίου-Μαΐου, σε κλάδους οικονομικής δραστηριότητας που σχετίζονται με τον τουρισμό, εξαιτίας της έλευσης της πανδημίας του Covid-19».
Σε επίπεδο συμβάσεων, τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε εγχώριο, γίνεται αντιληπτό πως κάτι παραπάνω από τις μισές που πραγματοποιήθηκαν τον Ιούνιο, είναι με όρους ευέλικτης εργασίας. Ειδικότερα, το 40,7% των νέων συμβάσεων ήταν μερικής απασχόλησης και το 9,5% ήταν με όρους εκ περιτροπής εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι μόλις το 49,84% των νέων συμβάσεων ήταν με όρους πλήρους απασχόλησης.
Γενικά σε όλη τη χώρα τα στοιχεία της «ΕΡΓΑΝΗΣ» δείχνουν επίσης ότι κατά τη διάρκεια του Ιουνίου, οι παραιτήσεις και οι απολύσεις μοιράστηκαν στη διάρκεια του μήνα, σε αντίθεση με τις λήξεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου, οι οποίες αυξήθηκαν αλματωδώς στις 30/6, όταν έληξαν πάνω από 30.000 συμβάσεις, δηλαδή το 30% από τις συνολικά 98.000 λήξεις του Ιουνίου. Ανά φύλο, τα στοιχεία της Εργάνης δείχνουν ότι οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας (32.510) αφορούσαν άνδρες και μόλις 5.058 απευθύνονταν σε γυναίκες.
Σε επίπεδο ηλικίας, διαπιστώνεται μεγάλη αύξηση θέσεων εργασίας στην ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών (21.857). Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με τη μικρή μείωση (-637) που καταγράφηκε στις ηλικίες 30-44 ετών, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τον Ιούνιο οι εργοδότες επέλεξαν πιο νέους σε ηλικία εργαζομένους, άρα πιθανότατα και πιο «φτηνούς» μισθολογικά... Σε επίπεδο προσλήψεων, οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας (35.021) δημιουργήθηκαν στα καταλύματα και έπονται οι υπηρεσίες εστίασης (31.395) και το λιανικό εμπόριο (4.335).
ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ
Στο μεταξύ, στην τρέχουσα κατάσταση και στις πιθανές εξελίξεις στην αγορά εργασίας εστιάζει το πρόσφατο δελτίο οικονομικών εξελίξεων του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ). Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, από την ανάλυση προκύπτουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στοιχεία:
* Ο αριθμός των απασχολουμένων το 2020 αναμένεται να μειωθεί κατά 153.000 άτομα, εφόσον το ΑΕΠ συρρικνωθεί κατά 8%. Η μείωση θα περιοριστεί στα 115.000 άτομα στην περίπτωση που η ύφεση κυμανθεί στο 6%, ενώ θα αυξηθεί στα 192 χιλιάδες άτομα, εφόσον το ΑΕΠ μειωθεί κατά 10%.
* Η κρίση έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργαζομένων. Η Ελλάδα είναι πρώτη μεταξύ των κρατών-μελών της ευρωζώνης σε ποσοστό ευάλωτης απασχόλησης (26,7%), με σημαντική διαφορά από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (10,8%).
* Η πανδημία ανέδειξε το πρόβλημα της εργασιακής επισφάλειας, λόγω κοινωνικής αποστασιοποίησης. Ο υψηλότερος κίνδυνος έκθεσης των εργαζομένων και, άρα, αναστολής της εργασίας τους, εξαιτίας της απαιτούμενης φυσικής εγγύτητας κατά την εκτέλεσή της, εντοπίζεται σε κλάδους, όπως η εστίαση και τα καταλύματα, το εμπόριο, καθώς και οι προσωπικές και κοινωνικές υπηρεσίες.
* Το ποσοστό απασχόλησης στους κλάδους πολύ υψηλού κινδύνου ανέρχεται στην Ελλάδα στο 30,2%, το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό, μετά την Κύπρο (33,5%), όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 22,1%. Επίσης, οι κλάδοι πολύ υψηλού κινδύνου στην Ελλάδα συνεισφέρουν το 20,1% των συνολικών αμοιβών των εργαζομένων και το 25,9% της προστιθέμενης αξίας, όταν τα ίδια ποσοστά στην ΕΕ είναι 16,3% και 17,4%, αντίστοιχα. Η απόκλιση αυτή υποδεικνύει τις δυσανάλογες επιπτώσεις που ενδέχεται να επιφέρει η υγειονομική κρίση στο συνολικό εισόδημα των πολιτών της χώρας σε σχέση με τους υπόλοιπους κατοίκους της ΕΕ.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ