Όπως είπε οι ενεργειακές επιχειρήσεις έχουν αυτήν την περίοδο ελάφρυνση λόγω της μείωσης του κόστους φυσικού αερίου και πετρελαίου και γι' αυτό το υπουργείο ζήτησε - και οι εταιρείες προχώρησαν - σε προσφορές και εκπτώσεις προς τους καταναλωτές. Ωστόσο από την άλλη πλευρά έχουν μείωση εσόδων λόγω της κρίσης και γι' αυτό, προκειμένου να αντέξουν χρειάζεται ο μηχανισμός ρευστότητας που θα αξιοποιεί εγγυήσεις, δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και στήριξη από το ΕΣΠΑ αν χρειαστεί.
«Η ΔΕΗ έχει βγει από την εντατική, δεν έχει ατελείωτα περιθώρια. Αν δεν είχα να κάνω με τη ΔΕΗ αλλά με την RWE ή την ENEL, θα είχα πολύ μεγαλύτερη άνεση στις κινήσεις σε σχέση με τους καταναλωτές, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Βοηθάμε όσο μπορούμε», τόνισε ο υπουργός.
Απαντώντας σε ερώτηση σε σχέση με την στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην κρίση ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε ότι όταν κάποιος έχει δικαιώματα πρέπει να έχει και υποχρεώσεις, αλλά αυτό δεν ισχύει μόνο για την μία πλευρά: ισχύει και για τις χώρες του Βορρά. Υπογράμμισε ακόμη ότι η πρόταση για το κορονοομόλογο είναι μια ευκαιρία προβληματισμού για όλους, όπως και η κρίση συνολικά είναι «ευκαιρία να διορθώσουμε τις ατέλειες και να κάνουμε μεγάλα βήματα μπροστά».
«Η έλλειψη έμπνευσης από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες δίνει έδαφος στον ευρωσκεπτικισμό», τόνισε. «Όσοι θέλουν να σταματήσει το όραμα της συνεργασίας και της ειρήνης, βρίσκουν έδαφος όταν από την άλλη πλευρά υπάρχει λογιστική και τεχνική διαχείριση».
Για την μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που καταγράφεται λόγω του περιορισμού των μετακινήσεων και της κρίσης, ο κ. Χατζηδάκης επεσήμανε ότι «βεβαίως η δημόσια υγεία και η επούλωση των πληγών της οικονομίας είναι σε προτεραιότητα αλλά θα ήταν λάθος να πούμε ότι το περιβάλλον δεν μετράει καθώς είναι θέμα που σχετίζεται άμεσα με την δημόσια υγεία. Βρισκόμαστε απέναντι σε μια νέα πραγματικότητα στον πλανήτη και χρειάζονται νέες απαντήσεις από τις πολιτικές ηγεσίες», κατέληξε ο υπουργός.