Οι τιμές πώλησής τους σε ετήσια βάση εμφανίζουν αύξηση κατά μέσο όρο 7,3%, με τις τιμές στη Λάρισα να διαμορφώνονται ανάλογα με την παλαιότητά τους από 450 έως 850 ευρώ το τ.μ. κατά μέσο όρο για τα ηλικίας άνω των 5 ετών και από 1.000-1.500 ευρώ/τ.μ. για τα νεόδμητα και κάτω των 5 ετών ακίνητα. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του κτηματομεσιτικού δικτύου RE/MAX, οι τιμές αντικατοπτρίζουν σε μεγάλο βαθμό την τάση που επικρατεί και κυρίως την χρόνο με τον χρόνο αυξανόμενη ζήτηση, υπενθυμίζοντας ότι το ακίνητο αποτελεί το ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο για όλες τις κατηγορίες των νοικοκυριών αλλά και εκείνων που επιθυμούν να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής τους επιλέγοντας ένα ακίνητο που να καλύπτει τις ανάγκες τους. Η άνοδος των τιμών στην αγορά πέραν του ότι θα συμπαρασύρει προς τα πάνω και τις αντικειμενικές, προκαλώντας ντόμινο αυξήσεων σε φόρους και τέλη που επιβαρύνουν την ακίνητη περιουσία, έρχεται ως φυσική συνέχεια της περσινής σταθεροποίησης των τιμών με αυξητικές τάσεις, γεγονός που επιβραβεύει όλους όσοι επέλεξαν στη μεταβατική περίοδο της εξόδου της Ελλάδας από τα μνημόνια να επενδύσουν στην κτηματαγορά με πολλαπλά οφέλη και επιβεβαιώνοντας ότι η αγορά ακινήτων μπορεί να αποτελέσει και πάλι την ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας, όπως είχε συμβεί και πριν την κρίση. Τα στοιχεία του μεγαλύτερου κτηματομεσιτικού δικτύου της χώρας αλλά και τα πλέον επίσημα δεδομένα, αυτά της Ελληνικής Στατιστικής, επιβεβαιώνουν τη θετική στροφή των επενδυτών στον κλάδο της κτηματαγοράς είτε αφορά σε κατοικίες, είτε σε επαγγελματικούς χώρους, είτε σε άλλης μορφής ακίνητα. Αντίστοιχα στοιχεία είχε εμφανίσει η RE/MAX Ελλάς στην περσινή της έρευνα όπου και τότε είχαν καταγραφεί οι τάσεις ανόδου ενός από τους πιο νευραλγικούς και καίριους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Ιδιώτες αλλά και επαγγελματίες έχουν πλέον βασική επενδυτική επιλογή το προϊόν που λέγεται ακίνητο, ενώ όσο απομακρύνεται η χώρα από τα απόνερα της κρίσης ολοένα και περισσότεροι θα είναι εκείνοι τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό που θα αγοράζουν ή θα ενοικιάζουν ακίνητα με στόχο μελλοντικά επενδυτικά οφέλη. Για την αύξηση των τιμών πώλησης ακινήτων, αυτό που φαίνεται από τα στοιχεία είναι ότι τα τελευταία χρόνια που είχε παγώσει η οικοδομική δραστηριότητα περιορίστηκε το προσφερόμενο προϊόν και οι νέες αναπτύξεις με αποτέλεσμα το υπάρχoν απόθεμα ακινήτων να μην ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες του αγοραστικού κοινού. Αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα στον τομέα των κατοικιών. Σημαντικό ρόλο στην αύξηση των τιμών έχουν παίξει και οι αυξημένες αποδόσεις που προσφέρουν οι νέου τύπου βραχυχρόνιες μισθώσεις που πλέον έχουν κυριαρχήσει σε αστικά κέντρα αλλά και σε πολλές τουριστικές περιοχές. Τα ακίνητα αυτού του είδους βρίσκονται πλέον στις πρώτες επιλογές των ενδιαφερόμενων αγοραστών καθώς οι αποδόσεις που προσφέρουν θα τις ζήλευαν και οι πιο φιλόδοξοι επενδυτές στον κλάδο του Real Estate. Καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση του θετικού κλίματος και στη μεγαλύτερη αύξηση του αγοραστικού ενδιαφέροντος αναμένεται να «παίξει» η διαμόρφωση σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος αλλά και ένα ευρύτερα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Όσον αφορά στον όγκο των αγοραπωλησιών ακινήτων, η Ελληνική Στατιστική Αρχή κατέγραψε, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, αύξηση το 2017 σε σύγκριση με το 2016 κατά 11,6% (http://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/SJU24/2017 ) ενώ ανοδική είναι η πορεία τους και για το 2018, σύμφωνα με τα στοιχεία της RE/MAX Ελλάς. Πιο συγκεκριμένα, βάσει των δεδομένων που διατηρεί το κτηματομεσιτικό δίκτυο RE/MAX σε ολόκληρη τη χώρα, ο πανελλαδικός σταθμισμένος δείκτης τιμών των κατοικιών αυξήθηκε το 2018 σε σχέση με το προηγούμενο έτος κατά 7,3%. Σε εθνικό επίπεδο, οι τιμές των μεταχειρισμένων ακινήτων αυξήθηκαν σταθμισμένα κατά μέσο όρο 8,9%, ενώ των νέων ακινήτων αυξήθηκαν κατά 6,9%. Αξίζει να τονιστεί ότι στη συγκεκριμένη έρευνα -όπως και σε αυτή που κοινοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2018 για τις πωλήσεις ακινήτων του 2017- υπάρχει η διάκριση των κατοικιών σε νεότερα της πενταετίας (στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα νεόδμητα) και σε παλαιότερα των 5 ετών. Η διάκριση αυτή κρίθηκε αναγκαία για την εξαγωγή πιο χρήσιμων συμπερασμάτων καθώς τα τελευταία 5 χρόνια έχει μειωθεί πάρα πολύ η οικοδομική δραστηριότητα.
«ΦΩΤΙΑ» ΣΤΟΥΣ ΦΟΡΟΥΣ
Σε κάθε περίπτωση αυτό που φαίνεται ξεκάθαρα είναι πως ο χάρτης στην κτηματαγορά αλλάζει και οι νέες τιμές των κατοικιών απειλούν να βάλουν "φωτιά" στους φόρους ακινήτων, καθώς μέχρι του χρόνου η κυβέρνηση θα πρέπει να υλοποιήσει μια από τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις της εξισώνοντας τις αντικειμενικές αξίες με τις εμπορικές. Ωστόσο νέα αναπροσαρμογή των Τιμών Ζώνης αντίστοιχης της περσινής δεν πρόκειται να γίνει φέτος παρά μόνο ένταξη στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων όσων περιοχών, κυρίως οικισμών που δεν έχουν ακόμη ενταχθεί. Σήμερα ο υπολογισμός της αξίας των ακινήτων που δεν έχουν αντικειμενικές αξίες κατά τη μεταβίβασή τους γίνεται με τον παραδοσιακό τρόπο, δηλαδή με ενδεικτικές και συγκριτικές τιμές πώλησης ακινήτων σε όμορες περιοχές, όπου την τελική απόφαση λαμβάνει η Εφορία. Αυτό βέβαια είχε ως αποτέλεσμα πολίτες να προσφύγουν δικαστικά αμφισβητώντας τους φόρους που καταλόγιζαν οι Εφορίες. Η ένταξη των περιοχών αυτών στις αντικειμενικές αξίες θα οδηγήσει σε αύξηση της φορολογίας. Και αυτό, αφού σήμερα τα ακίνητα αυτά ως επί το πλείστον είναι αγροτεμάχια, τα οποία μάλιστα εξαιρούνται από τον συμπληρωματικό φόρο του ΕΝΦΙΑ. Με την ένταξή τους στο σύστημα οι ιδιοκτήτες των ακινήτων θα πληρώσουν παραπάνω ΕΝΦΙΑ και είναι εξαιρετικά πιθανό το ενδεχόμενο να οδηγηθούν και στην πληρωμή συμπληρωματικού φόρου, εφόσον η αξία των ακινήτων τους ξεπερνάει τις 250.000 ευρώ. Ξέχωρα βέβαια που θα επηρεαστούν συνολικά 22 φόροι και τέλη που υπολογίζονται με βάση τις αντικειμενικές αξίες, όπως τα δημοτικά τέλη ενδεικτικά... Ωστόσο αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι πως η ένταξη των περιοχών στις αντικειμενικές αξίες δεν θα επηρεάσει τον φετινό ΕΝΦΙΑ ούτε τους υπόλοιπους φόρους πλην του φόρου μεταβίβασης ακινήτων ενώ για τους υπόλοιπους φόρους, οι νέες αντικειμενικές αξίες θα τεθούν σε ισχύ την 1-1-2020. Σημειώνεται ότι τελευταία φορά που συνέβη αυτό ήταν τον Δεκέμβριο του 2010 με την ένταξη 4.500 περιοχών από συνολικά 25 νομούς της χώρας, μεταξύ των οποίων και της Λάρισας.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ