Η διάταξη αυτή οδεύει πλέον προς κατάργηση και είναι πιθανό να επανέλθει σε ισχύ μόνον όταν η ανεργία στη χώρα μας πιάσει μονοψήφιο νούμερο (δηλαδή κάτω από 10%). Το ηλικιακό όριο των 55 ετών που έθεσε διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου αφορά σε συντάξεις χηρείας που χορηγήθηκαν σε δικαιούχους/ες συζύγους για θανάτους ασφαλισμένων ή συνταξιούχων που επήλθαν από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η ιστοσελίδα "newpost" σύμφωνα με ισχύουσα διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου, «μεταφορά» και χορήγηση δια βίου σύνταξης χηρείας δικαιούνται μόνον οι επιζώντες σύζυγοι, οι οποίοι τη στιγμή του θανάτου του εκλιπόντος ήταν πάνω από 55 ετών. Όσοι ήταν κάτω από 55 αλλά έχουν ανήλικα παιδιά έως 18 ετών ή παιδιά σπουδαστές έως 24 ετών δικαιούνται να λαμβάνουν τη σύνταξη χωρίς διακοπή για όσα χρόνια τα παιδιά είναι ανήλικα ή σπουδάζουν και σε κάθε περίπτωση για μια 3ετία τουλάχιστον.
Αντίθετα, όσοι χήρες/χήροι ήταν τη στιγμή του θανάτου 52-55 ετών και δεν έχουν ανήλικα παιδιά ή παιδιά – σπουδαστές έως 24 ετών, λαμβάνουν τη σύνταξη χηρείας για μια 3ετία. Μετά την 3ετία η σύνταξή τους πρέπει να διακοπεί και να επαναχορηγηθεί όταν γίνουν 67 ετών. Το ίδιο σύστημα ισχύει και για χήρες / χήρους που ήταν κάτω από 55 τη στιγμή του θανάτου, αλλά θα έχουν συμπληρώσει τα 55 όταν το παιδί τους ενηλικιωθεί ή όταν ολοκληρώσει τις σπουδές του. Κι αυτοί θα δικαιούνται να λάβουν την σύνταξη δια βίου όταν γίνουν 67 ετών.
Η παραπάνω ρύθμιση του νόμου Κατρούγκαλου τέθηκε πρώτη φορά σε ισχύ για θανάτους που επήλθαν από 13 Μαΐου 2016 και μετά, άρα η επίμαχη τριετία συμπληρώνεται για πρώτη φορά τον Μάιο του 2019. Μπροστά σε αυτό το δεδομένο, συζητείται η αναστολή του μέτρου με ρήτρα ανεργίας. Έως και τον Αύγουστο του 2018 είχαν απονεμηθεί 67.000 συντάξεις χηρείας με το νέο σύστημα, ενώ εκκρεμούσαν τότε 21.000 αιτήσεις. Υπενθυμίζεται πως έχει τεθεί και ελάχιστο πλαφόν στο ποσό των συντάξεων χηρείας στα 360 ευρώ.