Τη Δευτέρα θα ανοίξουν όλα τα καταστήματα των ελληνικών τραπεζών, όπως ανέφεραν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τραπεζικές πηγές μετά την αύξηση της ρευστότητας από την ΕΚΤ μέσω του ELA κατά 900 εκατ. ευρώ για μία εβδομάδα.
Οι ίδιες πηγές σημείωσαν ότι οι πολίτες θα έχουν αρχής γενομένης από τη Δευτέρα, τη δυνατότητα να κάνουν σωρευτική ανάληψη χρημάτων από τα μηχανήματα αυτόματης ανάληψης ΑΤΜ, ή τα γκισέ των τραπεζών, αντί να υποχρεούνται όπως σήμερα, να λαμβάνουν καθημερινά μόνο το ποσό των 60 ευρώ. Σε αυτή την περίπτωση, αρχής γενομένης από τη Δευτέρα, όποιος πολίτης δεν κάνει χρήση της κάρτας ανάληψης για δυο ημέρες σημαίνει ότι την τρίτη ημέρα θα δικαιούται να λάβει το ποσό των 180, ενώ αν δεν κάνει ανάληψη τη μία ημέρα την επομένη θα λάβει 120 ευρώ.
Η διευκόλυνση αυτή γίνεται για να αποφευχθούν οι ουρές στα τραπεζικά καταστήματα.
Σε εβδομαδιαία βάση οι τράπεζες χρειάζονται περίπου 500 εκατ. ευρώ για να εξυπηρετούν πολίτες και επιχειρήσεις εντός των υφιστάμενων ορίων των κεφαλαιακών περιορισμών (60 ευρώ ημερήσιο όριο αναλήψεων, εβδομαδιαίο όριο αναλήψεων 120 ευρώ για συντάξεις, κ.α..) και τα διαθέσιμα είχαν φτάσει στα 200 εκατ. ευρώ. Λεπτομέρειες αναμένονται να ανακοινωθούν σήμερα.
ΝΤΡΑΓΚΙ ΓΙΑ ΤΡΑΠΕΖΕΣ
H Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη και η ΕKT λαμβάνει τις αποφάσεις της με αυτό το σκεπτικό. Αυτό υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράκγι στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου, λίγο μετά τη συνεδρίαση του Δ.Σ. Μάλιστα τόσο ο κ. Ντράγκι όσο και ο αντιπρόεδρος της ΕKT Β. Κοστάντσιο, άφησαν ανοικτό το ενδεχόμενο να ενταχθεί και η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (αγοράς ομολόγων), όταν θα αποκτασταθούν οι απαραίτητες συνθήκες (ενταχθεί και πάλι η χώρα σε πρόγραμμα, ξεκινήσει η εφαρμογή του και αποπληρωθούν τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου που έχει στην κατοχή της η ΕΚΤ και λήγουν φέτος). (Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ότι το πρόγραμμα ποσοτικής χλάρωσης συνολικού ύψους 1,1 τρισ. ευρώ έχει διάρκεια έως τα τέλη Σεπτεμβρίου 2016 και αφορά σε αγορές ομολόγων, ανάλογα με τη συμμετοχή της κάθε χώρας σε αυτό. Η Ελλάδα επρόκειτο να ενταχθεί στο ευεργετικό για την ανάκαμψη της οικονομίας, πρόγραμμα, από τα μέσα Ιουλίου. Κατόπιν της νέας συμφωνίας με τους εταίρους της, η ποσοτική χαλάρωση μπορεί να ενεργοποιηθεί και για την Ελλάδα).
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ άσκησε δρυμία κριτική σε όσους πίεζαν εντός της Ε.Ε. για να μειωθεί ο ELA και αναγνώρισε ότι οι περιορισμοί που έχουν τεθεί στην κίνηση κεφαλαίων προκαλούν ζημιά στην οικονομία και εμποδίζουν την ανάκαμψή της. Ωστόσο όπως είπε η επιβολή τους ήταν αναγκαία προκειμένου να αποφευχθεί η μαζική φυγή των καταθέσεων και να προστατευθούν οι μικροκαταθέτες. Σε κάθε περίπτωση επεσήμανε η άρση τους αποτελεί ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης και απέφυγε να προβλέψει το πότε θα αρθούν.
Για το θέμα του Δημόσιου Χρέους ο επικεφαλής της ΕΚΤ εμφανίστηκε κατηγορηματικός αναφέροντα ότι η Ελλάδα χρειάζεται οπωσδήποτε ελάφρυνση του Χρέους ενώ απαντώντας στην κριτική ότι η ΕΚΤ δεν στήριξε επαρκώς τις ελληνικές τράπεζες το τελευταίο διάστημα στερώντας τους την απαραίτητη ρευστότητα, ο επικεφαλής της ΕΚΤ ανέφερε ότι η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών στην χρηματοδότηση της ΕΚΤ έχει φθάσει πλέον τα 130 δισ. ευρώ, ποσό που υπερβαίνει τις καταθέσεις που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες πλέον έχουν υποχωρήσει στα 120 δισ. ευρώ. Ο κ. Ντράγκι ανέφερε επιπροσθέτως ότι η ΕΚΤ υπερκάλυπτε πάντα τις εκροές καταθέσεων, λέγοντας ότι τον Ιούνιο οι εκροές των καταθέσεων ξεπέρασαν τα 8,1 δισ. ευρω ενώ η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ ανήλθε τον ίδιο μήνα στα 10,3 δισ. ευρώ.
Για τις ελληνικές τράπεζες ανέφερε ότι με τα εποπτικά κριτήρια που θέτει ο Ευρωπαϊκό Μηχανισμός τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένα καθώς οι σχετική δείκτες επάρκειας (Τier1 Cet1) υπερβαίνουν τα ελάχιστα αποδεκτά όρια. Ωστόσο όπως είπε εγείρονται ερωτήματα για την μακροπρόθεσμη προοπτική καθώς η κεφαλαιακή τους επάρκεια θα δεχθεί πιέσεις εξαιτίας της αναμενόμενης αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπροσθέτως ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών επηρεάζεται από την πιστοληπτική ικανότητα του Ελληνικού Δημοσίου καθώς συνίσταται στον αναβαλλόμενο φόρο. Εκτίμησε ωστόσο ότι τα 25 δισ. ευρω τα οποία προβλέπει το νέο πρόγραμμα να διατεθούν για τις τράπεζες, επαρκούν για την ανακεφαλαιοποίησή τους.