Η εικόνα των μέσων όρων όμως είναι εν πολλοίς πλασματική, γιατί υπάρχουν τεράστιες διαφορές ανάμεσα στις δαπάνες που κάνουν τα πιο φτωχά νοικοκυριά (σχεδόν αποκλειστικά για βασικές ανάγκες διαβίωσης) σε σύγκριση με τα πιο πλούσια.
Συγκεκριμένα, όπως έδειξε η δειγματοληπτική Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) του 2017, που διενεργήθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ σε δείγμα 6.176 ιδιωτικών νοικοκυριών στο σύνολο της χώρας:
* Η συνολική μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών (αγορές) για το 2017 ανήλθε στα 5,769 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 1%, σε σχέση με τα 55,697 δισ. ευρώ το 2016. Η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές ανήλθε στα 1.414,09 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 1,6% (22,06 ευρώ). Η μέση συνολική δαπάνη για κάθε άτομο ανήλθε στα 547,51 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 1,6% (8,57 ευρώ). Σε πραγματικούς όρους, η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε σε ποσοστό 0,7% ή 9,74 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού το 2017 (0,7%).
* Η ποσοστιαία κατανομή των 12 κατηγοριών έχει ως εξής: είδη διατροφής 20,4%, στέγαση 14,1%, μεταφορές 12,9%, ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια 10,5%, διάφορα αγαθά και υπηρεσίες 8,8%, υγεία 7,3%, είδη ένδυσης και υπόδησης 5,8%, διαρκή αγαθά 4,4%, αναψυχή και πολιτισμός 4,7%, επικοινωνίες 4,2%, οινοπνευματώδη ποτά και καπνός 3,8% και εκπαίδευση 3,2%.
* Σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2016), η μεγαλύτερη μεταβολή δαπανών των νοικοκυριών (+7,4%) παρατηρείται για εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία, ενώ ακολουθούν οι δαπάνες για στέγαση (αύξηση 3,2%) και για αναψυχή και πολιτισμό (αύξηση 2,8%). Μείωση παρατηρείται για τα διάφορα αγαθά και υπηρεσίες (-1,4%), για οινοπνευματώδη ποτά και τον καπνό (-0,5%) και την υγεία (-0,3%).
* Στις δαπάνες στα είδη διατροφής, παρατηρείται μείωση της μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), για έλαια και λίπη (3,2%), γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (2,8%) και μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών (0,4%). Αντιθέτως παρατηρείται αύξηση της μηνιαίας δαπάνης για καφέ, τσάι και κακάο (6.3%), λαχανικά (2,6%), φρούτα (2,4%), ψάρια (2%), ζάχαρη, μαρμελάδες, μέλι κλπ. (1,3%), λοιπά αγαθά είδη διατροφής (1%), αλεύρι, ψωμί και δημητριακά (0,9%), και κρέας (0,6%).
ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ
Ωστόσο, τα καταναλωτικά πρότυπα διαφέρουν ανάλογα με τον τύπο των νοικοκυριών, ωστόσο η μεγαλύτερη δαπάνη που καταγράφεται σε όλους τους τύπους νοικοκυριών αφορά σε είδη διατροφής. Ειδικότερα:
- Νοικοκυριά με ένα άτομο μόνο ηλικίας 65 ετών και άνω, έχουν λιγότερες δαπάνες κατά 45,4% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της χώρας. Νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με δυο παιδιά έως και 16 ετών έχουν περισσότερες δαπάνες κατά 145,7% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών.
- Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν κατά μέσο όρο 1.165,81 ευρώ μηνιαίως ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 1.477,79 ευρώ. Επομένως, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν, κατά μέσο όρο, 21,1% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.
* O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 18,1% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνον η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (18,2% το 2016), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 12,2% του πληθυσμού (11,3% το 2016) όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσης (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).
* Από τα στοιχεία της έρευνας, προκύπτει ότι τα νοικοκυριά διαθέτουν: *Τηλεόραση έγχρωμη (100%), κινητό τηλέφωνο (90,9%), σταθερό τηλέφωνο (85%), επιβατηγό αυτοκίνητο ΙΧ, τουλάχιστον ένα (66%), προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή (68,1%), πλυντήριο πιάτων (36,7%), καταψύκτη (30,6%), δεύτερη κατοικία (15,8%) και κλειστό χώρο στάθμευσης (12,9%), ενώ χρησιμοποιούν την κεντρική θέρμανση ως κύρια πηγή θέρμανσης σε ποσοστό 41,3%.