«Παρά την εντατικοποίηση των προσπαθειών, τη διάθεση σημαντικότατων πόρων και την αλματώδη αύξηση του πλήθους των εντοπισμένων περιπτώσεων ρευματοκλοπής το φαινόμενο όχι μόνο δεν ανακόπηκε, αλλά τουναντίον μεγεθύνθηκε» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Δρόσος. Όπως εξήγησε, η έξαρση του φαινομένου συμπίπτει και συνδέεται με την παρατεταμένη οικονομική κρίση, διεύρυνση της κοινωνικής βάσης του φαινομένου, προσφορά «τεχνογνωσίας» ρευματοκλοπής και «της δυσπιστίας και εναντίωσης προς το κράτος (αφού παρά την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, στη συνείδηση των περισσοτέρων το ηλεκτρικό ρεύμα είναι ταυτισμένο με τη ΔΕΗ και η ΔΕΗ με το κράτος) φαίνεται να παρέχει τη «νομιμοποιητική βάση» για την προσχώρηση». Όμως, όπως υπογράμμισε «σε κάθε περίπτωση η ρευματοκλοπή συνιστά παραβατική, αντικοινωνική συμπεριφορά, αφού το "όφελος" των ολίγων μεταφράζεται σε ζημία των πολλών».
Δίνοντας ποσοτικά δεδομένα, με στοιχεία έως και την 31η Αυγούστου του 2018, ο κ. Δρόσος αναφέρθηκε στο πλήθος επιστολών (για διαπιστωμένες ρευματοκλοπές με βεβαίωση απαιτήσεων), που ανέρχονται σε 5270, με το 13% να αφορά σε ρευματοκλοπές προ του 2017, τo 39% εντός 2017 και το 48% εντός 2018.