Το δικαστήριο, μετά από πολύμηνη αποδεικτική διαδικασία, κήρυξε αθώους, κατά πλειοψηφία 2 προς 1, όλους τους κατηγορούμενους από τα αδικήματα της απάτης και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αντιμετώπιζαν. Το μέλος της σύνθεσης δικαστηρίου που διαφώνησε είχε την άποψη ότι όλοι οι κατηγορούμενοι πρέπει να κριθούν ένοχοι και για τις δύο αξιόποινες πράξεις. Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν αντίθετη με την εισαγγελική εισήγηση που ζήτησε την ενοχή όλων των εμπλεκόμενων. Η Εισαγγελέας Έδρας Αθηνά Θεοδωροπούλου ζήτησε από το δικαστήριο να κηρύξει ενόχους τους 36, καθώς κατά την κρίση της ήταν εσφαλμένη και η πρώτη αθώωσή τους. Σύμφωνα με την εισαγγελέα, σκοπός των κατηγορουμένων ήταν, μέσω μεθοδεύσεων, η μακροπρόθεσμη «δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς και η καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας αλλά και η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της». Κατά την εισαγγελική λειτουργό, το σχέδιο δεν πήγε καλά γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή και «μετά καταποντίστηκε το σύστημα».
Οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν για δεύτερη φορά στο εδώλιο μετά την ομόφωνη αθώωσή τους από το ίδιο δικαστήριο το 2013, η οποία ωστόσο αναιρέθηκε από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Ο Άρειος Πάγος άσκησε αναίρεση κατά της αθώωσης, κρίνοντας πως η απαλλακτική απόφαση στερούνταν ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Όπως θυμίζει το ΑΠΕ, η δικαστική έρευνα με τις «μετοχές φούσκες του Χρηματιστηρίου» ξεκίνησε το 1999 και -εν μέσω αρνητικών συγκυριών με την εμπλοκή της τότε ανακρίτριας που ανέλαβε να χειριστεί τη δικογραφία σε «παραδικαστικό κύκλωμα»- είχε καταλήξει το 2009 σε βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών που παρέπεμπε 67 κατηγορούμενους. Στην πορεία, με εφετειακό βούλευμα οι κατηγορούμενοι μειώθηκαν σε 42, οι οποίοι δικάστηκαν και αθωώθηκαν το 2013, ενώ πλέον έξι από αυτούς δεν είναι εν ζωή...