Σύμφωνα με τον ίδιο, ο στόχος αυτός είναι μακριά από τον επιθυμητό που έχει τεθεί, ωστόσο είναι σημαντικός καθώς για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια στασιμότητας, η οικονομία φαίνεται ότι θα κινηθεί ανοδικά.
Σε ό,τι αφορά στους πρώτους τρεις μήνες του έτους, λόγω της καθυστέρησης της αξιολόγησης και λοιπών παραγόντων, το ΑΕΠ παρέμεινε αμετάβλητο.
Με βάση τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, η ανάπτυξη για το τρέχον έτος θα στηριχθεί κυρίως στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης που υπολογίζεται στο 1,2%, στη μείωση της ανεργίας κατά μία μονάδα και συγκεκριμένα στο 22,2%, αλλά και στη μικρή αύξηση των επενδύσεων, όπου υπολογίζεται ότι θα κινηθούν ανοδικά σε ποσοστό 10-12%. Ωστόσο, δεν έχουν σταματήσει να ελλοχεύουν «κίνδυνοι», καθώς η αύξηση αυτή του ΑΕΠ μπορεί να επηρεαστεί από τις εξαγωγές, αλλά και από την αναμενόμενη αύξηση των εισαγωγών.
Ειδική αναφορά έκανε ο ίδιος στην επίτευξη του υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος, τονίζοντας ότι πρόκειται για μια θετική εξέλιξη. Παράλληλα, εξέφρασε τον προβληματισμό του για το πώς αυτό το πλεόνασμα μπορεί να είναι διατηρήσιμο σε βάθος χρόνου, σημειώνοντας ότι η επίτευξη πλεονασμάτων δεν θα πρέπει να υποκαταστήσει τις δομικές μεταρρυθμίσεις. Σημείωσε δε ότι η επίτευξη του πλεονάσματος αυτού προήλθε σε σημαντικό βαθμό από τη συνεισφορά των ασφαλιστικών ταμείων, τόσο λόγω της μείωσης των συντάξεων όσο και της αύξησης των εισφορών, αλλά και από τις πληρωμές με ηλεκτρονικά μέσα, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να «ασπρίσει» ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομίας.