Όπως διευκρινίζεται, δεν απαγορεύεται η ανάληψη εργασίας ή αυτοαπασχόλησης από τους συνταξιούχους αναπηρίας, αλλά υπόκεινται σε έλεγχο από τον φορέα συνταξιοδότησής τους, κατά τις οικείες διατάξεις, από τον οποίο ενδεχομένως να προκύψει αλλαγή βαθμίδας ασφαλιστικής αναπηρίας ή και άρση αυτής, με ανάλογες περικοπές στα ποσά των συντάξεων ή διακοπή της σύνταξης. Σύμφωνα με την εγκύκλιο, «προκειμένου να είναι δυνατός ο έλεγχος, οι συνταξιούχοι υποχρεούνται, πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν, να το δηλώσουν στον φορέα από τον οποίο συνταξιοδοτούνται. Με σκοπό να μην ενισχύεται η παραβατικότητα από μέρους των συνταξιούχων, παράλειψη της δηλώσεως από μέρους τους περί της ανάληψης εργασίας έχει επιπτώσεις στη συνταξιοδότησή τους, όταν οι αρμόδιες υπηρεσίες του φορέα λάβουν γνώση σχετικά».
Με τη νέα ρύθμιση «ορίζεται ότι ενδεχόμενη παράλειψη εκ μέρους του συνταξιούχου υποβολής της προβλεπόμενης δήλωσης προς τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου του ποσού που έπρεπε να του παρακρατηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 16 του ν. 3863/2010 (μείωση κατά 70% του ποσού που υπερβαίνει τα " 30 Η.Α.Ε., όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί τότε), αντί του ποσού των συντάξεων που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα της εργασίας του, όπως όριζαν οι προϊσχύουσες διατάξεις».
Όμως, ως προς τους συνταξιούχους αναπηρίας, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 3863/2010, εάν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται και κερδίζουν, ανάλογα με το βαθμό της αναπηρίας τους, περισσότερα από όσα κερδίζει υγιής απασχολούμενος, σύμφωνα με τους γενικούς όρους αμοιβής, διακόπτεται η σύνταξή τους ή οι συντάξεις τους, κύριες και επικουρικές. Συνεπώς, το ποσό που έπρεπε να παρακρατηθεί σε αυτές τις περιπτώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 16 του ν. 3863/2010, είναι τα ποσά των συντάξεων που έλαβε ο συνταξιούχος μη νόμιμα κατά το χρονικό διάστημα της εργασίας του ή κατά το διάστημα που αυτοαπασχολείτο ή τα ποσά των επί πλέον διαφορών σύνταξης, λόγω μεταβολής ποσοστού αναπηρίας από το αρχικό. Δεν τροποποιούνται, δηλαδή, με τις διατάξεις του ν. 4316/2014, οι επιπτώσεις που υφίστανται οι συνταξιούχοι αναπηρίας, αλλά το ετήσιο επιτόκιο, με το οποίο επιβαρύνονται τα ποσά, που θα πρέπει να επιστραφούν κατά τα ανωτέρω και το οποίο είναι 4,65%. Κατά τα λοιπά οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 68 του ν. 4316/2014, ο φορέας μπορεί να συμψηφίζει το ποσό με μελλοντικές συντάξεις, ενώ για δηλώσεις που η υποχρέωση υποβολής ανάγεται, μέχρι τις 24-12-2014, (ημέρα δημοσίευσης του ν. 4316/2014), το ποσό που θα προκύψει από τον προβλεπόμενο καταλογισμό μειώνεται κατά 50%.
Σε κάθε περίπτωση, για τη διακοπή της συνταξιοδότησης και τον καταλογισμό οποιοδήποτε ποσού σε συνταξιούχους, λόγω αναπηρίας, θα πρέπει να έχει προηγηθεί απαραίτητα ο προβλεπόμενος έλεγχος.