Όσον αφορά στα στοιχεία για την ελληνική οικονομική δραστηριότητα πάνω από 2,1 δισ. ευρώ ή το 15,6% του συνολικού τζίρου στους εν λόγω τομείς χάνονται κάθε χρόνο από τις πωλήσεις των προϊόντων μαϊμού. Οι απομιμήσεις και η πειρατεία βλάπτουν σοβαρά και την αγορά εργασίας καθώς οι απώλειες προσεγγίζουν τις 24.600 θέσεις εργασίας. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 1η θέση όσον αφορά στη σχετική απώλεια θέσεων εργασίας λόγω της κυκλοφορίας προϊόντων παρεμπορίου και στην 4η θέση όσον αφορά στις απολεσθείσες πωλήσεις. Τα καλλυντικά και τα φάρμακα είναι οι κλάδοι που πλήττονται περισσότερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταγράφοντας απώλειες σε πωλήσεις της τάξης του 20% και του 12% αντίστοιχα.
Με αφορμή τα προσφάτως κοινοποιηθέντα στοιχεία για τις καταστροφικές συνέπειες των προϊόντων παρεμπορίου η ανάγκη λήψης μέτρων πάταξης του φαινομένου είναι άμεση.
Η ΕΣΕΕ, όπως σημειώνει ο κ. Κορκίδης, κρούει των κώδωνα του κινδύνου για την «ανθεκτικότητα» του παρεμπορίου τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός πως τα κέρδη που προέρχονται από την παραγωγή και διακίνηση προϊόντων παραποίησης - απομίμησης - πειρατείας και παράνομης διακίνησης προσώπων (δουλεμπόριο, σωματεμπόριο) είναι πιθανό να υπερβαίνουν εκείνα της παράνομης παραγωγής και εμπορίας ναρκωτικών. Η εν λόγω σύγκριση αποδίδει ευθέως χαρακτηριστικά οργανωμένου εγκλήματος σε όσους ασκούν ή συμμετέχουν στην παραγωγή προϊόντων παραποίησης, απομίμησης και πειρατείας".
Για το επιχειρηματικό κόσμο ένα είναι το σοβαρό πρόβλημα στην πάταξη της παραβατικότητας: η ανυπαρξία πολιτικής βούλησης των κυβερνήσεων, διαχρονικά και της σημερινής να συγκρουστούν με ισχυρότατα συμφέροντα που τρέφονται από την παροικονομία για να τα πατάξουν.
Απαντώντας ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, σε σχετική ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ για το πρόβλημα που δημιουργείται με τις απομιμήσεις κ.τ.λ., δήλωσε τα εξής:
«Τα νέα στοιχεία για τη διακίνηση προϊόντων παραποίησης/απομίμησης, είναι εντελώς αποθαρρυντικά. Η λερναία ύδρα της παραβατικότητας, σε μεγάλο μέρος της οικονομίας, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά στην ΕΕ και σε όλο τον κόσμο, παραμένει σε πλήρη δράση. Το ότι όμως η χώρα μας κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις στην ΕΕ όσον αφορά στις επιπτώσεις στην οικονομία της, από την παραβατικότητα αυτή, δημιουργεί έντονο προβληματισμό.
Απομίμηση προϊόντων, παραποίηση, κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, παροικονομία, παρεμπόριο, φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή, είναι μια αλυσίδα παρανομίας που καταστρέφει τα σωθικά της οικονομίας και της κοινωνίας παρεμποδίζοντας την εξυγίανση της αγοράς και την αντιμετώπιση της κρίσης.
Καλές παραγωγικές και εμπορικές επιχειρήσεις, αυτές που απέμειναν να σηκώνουν τα βάρη των φόρων, των εισφορών και των μνημονίων, κυριολεκτικά υπονομεύονται.
Πού θα φτάσουμε όταν και το εναπομείναν υγιές κομμάτι των επιχειρήσεων βάλλεται και δεν προστατεύεται;
Αν προσθέσουμε σε αυτούς τους τομείς και την παραοικονομική και λαθρεμπορική δραστηριότητα σε τομείς όπως τα καύσιμα και τα καπνικά προϊόντα, τότε έχουμε στα πλευρά της νόμιμης οικονομίας και των νόμιμων επιχειρήσεων, μια πυορροούσα πληγή.
Ποιος μπορεί να υπολογίσει τα πολλαπλασιαστικά καταστροφικά αποτελέσματα στην οικονομία από αυτές τις δραστηριότητες;
Το ΕΕΑ από θέση αρχής, επί δεκαετές τώρα, έχει στρατευθεί στην καταπολέμηση των παροικονομικών και παραεμπορικών δραστηριοτήτων, απαιτώντας από το κράτος τη λήψη πραγματικών μέτρων πάταξής τους. Οι απαντήσεις που λαμβάνουμε όμως από τους εκάστοτε αρμόδιους υπουργούς είναι πάγιες: «θα πατάξουμε κάθε παράνομη οικονομική δραστηριότητα». Η σημερινή κυβέρνηση, μάλιστα, έφτασε να υπόσχεται παροχές στον λαό και μείωση των φόρων από τη σύλληψη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου στην οποία θα προέβαινε! Όλοι ξέρουμε τι έγινε. Τα γνωστά υποζύγια των φόρων φορτώθηκαν νέους φόρους, τα χαμένα έσοδα από τις λίστες, το νέο μνημόνιο και συνεχίζουν να φορτώνονται.
Ε.Π.