Ο εμπνευστής της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης του 2001, η οποία βεβαίως έμεινε στα χαρτιά, παρέθεσε έξι αρχές για την επίλυση του ασφαλιστικού, ενώ κατέστησε σαφές ότι όσο η χώρα βρίσκεται σε ύφεση, οι συντάξεις θα μειώνονται ανάλογα, αλλά και ότι η επιστροφή της σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης δεν σημαίνει ότι θα αυξηθούν οι συντάξεις, ωστόσο θα μειωθεί η πίεση από τα ασφαλιστικά ελλείμματα.
Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης παρέθεσε στην ομιλία του το εξής παράδειγμα: «Με μέσο εισόδημα από απασχόληση 1.000 ευρώ και ένα ποσοστό αναπλήρωσης 60% (δηλαδή σύνταξη 600 ευρώ) το μέσο εισόδημα κάθε απασχολούμενου διαμορφώνεται στα 800 ευρώ προ φόρου, αν η αναλογία απασχολούμενων προς συνταξιούχους είναι 3:1. Όμως, αν η αναλογία είναι 1,3:1 (σ.σ. τόση είναι σήμερα στην Ελλάδα) τότε το εισόδημα μετά τις εισφορές πέφτει στα 550 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή φτάνουμε μάλιστα στο παράδοξο να πρέπει ένας εργαζόμενος να επιβαρύνεται με τέτοιες εισφορές ή και φόρους για τα ελλείμματα του ασφαλιστικού συστήματος, που οι καθαρές απολαβές του (550 ευρώ) φτάνουν να είναι χαμηλότερες από τις καθαρές απολαβές του μέσου συνταξιούχου (600 ευρώ). Πόσο βιώσιμη και πόσο δίκαιη είναι μια τέτοια σχέση και τι επιδράσεις ασκεί στην οικονομία, στην ανάπτυξη, τις επενδύσεις, τη φυγή ενεργού πληθυσμού, τη μαύρη οικονομία, τη φοροδιαφυγή;», διερωτήθη.
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ
Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης ιεράρχησε ως «απόλυτη ανάγκη να περάσουμε σε συνθήκες ανάπτυξης. Διαφορετικά οι συντάξεις θα μειώνονται ανάλογα», προειδοποίησε και εξήγησε: «Ξέρω ότι η αναφορά στη λέξη «ανάπτυξη» ηχεί ως μια τεράστια κοινοτοπία. Μια κοινοτοπία όμως, που αδυνατούμε να μετατρέψουμε σε πραγματικότητα. Θετικοί ρυθμοί μεγέθυνσης δεν θα αυξήσουν τις συντάξεις. Θα επιτρέψουν όμως να μειωθεί η ασφυκτική πίεση των ασφαλιστικών ελλειμμάτων.
Όμως, με ένα ασφαλιστικό κενό της τάξης του 10% του ΑΕΠ, που το καλύπτει ο κρατικός προϋπολογισμός, όταν γίνεται τιτάνιος αγώνας για να πετύχουμε πλεονάσματα μισής ή μιάμισης μονάδας του ΑΕΠ, τα περιθώρια για αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, για ουσιαστικές αυξήσεις στις δημόσιες ή ιδιωτικές επενδύσεις, για αύξηση της ζήτησης, για ένα φορολογικό καθεστώς που δεν θα πνίγει νοικοκυριά, επαγγελματίες και επιχειρήσεις, είναι ασφυκτικά. Συνεπώς, με τελματωμένους ρυθμούς μεγέθυνσης, θα προκύπτει συνεχώς, ότι τόσο μεγάλα ελλείμματα στο ασφαλιστικό, ούτε βιώσιμα είναι ούτε βιώσιμη οικονομία επιτρέπουν.
Γι’ αυτό, πρέπει να φτάσουμε με οργανωμένο τρόπο σε πιο βιώσιμες καταστάσεις. Αν θέλουμε ικανοποιητικότερους μισθούς, εισοδήματα και συντάξεις είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε ό,τι μπορούμε για επενδύσεις και ανάπτυξη. Αν δεν θέλουμε να κάνουμε ό,τι οδηγεί στην ανάπτυξη, ας μην κλαψουρίζουμε για την πραγματικότητά μας. Στην περίπτωση αυτή, όπως διαπιστώσαμε όλα αυτά τα χρόνια the hard way (σ.σ. πληρώνοντας το τίμημα), η ίδια η ζωή θα επιβάλει λύσεις, και μάλιστα με χαοτικό, άδικο και τυχαίο τρόπο, και με διάχυτες αρνητικές επιδράσεις σε πολλά οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά μεγέθη».
ΕΞΙ ΑΡΧΕΣ
Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης παρέθεσε έξι αρχές για την επίλυση του ασφαλιστικού:
«Πρώτον, θα έπρεπε να ισχύσει η αρχή της ισότητας, όχι όμως και της ισοπέδωσης, μεταξύ όλων των ασφαλισμένων. Η αρχή αυτή σήμερα δεν ισχύει.
Δεύτερον, να ισχύσει η αρχή της αναλογικότητας μεταξύ εργαζόμενων και συνταξιούχων. Τι πληρώνουν οι εργαζόμενοι για τους συνταξιούχους.
Τρίτον, η αρχή της αναλογικότητας των εισφορών που πληρώνει κάποιος και της σύνταξης που παίρνει κάποια στιγμή στον βίο του.
Τέταρτον, πρόωρες συντάξεις και συντάξεις σε ασφαλισμένους με μικρό χρονικό διάστημα εισφορών πρέπει να επανεξεταστούν άμεσα. Για όσους προκύπτουν κοινωνικά προβλήματα, αυτά να αντιμετωπιστούν με μια σοβαρή και δίκαιη κοινωνική πολιτική και όχι μέσω ασφαλιστικού συστήματος, όπως σε κάθε κοινωνική Δημοκρατία. Διαφορετικά, καλούνται οι συνταξιούχοι να χρηματοδοτήσουν την κοινωνική πολιτική.
Πέμπτη αρχή, μία διπλή αρχή βιωσιμότητας. Τη βιωσιμότητα του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος, γιατί αν αυτή δεν υπάρχει, τότε προκύπτουν τρομακτικές επιπτώσεις και δεύτερον τη βιωσιμότητα της οικονομίας που επηρεάζεται με κρίσιμο τρόπο από τη μη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Και έκτον, πρέπει να δούμε σήμερα τι σημαίνει πραγματικά η αρχή της αλληλεγγύης των γενεών. Προσδίδοντας το ίδιο περιεχόμενο στην αρχή αυτή, όπως ήταν πριν 25 ή 35 χρόνια, οδηγούμαστε στην υποταγή και την εκμετάλλευση των νεότερων γενεών και στην περαιτέρω ανατροπή κάθε ισορροπίας στο ασφαλιστικό».
ΑΘΗΝΑ, Του Γιώργου Μακρή