Μιλώντας σε συνέδριο στη Φρανκφούρτη, ο Ντράγκι τόνισε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο των τραπεζών πρέπει να εισέλθει σε μία περίοδο σταθερότητας και ότι δεν υπάρχει ανάγκη ανασχεδιασμού των κανόνων, υποστηρίζοντας ότι η υπερβολική απορρύθμιση ήταν η κύρια αιτία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές αύξησε τις ελπίδες για κάποιους και τις ανησυχίες για άλλους ότι θα καταργηθούν πολλοί τραπεζικοί κανόνες που θεσπίστηκαν την περασμένη δεκαετία, δίνοντας στις τράπεζες περισσότερες δυνατότητες, αλλά αυξάνοντας πιθανόν τους συστημικούς κινδύνους.
«Το επίκεντρο πρέπει να είναι στην εφαρμογή, όχι σε έναν νέο σχεδιασμό. Τα εποπτικά μέτρα πρέπει να εφαρμοσθούν με έναν ισορροπημένο τρόπο που θα διασφαλίζει ένα αντίστοιχο επίπεδο παγκοσμίως» δήλωσε ο Ντράγκι, προσθέτοντας: «Και ενώ οριακές προσαρμογές είναι δυνατές, δεν πρέπει να καταργηθούν όσα έχουν αποφασιστεί».
Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο των τραπεζών οδήγησε στη βελτίωση της φερεγγυότητας των τραπεζών και της ποιότητας του ενεργητικού τους, βοηθώντας επίσης την Ευρώπη να αρχίσει μία εκστρατεία για τη μείωση του επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Μία νέα σειρά τραπεζικών κανόνων, γνωστών ως Βασιλεία ΙΙΙ, αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Ιανουάριο και να ισχύσει από το 2019, μετά από έτη σκληρών διαπραγματεύσεων.
Αναφερόμενος στις προοπτικές για την πολιτική νομισματικής στήριξης της ΕΚΤ, ο Ντράγκι τόνισε ότι εστιάζει στο αν η αύξηση του πληθωρισμού της Ευρωζώνης προς τον στόχο (λίγο κάτω από το 2%) θα μπορεί να διατηρηθεί και μετά από μία μείωση της στήριξης αυτής.
«Κοιτάζοντας στο μέλλον, η αξιολόγησή μας θα εξαρτηθεί από το αν θα δούμε μία βιώσιμη προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού προς τον στόχο μας. Και αυτό σημαίνει ότι η πορεία του πληθωρισμού προς το 2% θα συνεχισθεί, ακόμη και μετά από μία μείωση της νομισματικής διευκόλυνσης».
Ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης αναμένεται να αυξηθεί πάνω από 1% το 2017, αλλά θα είναι αρκετά χαμηλότερος από τον στόχο της ΕΚΤ.