Οι δαπάνες για R&D στην Ελλάδα παρουσιάζουν αυξητική τάση τα τελευταία έτη. Το 2015 ανήλθαν σε 1,64 δισ. ευρώ, από 1,49 δισ. ευρώ το 2014 και 1,39 δισ. ευρώ το 2011.
Ο δείκτης «Έντασης R&D», o οποίος εκφράζει τις δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε το 2015 στο 0,96%, από 0,84% το 2014 και 0,67% το 2011.
Η σημαντική αύξηση της δαπάνης μεταφράζεται και σε βελτίωση της θέσης της χώρας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Η Ελλάδα βρίσκεται, πλέον, στη 16η θέση ως προς τις δαπάνες και στην 20ή θέση σε ό,τι αφορά την «Ένταση Ε&Α».
Τη μεγαλύτερη συνεισφορά στον δείκτη είχε ο τομέας τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στον οποίο πραγματοποιήθηκαν δαπάνες ύψους 643,8 εκατ. ευρώ (0,37% του ΑΕΠ). Στον τομέα των επιχειρήσεων πραγματοποιήθηκαν δαπάνες 561,4 εκατ. ευρώ (0,32% του ΑΕΠ), ενώ στον κρατικό τομέα 465,5 εκατ. ευρώ (0,26%, του ΑΕΠ). Ο τομέας των ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων είχε πολύ μικρότερη συνεισφορά (13,2 εκατ. ευρώ ή 0,01% του ΑΕΠ).
Η κρατική χρηματοδότηση παραμένει η διαχρονικά σημαντικότερη πηγή χρηματοδότησης R&D και το 2015 ανήλθε σε 887,3 εκατ. ευρώ, με μερίδιο 52,7% επί του συνόλου. Η κρατική χρηματοδότηση (με κυριότερες επιμέρους πηγές τον τακτικό προϋπολογισμό και το ΕΣΠΑ) υποστηρίζει τις δραστηριότητες R&D σε όλους τους τομείς εκτέλεσης R&D και αποτελεί την κυριότερη πηγή χρηματοδότησης για τον τομέα της τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τον κρατικό τομέα.
Κρίσιμη είναι, σύμφωνα με το ΕΚΤ, η συνεισφορά του ΕΣΠΑ, του οποίου η συμβολή στο σύνολο της κρατικής χρηματοδότησης είναι συνεχώς αυξανόμενη, από 124,7 εκατ. ευρώ το 2011, σε 308,1 εκατ. ευρώ το 2014 και 385,8 εκατ. ευρώ το 2015, γεγονός που αντιστάθμισε τη μείωση που επήλθε στον τακτικό προϋπολογισμό, λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής από το 2011. Το 2015 το ΕΣΠΑ αντιστοιχούσε το 43,5% της κρατικής χρηματοδότησης, από 18,2% το 2011.
Η δεύτερη μεγάλη πηγή χρηματοδότησης είναι ο επιχειρηματικός τομέας, ο οποίος χρηματοδότησε το 2015 με 534,8 εκατ. ευρώ (ποσοστό 31,8%) τις δραστηριότητες R&D στη χώρα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί την τρίτη πηγή χρηματοδότησης, με 169,5 εκατ. ευρώ (ποσοστό 10,1%), γεγονός που καταδεικνύει την υψηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών φορέων όσον αφορά τη διεκδίκηση ευρωπαϊκών ερευνητικών έργων.
Η σημαντική αύξηση των δαπανών έχει ως αποτέλεσμα την επίσης σημαντική αύξηση στην απασχόληση σε δραστηριότητες R&D. Το 2015, ο αριθμός των Ισοδυνάμων Πλήρους Απασχόλησης (ΙΠΑ), που αποδίδουν «θέσεις» πλήρους απασχόλησης, καθώς ένα ΙΠΑ είναι ισοδύναμο με έναν εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης, αυξήθηκε περίπου κατά 17% σε σχέση με το 2014, τόσο για το συνολικό προσωπικό σε R&D, όσο και για τους ερευνητές.
Το συνολικό εγχώριο προσωπικό σε R&D το 2015 ανήλθε σε 50.512,2 ΙΠΑ και οι ερευνητές σε 35.068,7 ΙΠΑ. Η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στον τομέα της τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Tα προκαταρκτικά στοιχεία των βασικών δεικτών δαπανών και προσωπικού R&D για το 2015 στην Ελλάδα αναμένεται να οριστικοποιηθούν έως τον Ιούνιο 2017. Τα στατιστικά στοιχεία και οι δείκτες για την Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία στην Ελλάδα, τα οποία παράγονται και εκδίδονται από το ΕΚΤ, αποστέλλονται σε τακτική βάση στην Eurostat και τον ΟΟΣΑ.