Στον αντίποδα, ο κίνδυνος φτώχειας μειώθηκε στο 19,7% του πληθυσμού της χώρας (20,6% το 2014), όταν λαµβάνεται υπόψη µόνον η ισοδύναµη δαπάνη µε τρόπο κτήσης την αγορά. Ο σχετικός δείκτης πέφτει στο 13,2% του πληθυσµού (14% το 2014) όταν λαµβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσης (τεκµαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόµενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόµενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, µη κερδοσκοπικούς οργανισµούς, κράτος κ.λπ.)
Σύμφωνα με την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ, το µεγαλύτερο µερίδιο των δαπανών του µέσου προϋπολογισµού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής (20,7%) και ακολουθούν η στέγαση (13,3%) και οι µεταφορές (12,8%), ενώ οι υπηρεσίες εκπαίδευσης αντιστοιχούν στο µικρότερο µερίδιο των δαπανών (3,3%). Σε σχέση µε την προηγούµενη έρευνα (2014), η µεγαλύτερη µεταβολή δαπανών (µείωση 8,6%) παρατηρείται στα διαρκή αγαθά, ενώ ακολουθούν η δαπάνη για εκπαίδευση (µείωση 8,1%) και τα διάφορα αγαθά και υπηρεσίες (µείωση 5,3%). Συνολικά, έντεκα από τις δώδεκα κατηγορίες δαπανών παρουσιάζουν µείωση (µε τη µικρότερη της τάξης του 1,1% στην αναψυχή και τον πολιτισµό). Η µόνη κατηγορία για την οποία παρατηρείται αύξηση της µέσης µηνιαίας δαπάνης είναι η υγεία (1,2%).