Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να υπάρξει αρραγές εσωτερικό κοινωνικό μέτωπο και στη διαπραγμάτευση των εργασιακών, γι'αυτό και υπήρξε το κάλεσμα προς όλους να συνυπογράψουν τους στόχους για την επιστροφή στις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Πρόσθεσε ότι η διαδικασία κατέληξε σε κοινή δήλωση, τον περασμένο Ιούλιο, που λέει το αυτονόητο και ξεκαθαρίζει ότι από την πλευρά των εργοδοτών δεν υπάρχει θέμα για τα λοκ άουτ και τις ομαδικές απολύσεις.
Ταυτόχρονα, κλήθηκαν τα κόμματα να στηρίξουν επίσης την θέση αυτή, ώστε να υπάρξει και κοινή πολιτική θέση, ενώ σε διεθνές επίπεδο ενισχύονται τα ερείσματα της ελληνικής πλευράς, καθώς υπάρχει επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα σε όλη την ΕΕ, από αυτούς που εκφράζουν τις θέσεις υπέρ της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων πρακτικών, προσέθεσε, υπογραμμίζοντας το ρόλο χωρών όπως η Πορτογαλία αλλά και η Αυστρία, που είναι κατ' εξοχήν σύμμαχός μας σε αυτή την προσπάθεια.
Έτσι, η Ελλάδα επιδιώκει να απομονώσει το ΔΝΤ, όπως πέτυχε και την Άνοιξη σε σχέση με την επιλογή της αύξησης εισφορών προκειμένου να περιοριστούν οι απώλειες στις επικουρικές συντάξεις, ανέφερε.
Η διαπραγμάτευση για τα εργασιακά, εξάλλου, δεν έχει καμία σχέση με την ολοκλήρωση των 15 προαπαιτούμενων για την εκταμίευση των 2,8 δισ. ευρώ, ξεκαθάρισε ο υπουργός Εργασίας, καθώς αυτά είναι «ουρά» της πρώτης αξιολόγησης που συζητούνται τώρα.
Αντίθετα, για τα εργασιακά αναμένεται ακόμη το πόρισμα της ανεξάρτητης επιτροπής εμπειρογνωμόνων που θα αποτελέσει το έναυσμα των συζητήσεων, τον Οκτώβριο. Αυτό το πόρισμα δεν έχει ακόμη παραδοθεί, όπως είπε.
ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ
Σε ό,τι αφορά το θέμα των συντάξεων, κύριων και επικουρικών, δηλητηριάζεται το πολιτικό κλίμα, καθώς ισχύει το ότι δεν έχουν μειωθεί οι κύριες συντάξεις, ενώ στις επικουρικές οι μειώσεις αφορούν μόνο αυτές που ξεπερνούν σε άθροισμα με την κύρια τα 1.300 ευρώ, κυρίως σε ταμεία όπου υπήρχε μεγάλη ανισορροπία μεταξύ των εισφορών και των παροχών.
Οι δικαιούχοι που έχουν υποστεί μειώσεις λόγω των παραπάνω θα πάρουν αναλυτική εξατομικευμένη επιστολή προκειμένου να έχουν μία αναλυτική εξήγηση για τις τροποποιήσεις στις συντάξιμες αποδοχές τους, ανέφερε. Με το γράμμα αυτό, ξεκαθαρίζεται ουσιαστικά ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν άλλες μειώσεις και πλέον αυτή είναι η σύνταξη που δικαιούνται και θα λαμβάνουν.
Με την ανάκαμψη της οικονομίας ωστόσο, αναμένεται τα ποσά αυτά να αυξηθούν, καθώς η εθνική σύνταξη, που σήμερα υπολογίζεται στο τρέχον επίπεδο φτώχειας, θα ενισχυθεί με την αύξηση του ΑΕΠ, επισήμανε.
Εάν βρισκόμασταν στην αρχή της κρίσης, το ποσό αυτό θα ήταν στα 600 ευρώ, σημείωσε ο κ. Κατρούγκαλος.
Συνδέουμε το σύστημα με την άνοδο της οικονομίας, ο συνταξιούχος μπορεί να περιμένει τα κέρδη από την ανάπτυξη, θα τα δεί, όπως είπε χαρακτηριστικά.
Το ΕΚΑΣ είναι ωστόσο μία άλλη υπόθεση, συνέχισε ο κ. Κατρούγκαλος, καθώς δεν ήταν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του ασφαλιστικού, λόγω του ότι είχε συμφωνηθεί η περικοπή του, από κυβέρνηση και αντιπολίτευση, στο νόμο που επικύρωσε την συμφωνία με τους δανειστές το καλοκαίρι του 2015.
Για να αντιμετωπίσουμε αυτή την απώλεια για τους χαμηλοσυνταξιούχους, θεσπίσαμε την εθνική σύνταξη, που δεν συνδέεται με άλλα εισοδήματα του δικαιούχου, όπως π.χ. ενοίκια, παρατήρησε ο υπουργός Εργασίας.
Στην απώλεια του συγκεκριμένου προνοιακού εισοδήματος η επόμενη «απάντηση» είναι το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, συνέχισε, καθώς στόχος της κυβέρνησης είναι να έχει το σύστημα, «γενικούς, απρόσωπους κανόνες για όλους».
Ετσι, υπάρχει εθνική σύνταξη για όλους, χωρίς έλεγχο εισοδημάτων, στο τρέχον όριο φτώχειας της ΕΕ, ενώ στη θέση του ΕΚΑΣ έρχεται το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, σύμφωνα με τον κ. Κατρούγκαλο.
Για την απώλεια του ΕΚΑΣ εφαρμόστηκαν επίσης αντισταθμιστικά οφέλη, όπως η απαλλαγή του 6% για τις εισφορές υγείας, που είναι ουσιαστικά αύξηση 6% στις αποδοχές των χαμηλοσυνταξιούχων, η μη συμμετοχή στο κόστος των φαρμάκων, η πρόνοια για τα ζευγάρια που χάνουν και οι δύο δικαιούχοι το ΕΚΑΣ να τους καταβάλλεται τελικά ένα, η μη απώλεια για άτομα με σημαντική αναπηρία, κτλ, ανέφερε.