Ειδικότερα στην εγκύκλιο που υπογράφηκε από τον ΓΓΔΕ Γ. Πιτσιλή, για την εφαρμογή του νέου συστήματος επιβολής προστίμων για μη έκδοση αποδείξεων ή για ανακριβή έκδοση ή λήψη φορολογικών στοιχείων ορίζεται ότι από 25/7:
- Επιβάλλεται πρόστιμο 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς αντίστοιχα.
- Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 250 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των 500 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
- Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, στο πλαίσιο άλλου ελέγχου και εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο 100% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς φόρου λόγω έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 500 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και των 1.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
- Στην περίπτωση κάθε επόμενης διάπραξης της ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο που ισούται με 200% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς φόρου λόγω έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 1.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και των 2.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Η ΓΓΔΕ στη σχετική ανακοίνωσή της παραθέτει συγκεκριμένα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται ο υπολογισμός του πρόστιμου. Αυτά έχουν ως εξής:
α) Έστω ότι στο πλαίσιο ελέγχου που πραγματοποιήθηκε την 28.7.2016 σε φορολογούμενο που υποχρεούται στη τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος, διαπιστώθηκε η μη έκδοση ενός φορολογικού στοιχείου αξίας 3.000 ευρώ από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ ύψους 720 ευρώ, επιβάλλεται πρόστιμο 360 ευρώ (720 χ 50%).
β) Έστω ότι στο πλαίσιο ελέγχου που πραγματοποιήθηκε την 25.8.2016 σε φορολογούμενο που υποχρεούται στην τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 10 φορολογικών στοιχείων αξίας 500 ευρώ από τα οποία θα προέκυπτε ΦΠΑ ύψους 65 ευρώ επιβάλλεται πρόστιμο 250,00 ευρώ (65 χ50%= 32,50 < 250, άρα επιβάλλεται το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο για την κατηγορία των βιβλίων).
Έστω ότι στον ίδιο ως άνω φορολογούμενο διαπιστώνεται στο πλαίσιο ελέγχου την 10.10.2016 η μη έκδοση 5 φορολογικών στοιχείων αξίας 200 ευρώ από τα οποία θα προέκυπτε ΦΠΑ 26 ευρώ. Επειδή υπέπεσε στη ίδια παράβαση εντός πενταετίας, επιβάλλεται πρόστιμο 500 ευρώ (100% χ 26 = 26 < 500, άρα επιβάλλεται το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο για την κατηγορία των βιβλίων για πρώτη υποτροπή).
Στο πλαίσιο νέου ελέγχου την 7.11.2016 στον ίδιο ως άνω φορολογούμενο διαπιστώνεται η μη έκδοση ενός φορολογικού στοιχείου αξίας 100 ευρώ από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ 13 ευρώ. Λόγω της υποτροπής θα επιβληθεί πρόστιμο 1.000 ευρώ (13χ 200% πρόστιμο = 26 < 1.000 άρα επιβάλλεται το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο με βάση την κατηγορία βιβλίων για επόμενη υποτροπή).
γ) Έστω σε φορολογούμενο, ο οποίος είναι υπόχρεος σε τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος έχει επιβληθεί για τη μη έκδοση στοιχείου αξίας 100,00 ευρώ από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ 24 ευρώ, πρόστιμο 250 ευρώ. Σε μεταγενέστερο έλεγχο διαπιστώνεται ότι έχει υποβληθεί ανακριβής δήλωση ΦΠΑ και η ανακρίβεια προσδιορίζεται στο ποσό των 24,00 ευρώ οφειλόμενη μόνο στη μη έκδοση του ανωτέρω στοιχείου. Προκειμένου να μη σωρευθούν τα πρόστιμα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 58 Α, κατ΄ εφαρμογή της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου, δεν αφαιρείται από το πρόστιμο της παραγράφου 2 (24 ευρώ) το ελάχιστο επιβληθέν πρόστιμο της παραγράφου 1 των 250 ευρώ, αλλά το αναλογικό πρόστιμο του 50% του ΦΠΑ επί της αξίας των στοιχείων που δεν εκδόθηκαν, δηλαδή τα 24 ευρώ, και εντέλει δεν επιβάλλεται ποσό προστίμου για την παράβαση της παραγράφου 2.