Λίγη ώρα, αφότου η ελληνική αντιπροσωπεία υπουργών και επιχειρηματιών με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα έφθασε στην Κίνα, οι δυο γνωστοί Έλληνες επιχειρηματίες, με δηλώσεις τους στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, προδιαθέτουν για το πλαίσιο των συνομιλιών τους με την πολιτική και επιχειρηματική ηγεσία της χώρας των περίπου 1,360 δισεκατομμυρίων ανθρώπων.
Στόχος των 40 Ελλήνων επιχειρηματιών είναι η περαιτέρω ανάπτυξη διμερών σχέσεων. «Το ταξίδι είναι σημαντικό, μεταξύ άλλων και για να δείξουμε τη συμβολή της επιχειρηματικότητας, σε αυτό το ταξίδι του πρωθυπουργού που είναι πολύ σημαντικό» δηλώνει στον απεσταλμένο του ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κουτσιανάς.
Την ίδια στιγμή, όμως, το βλέμμα του δεν παύει να είναι στραμμένο και στην κατάκτηση της ίδιας της ελληνικής αγοράς: «Χρειάζεται να ξαναδούμε το Είναι μας. Να ξαναδούμε την Ελλάδα. Όλοι μας. Το κοινωνικό σύνολο να πρωτοστατήσει «ψηφίζοντας», αγοράζοντας καθημερινά ελληνικά προϊόντα. Το πιο σημαντικό είναι να πουλήσουμε τα προϊόντα μας πρώτα και κύρια στον τόπο μας. Δηλαδή εμείς οι ίδιοι πρέπει να ψηφίσουμε Ελλάδα. Διότι οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν φθάσει σε μια ποιότητα σημαντική, με τις διαφοροποιήσεις που έχει ο καθένας μας. Όμως, είναι τραγικό, για παράδειγμα τα ελληνικά βότανα να έχουν μερίδιο αγοράς μόλις 4%, τα ελληνικά καλλυντικά 7% ή τα φάρμακα 8% μέσα στην Ελλάδα Το δεύτερο σημαντικό είναι η επιχειρηματικότητα».
«Χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι η κοινωνία, η επιχειρηματικότητα και η πολιτική πρέπει να ξαναβρούν τις αξίες τους» σημειώνει και προσθέτει μιλώντας για τη σχέση πολιτικής και επιχειρηματικότητας: «Είναι καιρός να ξαναδιδάξουμε πολιτισμό και επιχειρηματικότητα. Οι πολιτικοί πρέπει να ξανασκεφθούν ότι δεν συνιστά πολιτική η αντιπολίτευση. Πρέπει να κάτσουν όλοι μαζί στο τραπέζι, στη λογική της συναίνεσης. Χρειάζεται πρόγραμμα, χρειάζεται στρατηγικό σχέδιο, κοστολογημένο και προτεραιοποιημένο, με προτεραιότητα στον τουρισμό».
Σχολιάζοντας σκωπτικά το δρόμο που παγκοσμίως έχει πάρει η επιχειρηματικότητα σημειώνει ότι «η επιχειρηματικότητα που έχουμε δημιουργήσει, δεν οδηγεί πουθενά. Παγκοσμίως. Έχει οδηγήσει μόνο σε παγκόσμιο χρέος 200 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Η επιχειρηματικότητα δεν ξέρει που πατά και που βρίσκεται»