Ζήτημα χρόνου είναι η υλοποίηση μίας ακόμα πρωτοβουλίας του Ελληνο-Βρετανικού Συνδέσμου Λάρισας, λίγο πριν τη συμπλήρωση 30 ετών προσφοράς του στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή.
Ο λόγος για την προτομή του απελευθερωτή της πόλης από τον τουρκικό ζυγό, αξιωματικού του ελληνικού στρατού και πολιτικού, Σκαρλάτου Σούτσου.
Όπως είναι γνωστό, η Λάρισα διαθέτει κεντρική οδό με το όνομα του ηρωικού στρατηγού, ενώ υπάρχει επίσης και κεντρική οδική αρτηρία με την ημερομηνία της απελευθέρωσης, την 31η Αυγούστου.
Υπενθυμίζεται η αντίστοιχη πρωτοβουλία του συνδέσμου στο Φρούριο, όπου έχει ανεγερθεί προτομή του Βρετανού φιλέλληνα, Λόρδου Βύρωνα.
Για την πρωτοβουλία του δραστήριου Ελληνο-Βρετανικού Συνδέσμου Λάρισας έχουν ενημερωθεί τόσο ο προηγούμενος, Κώστας Τζανακούλης, όσο και ο νυν δήμαρχος Λάρισας, Απόστολος Καλογιάννης και έχουν ταχθεί υπέρ της ανέγερσης της προτομής, στη μικρή πλατεία που σχηματίζεται στη συμβολή των οδών Αθανασίου Διάκου και Ανθίμου Γαζή.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ελληνο-Βρετανικού Συνδέσμου, Λάμπρο Γερογιώκα, τα μέλη του συνδέσμου έχουν συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος του ποσού που είναι απαραίτητο για την κατασκευή της προτομής και απομένει ποσό περίπου 1.000 ευρώ για τη δημιουργία της.
Για τον λόγο αυτό, θα σταλεί επιστολή στο δήμαρχο κ. Καλογιάννη, με την οποία θα ζητείται η συνδρομή του δήμου, προκειμένου να συγκεντρωθεί το σύνολο των χρημάτων που απαιτούνται, προκειμένου η προτομή του Σκαρλάτου Σούτσου να αποκαλυφθεί κατά τη διάρκεια ειδικής τελετής στα τέλη Αυγούστου του 2016, ώστε να συμπίπτει και με την ημερομηνία απελευθέρωσης της Λάρισας.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΣΟΥΤΣΟΣ
Καταγόταν από την αρχοντική φαναριώτικη οικογένεια των Σούτσων. Γεννήθηκε στο Βουκουρέστι και ήταν γιος του τελευταίου ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας, Αλέξανδρου Σούτσου.
Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Μονάχου με υποτροφία του βασιλιά Λουδοβίκου. Το 1828 κατατάχθηκε στο πυροβολικό, όπου ανήλθε μέχρι τον βαθμό του αντιστράτηγου. Επί Ιωάννη Καποδίστρια ανέλαβε καθηγητής στη νεοσύστατη τότε Σχολή Ευελπίδων, όντας ο πρώτος καθηγητής που δίδαξε πυροβολική στη σχολή.
Το 1837 διορίστηκε υπασπιστής του βασιλιά Οθωνα. Την περίοδο 1853-1854 χρημάτισε υπουργός των Στρατιωτικών, οργανώνοντας τα μέχρι τότε άτακτα σώματα σε εκστρατευτικά που πολέμησαν στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία κατά των Τούρκων, στη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου, πλην όμως από τη θέση αυτή αναγκάστηκε σε παραίτηση λόγω των έντονων αναμείξεων και των αυθαιρεσιών των Μεγάλων Δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας.
Το 1864 προσελήφθη στα ανάκτορα ως αυλάρχης του βασιλιά Γεωργίου του Α΄ και το 1869 ανέλαβε εκ νέου υπουργός των Στρατιωτικών. Στη συνέχεια διορίστηκε αρχηγός του στρατού της Ανατολικής Ελλάδας. Κατά την προέλαση του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλία το 1878 διετέλεσε αρχηγός του εκστρατευτικού σώματος με το βαθμό του υποστράτηγου. Αργότερα προήχθη στο βαθμό του αντιστράτηγου, όπου διετέλεσε Γενικός Επιθεωρητής του στρατού.
Στις 31 Αυγούστου 1881 εισήλθε θριαμβευτικά στη Λάρισα, επικεφαλής του ελληνικού στρατού. Πέθανε το 1887.
Μ.Κ.