ΤΥΡΝΑΒΟΣ (Γραφείο «Ε», του Κώστα Τσόλα)
Οι παλαιότεροι Τυρναβίτες τον θυμούνται με νοσταλγία. Οι νεότεροι τον γνώρισαν από τις διηγήσεις και ιστορίες των προγόνων τους. Ο λόγος για τον Αντώνιο Αθ. Κουκουβίτη ο οποίος ουσιαστικά ήταν στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ο πρώτος επιστήμονας φαρμακοποιός. Άνθρωπος προσιτός, ευθυτενής, ντυμένος πάντα κομψά και με ένα γαρίφαλο στο πέτο.
Την εποχή του Μεσοπολέμου, ο σπάνιος φαρμακοποιός ουσιαστικά σε μικρές επαρχιακές πόλεις λειτουργούσε άτυπα και ως γιατρός. Άρα ήξερε τα πάντα από ιατρικής άποψης που απασχολούσαν τους συμπολίτες του. Ο Αντώνης Κουκουβίτης όμως θεράπευε με επιτυχία χωρίς κουτσομπολιά και περιττά λόγια προς τρίτους. Ήταν τόσο πολλές οι γνώσεις του ώστε προχωρούσε ακόμα και σε χειρουργικές επεμβάσεις
Τώρα οι τότε νεαροί και νεαρές Τυρναβίτισσες θυμούνται τον Αντώνη Κουκουβίτη αναγνωρίζοντας το μεγαλείο του επιστήμονα και ανθρώπου.
Ο ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΣ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ
Ο Αντώνης Κουκουβίτης δεν υπήρξε μόνο επιστήμονας και άνθρωπος της φαρμακευτικής και κατ΄ επέκταση και της ιατρικής. Ήταν στην πράξη αντιστασιακός στην περίοδο της Κατοχής και όχι μόνο οι Γερμανοί έκαψαν το φαρμακείο του, αλλά από τύχη γλίτωσε τον θάνατο.
Το καταξιωμένο στο αντικείμενό του περιοδικό για την ιστορία της Φαρμακευτικής «Εύδημου Τέχνη», στη Χίο, τεύχος Ιανουαρίου -Απριλίου 2013 μετά από σοβαρή έρευνα που έκαναν οι Δημήτρης Κοκκινάκης και Αστέριος Σαλτζίσης εξέδωσαν το συγκεκριμένο περιοδικό αφιερωμένο στον Τυρναβίτη φαρμακοποιό Αντώνη Κουκουβίτη.
Ας ξεδιπλώσουμε λοιπόν την ιστορία του Αντώνη Κουκουβίτη, ενός ανθρώπου που τίμησε και πρόσφερε ζωή στον Τύρναβο. Οι συνεχιστές του Θάνος και τώρα ο εγγονός του Αντώνης συνεχίζουν την παράδοση από το 1932.
Ο Αντώνης Κουκουβίτης γεννήθηκε το 1904 στο Λιβάδι και μεγάλωσε στην Ελασσόνα. Γιος εμπόρου, αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Τσαριτσάνης και κατόπιν εγγράφτηκε στη σχολή της Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου των Αθηνών. Αποφοίτησε την 21η Μαρτίου του 1932.Ο πρωταρχικός του σκοπός ήταν να ανοίξει φαρμακείο στο πάτριο και αγαπημένο έδαφος της Ελασσόνας. Όμως τη θέση πρόλαβε κάποιος άλλος συνάδελφος και έτσι κατευθύνθηκε στην αναζήτηση μιας καλύτερης επαγγελματικής αποκατάστασης. Η αναζήτηση αυτή τον οδήγησε στη δεύτερη πατρίδα, τον Τύρναβο. Δεν έμεινε λίγο χρόνο εδώ, αλλά αρκετές δεκαετίες. Κράτησε το φαρμακείο για περίπου 60 χρόνια, μέχρι το 1982.Αποτέλεσε το πρώτο φαρμακείο της περιοχής. Παντρεύτηκε την Καλλιόπη Παπανικολάου και απέκτησε τρία παιδιά. Την Καίτη, τον Θάνο και τη Φανή. Ο Αντώνης απεβίωσε στην ηλικία των 84 ετών
Ο Γ. Θ. Σακελλαρόπουλος τον περιγράφει ως ωραίο, ευθυτενή, με μοντέρνο κουστούμι και γραβάτα που δεν περνούσε απαρατήρητη και φυσικά με γαρίφαλο στο πέτο. «Άλλαζε συχνά καπέλα και βάδιζε με κομψό μπαστουνάκι» γράφει. «Η φωνή του είχε μουσικότητα. Αγαπούσε τη μουσική και τους αρχαίους συγγραφείς» με ιδιαιτέρα προτίμηση στον Όμηρο και στον Θουκυδίδη. Η αγάπη που κατείχε τον Αντώνη Κουκουβίτη για τους αρχαίους συγγραφείς δεν ήταν τυχαία. Είχε διαποτίσει το μεδούλι του με τις αξίες τους και αυτό φαίνεται καθώς προσπαθούσε να τις κάνει πράξη.
Η υπογραφή του πατέρα στην καρδιά του γιου
Η εργασία του φαρμακείου για τον Αντώνη Κουκουβίτη δεν υπήρξε ποτέ αγγαρεία. Ήταν υπηρεσία. Ήταν λειτούργημα. «Υπηρέτησε με σύνεση ...και με στοργή» σημειώνει ο γιος του. «Υπήρξε κύριος και πέθανε με ψηλά το κεφάλι».
Μας εξηγεί με παραδείγματα τι εννοεί: Μια μέρα ρώτησε τον πατέρα του για τα χρήματα τα οποία του χρωστούσαν οι ασθενείς του φαρμακείου. Ο κύρ-Αντώνης του απάντησε: «Αυτά παιδί μου, τα βερεσέδια και τις πιστώσεις, όταν κατεβάσει ο Ξηριάς του Τυρνάβου κανένα μπουρούνι πέταξε τα μέσα». Και συμπλήρωσε: «Πες τότε: εβίβα Αντώνη μάγκα»...
H σχέση με το χρήμα και τον Αντώνη Κουκουβίτη δεν ήταν αμφίδρομη αλλά μονοδρομική, με ένα αποκλειστικό προορισμό: το συμφέρον ...του άλλου.
Ο γιος του Θανάσης -ο Θάνος- όπως είναι ευρύτερα γνωστός, αναπολεί μια άλλη περίπτωση μεγάλου ανθρωπισμού εκ μέρους του φαρμακοποιού πατέρα του. Κάποιος άρρωστος νεαρός σε ηλικία, είκοσι δύο ετών, έπρεπε να πάρει το φάρμακό του αλλά δεν είχε χρήματα. Μάταια είχε προσπαθήσει σε άλλα φαρμακεία να εξυπηρετηθεί. «Ο πατέρας μου αφού του έδωσε ό,τι χρειαζόταν, τον ρώτησε: μήπως είσαι ρέστος;». Ο άνθρωπος αυτός, ο Σταύρος από τον Άγιο Δημήτριο, του απάντησε καταφατικά. «-Ναι!» «-Πάρε και 2000 δραχμές», του είπε «και του βάζει τα λεφτά στην τσέπη. Αυτός ήταν ο πατέρας μου»! και συμπληρώνει, ότι ποτέ δεν τον πείραξε το γεγονός ότι ο πατέρας του δεν του κληροδότησε υλικά αγαθά, αλλά ένα ακέραιο όνομα και μια άριστη φήμη. «Το 'χω καμάρι!», ομολογεί.
Τα λόγια του επιβεβαιώνει και ο κ. Παπαλέξης Δημήτρης, οικογενειακός φίλος και παρών στη συζήτηση. Θυμάται ότι κάποιος άλλος ασθενής δεν είχε λεφτά για να κάνει μια απαραίτητη εγχείριση σε γνωστή κλινική στη Λάρισα. Η σοδειά του καπνού δεν είχε πάει καλά εκείνη τη χρονιά και δυσκολευόταν οικονομικά να ανταπεξέλθει στο κόστος της επέμβασης.
Ο Αντώνης Κουκουβίτης παρενέβη και πλήρωσε οικειοθελώς και στο ακέραιο τα έξοδα της εγχείρισης! Η μαρτυρία είναι πέρα για πέρα αληθινή αφού τα χρήματα τα παρέδωσε ο ίδιος ο Δημήτρης στην κλινική.
Ένας άλλος παριστάμενος σκιαγραφεί με απλά λόγια τη βοήθεια που παρείχε εκτός από τους συντοπίτες του και σε αγνώστους συνανθρώπους του. Όπως στους τραυματίες του πολέμου: «Όταν έφταναν στον Τύρναβο πληγωμένοι στρατιώτες τους θεράπευε, τους έραβε, τους φρόντιζε. Όλα τα έκανε πάντα δωρεάν». Και οι δυο τελευταίοι συνομιλητές καταλήγουν: «Δεν περιγράφονται οι καλές πράξεις του Αντώνη του Κουκουβίτη».Το ιστορικό φαρμακείο συνέχισε ο γιος του Θάνος και τώρα ο εγγονός του, Αντώνης Αθ. Κουκουβίτης
«ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΙΣΜΕΝ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΖΟΜΕΝ»
Ο Α. Κουκουβίτης υπήρξε Έλληνας ακραιφνής. Είναι γνωστό ότι είχε αναπτύξει αντιστασιακή δράση. Οι Γερμανοί όταν έμειναν μεταξύ του 1941 και 1944 στον Τύρναβο παρέδωσαν το φαρμακείο του στις φλόγες για αυτό τον λόγο. Ο τελευταίος κατέφυγε σε ένα συγγενή του σε πρεσβεία στην Αθήνα για να γλιτώσει. Στο αρχείο της οικογένειας διασώζεται ένα προσχέδιο αχρονολόγητης επιστολής το οποίο απευθύνεται στον δήμαρχο Μετσόβου Ιωάννη Αβέρωφ. Με τίτλο «Έλληνες εισμεν και Ελληνίζομεν» πραγματεύεται το θέμα των Κουτσοβλάχων της Μακεδονίας και την προπαγάνδα την οποία υποστήριζαν υπογείως γειτονικά κράτη όπως αναφέρεται στο κείμενο. Στα επιχειρήματα που προτάσσει ο Κουκουβίτης αναφέρει τον Ρουμάνο Γκεόργκα, τον Κεραμόπουλο και τον Κορδάτο. Προχωράει στην ανάλυση των απόψεών τους, έμπρακτη απόδειξη της αγάπης του φαρμακοποιού να εντρυφεί στα βιβλία. « Όλοι όμως αυτοί οι κάτοικοι επίστευαν ότι είναι Έλληνες και Ελληνίζουν ιδιαίτερα» γράφει στον Αβέρωφ. Και συνεχίζει αναφέροντας τον Ρήγα Φεραίο και τον Γιωργάκη Ολύμπιο από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Λιβάδι Ολύμπου. «Συνεχίζομεν και θα συνεχίσομεν» γράφει για τους συντοπίτες του «όχι μόνο να έχουμε τον ελληνικό τύπο αίματος» αλλά «ιδιαίτερα να σκεπτόμεθα κατά τρόπον Ελληνικόν...». Παρακάτω παραθέτει ότι όταν οι Ιταλοί προσπάθησαν να πραγματοποιήσουν κάποια σχέδιά τους, τους στάθηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο. Με τη δική του αποφασιστική και άκαμπτη «ελληνοπρεπή» στάση έφυγαν άπραγοι. Αυτές οι πράξεις του είχαν αντίκτυπο γράφει «διότι με ανάγκασ...» (εδώ το κείμενο σταματά). Προφανώς, αν ο συντάκτης του ζούσε θα μας πληροφορούσε ότι η συνέχεια του γράμματος θα είχε να κάνει με την εξιστόρηση της πυρπόλησης του φαρμακείου του από τους Ναζί κατακτητές.
Τέλος, πολλοί Τυρναβίτες οι οποίοι είτε οι ίδιοι είτε συγγενικά τους πρόσωπα κυριολεκτικά κέρδισαν τη ζωή τους από τον καταξιωμένο φαρμακοποιό προτείνουν σε έναν από δρόμους που φέρουν όνομα με νούμερο να δοθεί το όνομά του, τουλάχιστον για την περίθαλψη των Ελλήνων στρατιωτών και ανταρτών για την περίοδο της Κατοχής όταν οι Γερμανοί έκαψαν το φαρμακείο του και τον αναζητούσαν για να τον σκοτώσουν.