Η αργία, η παρέλαση των μαθητών και η λιακάδα συνδυάστηκαν κι η Λάρισα γέμισε κόσμο την 25η Μαρτίου. Το αδιαχώρητο στο κέντρο της πόλης, κανονικό «παζάρι» στους πεζόδρομους, «με τον ώμο» έπρεπε να κινείται κάποιος για να «σκίσει» ανάμεσα στο πλήθος. Ο ξεσηκωμός του Έθνους, κανονική Λαρισαϊκή Παλιγγενεσία.
Κι ύστερα όλοι έπρεπε κάπου να καθίσουν. Οικογένειες ολόκληρες έπρεπε να βρουν τραπέζι σε καφέ, σε μπαράκι, σε ουζερί ή ταβερνάκι. Δύσκολο, ιδίως για όσους είχαν καθυστερήσει για να καμαρώσουν τα βλαστάρια τους να παρελαύνουν. Οι καλές θέσεις είχαν πιαστεί.
Οι Λαρισαίοι απλώθηκαν στα μαγαζιά του κέντρου, σε πλατείες και πεζόδρομους. Στο Φρούριο επίσης αλλά και στις συνοικιακές πλατείες. Μαγαζάτορες και γκαρσόνια στα πρόθυρα- ευχάριστης- νευρικής κρίσης προσπαθώντας να εξυπηρετήσουν. Κάποια στιγμή, όχι τραπέζι ούτε καρέκλα δεν υπήρχε διαθέσιμη. Διαγραμμίσεις του Δήμου και διάδρομοι εξαφανίστηκαν, όλοι έπρεπε κάπου να κάτσουν.
Χαιρετούρες, ευχές με τους διερχόμενους, αγκαλιές, χρόνια πολλά στους εορτάζοντες, μια κοινωνική δραστηριότητα έντονη. Προϊούσης της ώρας βέβαια, ο κόσμος αραίωσε, με τις οικογένειες να επιστρέφουν στα σπίτια για το τραπέζι με τον καθιερωμένο μπακαλιάρο. Οι νεότεροι και πιο αυτόνομοι παρέμειναν στις επάλξεις- έχοντας βάλει στοίχημα με τον ήλιο, να φύγει πρώτα εκείνος.
Ζ.