Ο Βουλευτής της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, Θωμάς Ψύρρας κατέθεσε ερώτηση προς τους Υπουργούς α)Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, β) Οικονομικών και γ) Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας σχετικά με τις παράνομες ελληνοποιήσεις λαδιού. Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τους κ.κ. Υπουργούς
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Οικονομικών
Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας
ΘΕΜΑ: «Παράνομες ελληνοποιήσεις λαδιού »
Λόγω των καιρικών και άλλων συνθηκών το 2013 η παραγωγή λαδιού ήταν πολύ μειωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Ο διεθνής οργανισμός Oil World εκτιμά ότι η συνολική ελληνική παραγωγή ελαιολάδου υποχώρησε σε 230.000 τόνους από 357.900 τόνους (πτώση 36%).
Ωστόσο τα δεδομένα δείχνουν ότι τα πράγματα είναι “διαφορετικά”. Ενώ η παραγωγή λαδιού στα ελαιουργεία, είναι σαφώς μειωμένη, υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που οι μονάδες παραγωγής εμφανίζουν ίδιες ή ακόμα και περισσότερες ποσότητες σε σχέση με πέρυσι.
Η απάτη γίνεται ως εξής: μονάδες τυποποίησης λαδιού ή ακόμα και τα ίδια τα ελαιουργεία εισάγουν λάδι από άλλες χώρες και κατά βάση από την Ισπανία που τη φετινή περίοδο έχει αυξημένη παραγωγή και στην οποία το λάδι πωλείται σε χαμηλότερη τιμή. Το άνοιγμα τιμών μεταξύ ελληνικών και ισπανικών ελαίων προσέφερε ένα αθέμιτο και εύκολο κέρδος 0,30 ευρώ/ κιλό, το οποίο, δύο μήνες αργότερα έχει διευρυνθεί στα 0,60 ευρώ/ κιλό, αποτελώντας ένα ακόμη μεγαλύτερο κίνητρο παράτυπων συναλλαγών.
Το εισαγόμενο λάδι αφού καταλήξει στα ελαιουργεία εμφανίζεται ως παραγωγή από ντόπιες ελιές και παραγωγούς. Η πρακτική αυτή “συμφέρει” και τον παραγωγό, αφού το ελαιουργείο τους εκδίδει παραστατικά μεγαλύτερης αξίας από την πραγματική ποσότητα που παράγεται και υπάρχει η ωφέλεια από την επιστροφή ΦΠΑ.
Στην συνέχεια το λάδι από το ελαιουργείο πωλείται στις μονάδες τυποποίησης που το διαθέτουν στην αγορά ως ελληνικό λάδι.
Η όλη διαδικασία εκτός του ότι είναι παράνομη, υπονομεύει μακροπρόθεσμα το brand name των ελληνικών ελαιόλαδων. Η πρόσμιξη ξένου λαδιού με ελληνικό υποβαθμίζει την ποιότητα του ελληνικού λαδιού που είναι άριστης ποιότητας με αποτέλεσμα να δυσφημισθεί στην διεθνή αγορά.
Στις 21 Φεβρουαρίου ο ΥΠΑΑΤ ο κ. Τσαυτάρης στη Βουλή παραδέχτηκε ότι: “Σε αρκετές περιπτώσεις έχουν βρεθεί φορτία ισπανικού λαδιού που έρχεται στη χώρα μας. [...] ότι μια εταιρεία κατάφερε να ελληνοποιήσει 55 τόνους εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου. Μεταχειρίστηκε περίπου 28.000 κιλά που ήταν απλό λάδι -όχι εξαιρετικά παρθένο- ως εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο. Η παρατυπία και η παρανομία υπάρχει. Η Πολιτεία αμύνεται έναντι αυτών. Κάνει προσπάθειες και όλοι αυτοί θα τιμωρηθούν, ώστε το φαινόμενο αυτό να περιοριστεί και να εξαλειφθεί. Όμως, δεν είναι απλό.”
Επειδή το ζήτημα αφορά:
α) την φήμη του ελληνικού ελαιολάδου και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των Ελλήνων ελαιοπαραγωγών
β) την λειτουργία της αγοράς και τα συμφέροντα των σωστών τυποποιητών που υφίστανται αθέμιτο ανταγωνισμό
γ) την προστασία των καταναλωτών από προϊόντα με ετικέτες που παραπλανούν
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1) Πως αντιμετωπίζεται ο κίνδυνος εισαγωγών μη κανονικών ελαιολάδων και εν συνεχεία ελληνοποιήσεών τους από κοινοτικές χώρες (κυρίως από την Ισπανία μέσω Ιταλίας); Πόσοι έλεγχοι έχουν γίνει φέτος από τις αρμόδιες υπηρεσίες για αυτό το θέμα; Τι αποτελέσματα είχαν;
2) Οι έλεγχοι έδειξαν πώς γίνεται να "εξαφανίζεται" το εισαγόμενο λάδι, που έρχεται νόμιμα στην χώρα με όλα τα παραστατικά και τους ελέγχους από τις υπηρεσίες; Πως "εξαφανίζονται" οι ποσότητες αυτές από τα στοιχεία-παραστατικά του εισαγωγέα, και ποιοι άλλοι εμπλέκονται στη διαδικασία αυτή;
3) Καταγράφονται τα εισερχόμενα βυτία κυρίως στα λιμάνια Πάτρας, Ηγουμενίτσας και Ηρακλείου; Μετά την καταγραφή κατά την είσοδο στη χώρα, ο ΕΦΕΤ ή και το ΣΔΟΕ πραγματοποιούν ελέγχους κατά το στάδιο της εκφόρτωσης και εν συνεχεία της διακίνησης του ελαιολάδου, κάτι που είναι υποχρεωτικό στο πλαίσιο της ιχνηλασιμότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 178/2002, άρθρο 18;
4) Έχει ενημερωθεί σχετικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τυχόν αμφισβητούμενες ενδείξεις της σήμανσης των ελαιολάδων;