Η μη αποσύνθεσή τους συμβαίνει για δύο λόγους. Ο ένας είναι το ότι οι νεκροί βρίσκονται σε σάκους. Πότε σε έναν, συχνά μέσα και σε δύο σάκους, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις στις οποίες είχαν τοποθετηθεί και σε τριπλό σάκο, όταν μεταφέρθηκαν από το νεκροτομείο.
Ο δεύτερος λόγος είναι πως ακόμη και τα φέρετρά τους ήταν τυλιγμένα με νάιλον. Στη συγκεκριμένη ενέργεια προχωρούσαν τα περισσότερα γραφεία κηδειών, κάτι που προφανώς το έκαναν για μεγαλύτερη ασφάλεια των συγγενών και φίλων, με στόχο τη μη εξάπλωση του ιού.
Πόσο μάλλον στα πρώτα χρόνια που καταγραφόταν και μεγάλη άγνοια στον τρόπο διαχείρισης όλης της κατάστασης.
Χθες τοποθετήθηκε για το θέμα και ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης, λέγοντας, μεταξύ άλλων, πως πρόκειται για κάτι απολύτως λογικό και αυτονόητο και ότι αποτελεί συνέπεια των ακροτήτων που έγιναν. Κυρίως, μάλιστα, αρκετές εξ αυτών έγιναν στο πρώτο διάστημα της πανδημίας, όταν έλειπε η μεγάλη γνώση για τον ιό, για το πώς μεταδίδεται.
Επίσης, διευκρινίζει πως το μακάβριο φαινόμενο θα το συναντούμε κατά την εκταφή της συντριπτικής πλειοψηφίας των νεκρών που έχασαν τη ζωή τους από κορονοϊό, γεγονός που αναγκαστικά θα φέρει παράταση στην παραμονή τους στη γη και άρα πίεση στα νεκροταφεία των μεγάλων πόλεων, στα οποία ο χώρος είναι περιορισμένος.
Να υπενθυμίσουμε πως ο Δήμος Λαρισαίων βρίσκεται σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας και τις αρμόδιες Υπηρεσίες για το πρόβλημα που έχει προκύψει στο Κοιμητήριο της πόλης και σε απόπειρες εκταφής νεκρών με δηλωμένη αιτία θανάτου τον Covid-19, οι οποίες δεν μπορούν να ολοκληρωθούν.
Όπως δήλωσε, μεταξύ άλλων, ο κ. Μαμάκος: «Οι εκταφές που τελικά δεν μπορούν να γίνουν είναι ζήτημα υψίστης σημασίας για τη δημόσια υγεία και για τον λόγο αυτόν είμαστε σε στενή επικοινωνία και συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας, απ’ όπου αναμένουμε και τις σχετικές οδηγίες για τον χειρισμό του ζητήματος, στο πλαίσιο της επιστήμης και της χρηστής διοίκησης».