Αναλυτικά η δήλωση του κ. Κόκκαλη: «Το πρόγραμμα ΑΝΑΣΑ ΙΙ, αποτελεί, σύμφωνα άλλωστε και με τον τίτλο που φέρει, ένα πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που επλήγησαν από τον Covid-19 στη Θεσσαλία.
Πλην όμως, η εξέλιξη του έργου, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αφενός, διότι η πλειοψηφία των επιχειρήσεων που υπέβαλαν αίτηση ένταξης στο πρόγραμμα δεν ενεκρίθησαν εξαρχής, αφετέρου, ακόμη κι αυτές που κρίθηκαν δικαιούχοι του προγράμματος, εν τέλει δεν έλαβαν το συνολικό ποσό της ενίσχυσης, αλλά μέρος αυτού, ενώ πολλές από αυτές ουδέν έλαβαν.
Δηλαδή, οι περισσότερες επιχειρήσεις, μικρές και πολύ μικρές, κρίθηκαν δικαιούχοι μόνο τύποις, ενώ στην ουσία δεν εισέπραξαν το ποσό που θεωρητικά δικαιούνται, διότι οι τελικές πληρωμές αποφασίστηκε να υπόκεινται σε παρακράτηση και να συμψηφίζονται, με τις οφειλές του δικαιούχου προς το Ελληνικό Δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία, αφού ήταν υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικών φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας.
Το αποτέλεσμα λοιπόν είναι ότι οι δικαιούχοι λαμβάνουν το ποσό που απομένει κατόπιν της παρακράτησης του ποσοστού από το Δημόσιο και τον ΕΦΚΑ, άρα η ενίσχυση δεν αφορά την επιχείρηση, αλλά καταλήγει στα Δημόσια Ταμεία.
Επιπλέον, ενώ το συνολικό ποσό που παρακρατείται δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% του ποσού της τελικής πληρωμής, εντούτοις υπάρχουν καταγγελίες επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις οποίες παρά τον νόμο, συμψηφίζεται το σύνολο του ποσού της ενίσχυσης δηλαδή το 100%.
Και όλα αυτά την ίδια στιγμή που άλλες ενισχύσεις που καταβάλλονται για το e-λιανικό εμπόριο, για την ανάπτυξη ηλεκτρονικού καταστήματος, δεν υπόκεινται σε οποιονδήποτε φόρο, τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου, με συνέπεια οι δικαιούχοι του ΑΝΑΣΑ να υφίστανται και δυσμενή διάκριση σε σχέση με άλλες κατηγορίες επιχειρήσεων. Η διαχείριση των οικονομικών προγραμμάτων πρέπει να γίνεται με τρόπο και προϋποθέσεις, που αφενός θα ανταποκρίνονται στον σκοπό για τον οποίο πραγματοποιούνται, που εν προκειμένω δεν είναι άλλος από την πραγματική στήριξη και ΑΝΑΣΑ που χρειάζονται οι μικρές επιχειρήσεις, για την επιβίωσή τους, αφετέρου με όρους που εξασφαλίζουν ισότητα και ισονομία μεταξύ των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Όταν δεν συμβαίνουν τα παραπάνω, τότε πίσω από την κατ’ επίφαση ενίσχυση των δικαιούχων, λανθάνει ένας έμμεσος τρόπος χρησιμοποίησης αυτών για άλλη μια επικοινωνιακή φιέστα, που αντί για ανάσα προκαλεί ασφυξία.